Μόλις δύο μέρες μετά τη Σύνοδο Κορυφής ξεκίνησε η εφαρμογή της συμφωνίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης με την Τουρκία. Πολλά είναι τα προβλήματα για την Ελλάδα, ωστόσο, η ΕΕ φαίνεται πρόθυμη να βοηθήσει, αναφέρει η Deutsche Welle.
Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις της Κομισιόν, η Αθήνα μπορεί να υπολογίζει σε άμεση βοήθεια από τις Βρυξέλλες ύστερα από τη συμφωνία επανεισδοχής προσφύγων με την Αγκυρα.
Προτού επαναπροωθηθούν οι πρόσφυγες στην Τουρκία είναι ωστόσο απαραίτητη η λεπτομερής εξέταση κάθε αίτησης χορήγησης ασύλου. Για το σκοπό αυτό η Ελλάδα θα χρειαστεί ενίσχυση στο προσωπικό που στελεχώνει τις σχετικές υπηρεσίες καταγραφής.
Για την επεξεργασία των αιτήσεων ασύλου θα χρειαστούν συγκεκριμένα 400 διερμηνείς και 400 υπάλληλοι από άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για τις ενστάσεις ενάντια στις σχεδιαζόμενες επαναπροωθήσης στην Τουρκία θα πρέπει να τεθούν στη διάθεση των ελληνικών αρχών επιπλέον 30 διερμηνείς και 30 δικαστές.
Για τις επιχειρήσεις επαναπροώθησης σχεδιάζεται να αποσταλούν στην χώρα μας 50 επιπλέον ειδικοί από τη Frontex και 1.500 αστυνομικοί. Πρόκειται για ένα συνολικό αριθμό προσωπικού γύρω στα 4.000 άτομα. Κάποιοι ωστόσο από αυτούς θα προέρχονται από την Ελλάδα.
Τα σενάρια
Η Γερμανία θα στηρίξει την Ελλάδα τόσο με αστυνομικούς όσο και με προσωπικό από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία για τους Μετανάστες και τους Πρόσφυγες (BAMF).
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες η Γερμανία από κοινού με τη Γαλλία θα στείλει συνολικά 400 αστυνομικούς και 200 ειδικούς σε θέματα ασύλου στα ελληνικά νησιά.
Ενδιαφέρουσες, σύμφωνα με τη DW, είναι οι δηλώσεις του αντιπροέδρου της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόφσκις, ο οποίος εκτιμά ότι για τη χρηματοδότηση της αντιμετώπισης της προσφυγικής κρίσης ίσως χρειαστεί ένας ενιαίος ευρωπαϊκός φόρος.
Παρόμοια ιδέα είχε εκφράσει και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών μιλώντας για ειδικό φόρο στη βενζίνη.
«Μια πιθανότητα θα μπορούσε να είναι η φορολόγηση, όπως είχε προτείνει και ο Σόιμπλε», είπε ο Ντομπρόφσκις.
Θα μπορούσε επίσης να εξεταστεί και η χρηματοδότηση από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, τον οποίο θα έπρεπε όμως σε αυτή την περίπτωση να ξανασυμπληρώσουν τα κράτη-μέλη.