Όποια κι αν είναι η νέα γερμανική κυβέρνηση, το 2018 φέρνει μαζί του πολλές προκλήσεις: Ευρώπη, Brexit, προσφυγικό, εργασία, συνταξιοδοτικό, παιδεία είναι μερικά μόνο από τα ζητήματα που πιέζουν.
«Θα πρέπει να είμαστε δεκτικοί σε νέες ευκαιρίες και καινοτομίες», δηλώνει η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ.
«Αποστολή της νέας κυβέρνησης είναι να διαμορφώσει με τόλμη το μέλλον», τονίζει ο πρόεδρος του SPD Μάρτιν Σουλτς. Ποιες όμως είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις τις οποίες καλείται να αντιμετωπίσει η νέα κυβέρνηση, όποια κι αν είναι αυτή;
Προτεραιότητα αποτελεί σίγουρα η ΕΕ. Έχουν περάσει μήνες από την ομιλία του Εμανουέλ Μακρόν στην Σορβόννη με τις προτάσεις του Γάλλου προέδρου για το μέλλον της Ένωσης και τις μεταρρυθμίσεις που θεωρεί απαραίτητες. Η γερμανική απάντηση ωστόσο καθυστερεί. Για παράδειγμα το Βερολίνο δεν έχει πάρει επίσημα θέση στην πρόταση Μακρόν για ένα μόνιμο υπουργό Οικονομικών της Ευρωζώνης ή για τη δημιουργία ευρωπαϊκών ενόπλων δυνάμεων. Παρατηρητές ανησυχούν ότι χωρίς μια κοινή γαλλογερμανική μεταρρυθμιστική στρατηγική το πολιτικό βάρος της ΕΕ μειώνεται απέναντι σε Κίνα, Ρωσία και ΗΠΑ.
Η πίεση στην ΕΕ αυξάνεται και λόγω του Brexit. Στα τέλη Μαρτίου 2019, η Βρετανία προτίθεται να εγκαταλείψει την ΕΕ. Ακόμα όμως κι αν η επικύρωση της απαραίτητης συμφωνίας προχωρήσει εντός χρονοδιαγράμματος, για την ολοκλήρωση θα χρειαστούν τουλάχιστον πέντε μήνες. Κατά συνέπεια η συμφωνία για το Brexit θα πρέπει να έχει υπογραφεί το αργότερο τον Οκτώβριο του 2018.
Χωρίς ευρωπαϊκή αλληλεγγύη στο προσφυγικό το Βερολίνο
Στο προσφυγικό η Γερμανία δεν θα μπορέσει να βασιστεί στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη ούτε τη νέα χρονιά. Πριν δύο χρόνια οι υπουργοί Εσωτερικών της ΕΕ είχαν συμφωνήσει στην κατανομή 160.000 προσφύγων. Από τότε όμως ελάχιστα έχουν γίνει πράξη. Η ενσωμάτωση των προσφύγων παραμένει και το 2018 στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας στο Βερολίνο.
Καθοριστικές αποφάσεις θα πρέπει να ληφθούν και σε ζητήματα που αφορούν τη γερμανική αγορά εργασίας. Η υπουργός Εργασίας Αντρέα Νάλες έχει ήδη ταχθεί υπέρ πιο χαλαρών κανόνων στην προστασία των εργαζομένων, τουλάχιστον όσον αφορά την δοκιμαστική περίοδο για να γίνει εφικτή η εργασία και από το σπίτι (Home Office).
Όποιος βγάζει λίγα χρήματα, πληρώνει χαμηλότερες εισφορές στα ταμεία και κατά συνέπεια θα πάρει μικρότερη σύνταξη. Όλα τα κόμματα προτίθενται να ασχοληθούν με το ζήτημα και να δώσουν λύσεις. Οι Συντηρητικοί ξεκινούν πάντως με τη σύσταση μιας επιτροπής που θα εξετάσει τις διαστάσεις του προβλήματος.
Όσον αφορά τέλος την Παιδεία, οι όποιες δημόσιες δαπάνες δεν καλύπτουν σε καμία περίπτωση τις αυξανόμενες ανάγκες για διδακτικό προσωπικό, ολοήμερα σχολεία, τα βοηθήματα παιδιών από φτωχότερες οικογένειες. Ας μην ξεχνάμε ότι στη Γερμανία η παιδεία βρίσκεται στην αρμοδιότητα των ομόσπονδων κρατιδίων. Όμως οι φωνές των πολιτικών που ζητούν ένα ρόλο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης σε ζητήματα παιδείας ιδίως όσον αφορά τη χρηματοδότηση, γίνονται ολοένα και δυνατότερες.
Πηγή Πληροφοριών: Deutsche Welle