Η πολιτική αναταραχή που έχει καταβάλει τη Ρώμη τις τελευταίες ημέρες είναι αρκετά γνώριμη για τους Ιταλούς.
Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η χώρα έχει κατά μέσο όρο μια νέα κυβέρνηση σχεδόν κάθε χρόνο.
Οι τράπεζες της Ιταλίας αντιμετωπίζουν και αυτές μια σοβαρή κρίση εδώ και αρκετό καιρό. Αν και έμειναν σχετικά ανεπηρέαστες από την παγκόσμια κατάρρευση πριν από δέκα χρόνια. Είναι κατά κύριο λόγο ιδρύματα που προσφέρουν τραπεζικές υπηρεσίες σε ιδιώτες και σε επιχειρήσεις, με μικρές μονάδες επενδυτικής τραπεζικής, οπότε είχαν επενδύσει λίγα χρήματα στα τοξικά αμερικάνικα στεγαστικά δάνεια που προκάλεσαν τεράστια ζημιά σε άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες. Αλλά έκτοτε υπήρξαν διαδοχικές κρίσεις.
Μετά την παγκόσμια κρίση του 2008 ήρθε η κατάρρευση της ευρωζώνης το 2011. Η ύφεση που έπληξε την ιταλική οικονομία προκάλεσε μαζικές χρεοκοπίες σε εταιρικά δάνεια σε όλο τον τραπεζικό τομέα. Στη συνέχεια, την περίοδο 2016-17, μια δεκάδα περίπου προβληματικών τραπεζών, με προεξέχουσα την Monte dei Paschi, την τράπεζα «ζόμπι» με έδρα την Σιένα, κατέρρευσαν και διασώθηκαν ή έκλεισαν.
Τώρα υπάρχει μια νέα, συνεχιζόμενη κρίση. Εξαιτίας των προβλημάτων που αντιμετώπιζαν στις προηγούμενες περιόδους, οι τράπεζες άργησαν να αποδεχτούν ότι έχουν έλλειψη κεφαλαίων, ενώ έχουν μείνει πίσω σε επενδύσεις στις νέες τεχνολογίες. Η εξαιρετικά διευκολυντική νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έχει εντείνει την πίεση με την συμπίεση των επιτοκιακών περιθωρίων.
«Το επιχειρηματικό μοντέλο του 99% των ιταλικών τραπεζών δεν είναι πλέον βιώσιμο» υποστηρίζει ένας βετεράνος του τραπεζικού τομέα. Η μέση απόδοση ιδίων κεφαλαίων μόλις που έχει ξεπεράσει το 2% εδώ και χρόνια, αρκετά μακριά από την τυπική αμερικάνικη ή ασιατική τράπεζα και από τις πιο αδύναμες στην Ευρώπη.
Οι επενδυτές ωστόσο δείχνουν αισιόδοξοι. Η ιταλική χρηματιστηριακή αγορά έχει ξεπεράσει τις περισσότερες στον κόσμο φέτος. Το άλμα 11% στις ιταλικές μετοχές την περασμένη χρονιά κέρδισε πολλούς άλλους τραπεζικούς δείκτες. Όταν η UniCredit, η μεγαλύτερη ιταλική τράπεζα με βάση το ενεργητικό, ανακοίνωσε αποτελέσματα τριμήνου την περασμένη εβδομάδα, η μετοχή της ενισχύθηκε 3%, παρά τις ευρύτερες αναταραχές για την πολιτική κατάσταση στην Ιταλία.
Ο βασικός λόγος για την αισιοδοξία αυτή είναι η πρόοδος που έχουν κάνει οι τράπεζες στην μείωση του μεγάλου όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια της UniCredit έχουν σημειώσει μεγάλη πτώση από το υψηλό των €80 δισ. το 2016 στα €45 δισ. τώρα. Μια τεράστια άντληση κεφαλαίου €13 δισ. πριν από ένα χρόνο έδωσε στην τράπεζα ένα πολύτιμο μαξιλάρι ασφαλείας να απορροφήσει τις ζημίες από τις πωλήσεις των δανείων.
Η κίνηση της UniCredit να πουλήσει ένα χαρτοφυλάκιο €18 δισ. στην Pimco και στην Fortress, μόλις στο 13% της ονομαστικής αξίας, πυροδότησε το ενδιαφέρον των επενδυτών στα ιταλικά μη εξυπηρετούμενα δάνεια γενικότερα. Ο Κοράντο Πασέρα, πρώην επικεφαλής της Intesa Sanpaolo, ετοιμάζει μάλιστα την δημιουργία ενός νέου είδους τράπεζας που θα ειδικεύεται στην διαχείριση «κόκκινων» δανείων.
Ο ανταγωνισμός έχει βοηθήσει να αυξηθούν οι τιμές των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε επίπεδα που είναι εξαιρετικά ευνοϊκά για τις τράπεζες. Τα περισσότερα ιδρύματα έχουν αυξήσει τις προγραμματισμένες πωλήσεις δανείων, ελπίζοντας να λάβουν 30 σεντς στο ευρώ ή παραπάνω. Το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων έπιασε κορυφή το 2015 στα 360 δισ. ευρώ. Εξαιρουμένων των πιο «κόκκινων» μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία κατηγοριοποιούνται ως δάνεια «απίθανο να αποπληρωθούν», ο κύριος όγκος του «κακού χρέους» έχει υποχωρήσει στα €164 δισ. από περισσότερα από €200 δισ. πριν από ένα χρόνο.
Όσοι είναι «ταύροι» στις ιταλικές τράπεζες χαιρετίζουν την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην τόνωση της αποτελεσματικότητας του τραπεζικού τομέα. Τετρακόσιες συνεργατικές τράπεζες θα συγχωνευτούν σε μόλις δύο. Ενώ τα τελευταία χρόνια, στον ιδιωτικό τομέα, ο αριθμός των τραπεζών στο σύστημα έχει συρρικνωθεί από πολλές εκατοντάδες σε μόλις 115.
Αλλά υπάρχουν ακόμα αρκετά που μπορούν να διορθωθούν. Το μεγαλύτερο αναπάντητο ερώτημα είναι τι θα γίνει με την Monte dei Paschi. Έχοντας πουλήσει τις περισσότερες από τις αξιόλογες μονάδες της σε μια προσπάθεια να αντλήσει κεφάλαια – τις μονάδες διαχείρισης ενεργητικού, ασφάλισης και καταναλωτικής πίστης – δείχνει μετά βίας βιώσιμη. Πολλοί τραπεζίτες στο Μιλάνο αναμένουν ότι η τράπεζα θα καταρρεύσει κάποια στιγμή του χρόνου, οδηγώντας σε πλήρη κρατικοποίηση ή σε κάποια άλλη μορφή διάσωσης ή διάλυσης.
Ακόμα και για τις σχετικά υγιείς τράπεζες, τα επόμενα χρόνια κρύβουν προκλήσεις. Τα πιο «κόκκινα» από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που έχουν συσσωρευτεί θα χρειαστούν χρόνια για να εκκαθαριστούν, ενώ χωρίς την μεταρρύθμιση του νόμου περί πτωχεύσεως, είναι πολύ δύσκολο να κατασχεθούν περιουσιακά στοιχεία από δανειολήπτες.
Αλλά και το υφιστάμενο λειτουργικό περιβάλλον παραμένει δύσκολο. Όσο τα επιτόκια της ΕΚΤ παραμένουν χαμηλά, η κερδοφορία θα περιορίζεται ακόμα και για τις πιο ισχυρές τράπεζες. Ενώ η αβεβαιότητα σχετικά με την νέα κυβέρνηση παραμένει ένα διαρκές εμπόδιο, τόσο όσο ένα πιθανό φρένο σε επενδύσεις, αλλά και άμεσα, καθώς έχουν γίνει προτάσεις για την επιβολή φόρου στις τράπεζες όπως συνέβη σε άλλες χώρες σαν το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Ιταλία ήταν πάντοτε μια χώρα που έβλεπε το ποτήρι μισογεμάτο. Αλλά δεδομένων των υφιστάμενων προβλημάτων, οι επενδυτές ίσως μετανιώσουν που στοιχημάτισαν τόσο σύντομα στον τραπεζικό τομέα.
Πηγή Πληροφοριών: Financial Times, Euro2day.gr