ΟΟΣΑ: «Καλοδεχούμενη» αλλά ασθενική η παγκόσμια ανάκαμψη

«Η παγκόσμια οικονομία «πάει καλύτερα» αλλά όχι αρκετά καλά για να εξασφαλίσει μια βιώσιμη βελτίωση της ευημερίας των πολιτών» δηλώνει η Κατρίν Μαν επικεφαλής των οικονομολόγων του ΟΟΣΑ ( Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης), με την ευκαιρία της σημερινής δημοσίευσης των «Οικονομικών Προοπτικών 2017».

Η κα Μαν μιλάει για μια «καλοδεχούμενη» ανάκαμψη το 2017, κατά το οποίο άρχισαν να βελτιώνονται στις περισσότερες χώρες, οι δείκτες εμπιστοσύνης, βιομηχανικής παραγωγής, απασχόλησης και διασυνοριακού εμπορίου.

Αυτή η συγκυριακή μέτρια ανάκαμψη όμως, δεν είναι επαρκώς ισχυρή για να συμβάλλει σε μια βιώσιμη βελτίωση της παραγωγής ή να βοηθήσει στη μείωση των ανισοτήτων που παραμένουν.

Θα αρκούσε ένα σοκ στο επίπεδο δημόσιας δράσης, είτε σε γεωπολιτικό επίπεδο, για να έλθουν στην επιφάνεια οι κίνδυνοι που συνδέονται με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, υποστηρίζει η κα Μαν.

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ είναι απαραίτητες επιπλέον προσπάθειες μέσω της δημόσιας δράσης, για την ενίσχυση των μέτρων στήριξης προκειμένου να κερδίσει σε δυναμισμό η παγκόσμια ανάπτυξη.

Η παγίδα μιας «χλιαρής ανάπτυξης»

Οι αναλυτές του ΟΟΣΑ εκτιμούν ότι η παγκόσμια ανάπτυξη έφθασε το 2016 στο πιο χαμηλό ποσοστό του από το 2009.

Το ενθαρρυντικό είναι ότι ύστερα από αρκετά χρόνια διστακτικής ανάκαμψης, είναι πλέον φανερά τα σημάδια βελτίωσης : Οι εμπορικές συναλλαγές και η μεταποιητική παραγωγή που ξεκίνησαν από ένα πολύ χαμηλό επίπεδο έχουν επιταχυνθεί, βοηθούμενες από μια ισχυρή αύξηση της εγχώριας ζήτησης σε Ασία και Ευρώπη και στο ιδιωτικό τομέα η εμπιστοσύνη έχει ενισχυθεί.

Ωστόσο, οι πολιτικές αβεβαιότητες παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, η εμπιστοσύνη στους κυβερνώντες έχει διαβρωθεί, οι αυξήσεις στους μισθούς παραμένουν χαμηλές, οι ανισότητες εξακολουθούν να υπάρχουν, καθώς και οι ανισορροπίες και αδυναμίες στις κεφαλαιαγορές.

Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τις προβλέψεις, το παγκόσμιο ΑΕΠ αναμένεται να έχει το 2017 μια μέτρια αύξηση 3,5% χάρις σε μια αύξηση των συναλλαγών και των επενδύσεων και σε μια βελτίωση των αποτελεσμάτων πολλών μεγάλων παραγωγών πρώτων υλών.

Για δε το 2018 αναμένεται η βελτίωση να είναι ελάχιστη, με το παγκόσμιο ΑΕΠ να καταγράφει αύξηση 3,6%.

Παρ’ ότι είναι καλοδεχούμενη η ανάκαμψη αυτή, εντούτοις η παγκόσμια ανάπτυξη παραμένει χαμηλότερη από τα επίπεδα του παρελθόντος και κατώτερη από τον ρυθμό που θα της επέτρεπε να βγει τελειωτικά από την παγίδα «χλιαρής ανάπτυξης».

Η Ευρωζώνη

Για τη διετία 2017- 2018, η ανάπτυξη στην ευρωζώνη αναμένεται να διατηρηθεί στο 1,75%.

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η εγχώρια ζήτηση θα συνεχίσει να ωθεί την ανάκαμψη βοηθούμενη από μια χαλαρή νομισματική πολιτική και πιο πρόσφατα από μια μετρίως επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που έφθασε στην κατάλληλη στιγμή.

Οι εξαγωγές αναμένεται να σταθεροποιηθούν αλλά σε μέτριους ρυθμούς. Το ποσοστό ανεργίας θα συνεχίσει να υποχωρεί, παραμένοντας όμως σε υψηλά επίπεδα γύρω στο 9%.

Ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να ανεβαίνει παραμένοντας όμως κάτω του 2% που είναι ο στόχος της ΕΚΤ.

Για την τόνωση των ιδιωτικών επενδύσεων, είναι απαραίτητες οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση του ανταγωνισμού, τη μείωση των υφιστάμενων εμποδίων στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, τη μείωση του υψηλού επίπεδου των αμφιλεγόμενων και επίδικων δανείων σε πολλές χώρες και την υποστήριξη μη τραπεζικών χρηματοδοτήσεων.

Παράλληλα και εφ’ όσον υπάρξει νέα πρόοδος για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, θα τονωθεί η εμπιστοσύνη για την νομισματική ένωση.

Η ενίσχυση της επαγγελματικής επανακατάρτισης, του επαγγελματικού προσανατολισμού και της βοήθειας στην αναζήτηση εργασίας όσων έχασαν τη δουλειά τους, θα διευκολύνει την προσαρμογή της ευρωζώνης στους κραδασμούς των εμπορικών συναλλαγών.

Ο ΟΟΣΑ συνιστά επίσης να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στην επαγγελματική κατάρτιση καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής και μια θέση πιο σημαντική στις εκπαιδευτικές πολιτικές.

Η προώθηση της έρευνας και της ανάπτυξης, η καλυτέρευση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού και η ενθάρρυνση για μεγαλύτερη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών, θα βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να γίνουν πιο ανταγωνιστικές.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επέκτεινε το πρόγραμμά της για την αγορά περιουσιακών στοιχείων (achats nets d’actifs ), τουλάχιστον έως το τέλος του 2017 αλλά και τη μείωσή τους από τον Απρίλιο σε 60 δισ. ευρώ ανά μήνα.

Αυτή η «διευκολυντική» κατεύθυνση της ΕΚΤ παραμένει κατάλληλη καθώς ο πληθωρισμός παραμένει κάτω από τον στόχο του 2%.

Ωστόσο, με δεδομένη τη βελτίωση των οικονομικών προοπτικών και το γεγονός ότι ο πληθωρισμός προβλέπεται να προσεγγίσει τον στόχο της ΕΚΤ το τέλος του 2018, αναμένεται να εξασθενίσει ο επεκτατικός προσανατολισμός της νομισματικής πολιτικής και να μειωθεί σταδιακά η αγορά των περιουσιακών στοιχείων κατά τη διάρκεια του 2018, αναφέρει το ΑΠΕ.


Exit mobile version