Αν ο Βλαντιμίρ Πούτιν πράγματι βοήθησε να φτάσει ο Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο, αυτός θα ήταν ο απόλυτος θρίαμβος των μυστικών υπηρεσιών. Ωστόσο, μπορεί παράλληλα να αποδειχθεί και το απόλυτο αυτογκόλ.
Μια επιχείρηση που σχεδιάστηκε για να χαλαρώσει την πίεση στην κυβέρνηση του κ. Πούτιν, στέλνοντας ένα φιλικό πρόσωπο στον Λευκό Οίκο, έχει αντίθετα οδηγήσει σε σύσφιξη των κυρώσεων στη Ρωσία και σε μια επικίνδυνη αύξηση της εγχώριας πολιτικής πίεσης στο Ρώσο πρόεδρο.
Όσο για τον κ. Τραμπ, η υποτιθέμενη συνωμοσία της καμπάνιας του με τη Ρωσία μπορεί να βοήθησε την εκλογική του νίκη με κίνδυνο να καταστρέψει την προεδρία του. Θα ήταν μια παράξενη ειρωνεία, αν η οικειότητα των στρατοπέδων Πούτιν και Τραμπ τελικά έδινε τέλος στην πολιτική καριέρα και των δύοπροέδρων.
Φυσικά, η ρωσική κυβέρνηση και οι σκληροπυρηνικοί υποστηρικτές του κ. Τραμπ εξακολουθούν να αρνούνται πως πραγματοποιήθηκε οποιαδήποτε τέτοια σκευωρία. Αλλά οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είναι βέβαιες πως η Ρωσία κρυβόταν πίσω από το χάκινγκ των email του κόμματος των Δημοκρατικών.
Φαίνεται πιθανό, το χάκινγκ να επηρέασε την πορεία των εκλογών που παρουσίαζαν πολύ μικρή διαφορά στους υποψήφιους. Ήταν στη Φιλαδέλφεια, την παραμονή του συνεδρίου των Δημοκρατικών τον Ιούλιο του 2016, που δημοσιεύθηκαν για πρώτη φορά τα email που είχαν διαρρεύσει. Η αποκάλυψη πως η Debbie Wasserman Schultz, συμπρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής του Δημοκρατικού κόμματος, δυσφήμιζε ιδιωτικά την καμπάνια του Μπέρνι Σάντερς, την ανάγκασε να δηλώσει παραίτηση και διασφάλισε πως το συνέδριο θα ξεκινούσε μέσα στο χάος. Οι υποστηρικτές του κ. Σάντερς ήταν πεπεισμένοι πως ο άνθρωπός τους είχε αδικηθεί. Και οι ψηφοφόροι του Σάντερς που μετατοπίστηκαν στους Ρεπουμπλικάνους, ήταν κρίσιμοι για τις νίκες του κ. Τραμπ στις ζωτικής σημασίας πολιτείες της Πενσυλβάνια, του Μίσιγκαν και του Ουισκόνσιν. Πλέον γνωρίζουμε, επίσης, πως Ρώσοι πράκτορες χρησιμοποίησαν το Facebook και το Twitter για να διαδώσουν μηνύματα κατά της Κλίντον.
Σε όλη τη διάρκεια της καμπάνιας, ο κ. Τραμπ έδειχνε διαρκώς κατανόηση για το Κρεμλίνο. Το αν το κίνητρό του είχε να κάνει με την ιδεολογία, τις επενδύσεις ή κάποιο άλλο εξευτελιστικό μυστικό, δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί.
Αλλά η ρωσική σύνδεση πυροδότησε μια σειρά αλυσιδωτών γεγονότων που εντέλει μπορεί να διαλύσει την προεδρία του. Ανήσυχος λόγω της έρευνας του FBI στις ρωσικές επαφές του, ο κ. Τραμπ απέλυσε τον Τζέιμς Κόμι, επικεφαλής του FBI. Η αντίδραση στην απόλυση του Κόμι οδήγησε στο διορισμό του Ρόμπερτ Μούλερ, πρώην διοικητή του FBI, ως ειδικό εισαγγελέα για να ερευνήσει τη σύνδεση Τραμπ-Ρωσίας. Και η αμείλικτη πρόοδος της έρευνας του Μούλερ είναι πιθανό να πυροδοτήσει κατηγορητήρια και παραιτήσεις. Αυτό, με τη σειρά του, θα μπορούσε να οδηγήσει στην απαγγελία κατηγοριών στον κ. Τραμπ -και την καταστροφή της προεδρίας του.
Όσο για τον κ. Πούτιν, η στιγμή που κατέστη σαφές πως το ρίσκο του μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ, ήταν όταν ο κ. Τραμπ αναγκάστηκε να απολύσει τον στρατηγό Μάικλ Φλιν, τον πρώτο του σύμβουλο σε θέματα εθνικής ασφάλειας, επειδή δεν αποκάλυψε επαφές με τη ρωσική κυβέρνηση. Από εκείνο το σημείο και μετά, έγινε πολιτικά αδύνατο για τον κ. Τραμπ να βοηθήσει τη Ρωσία με χαλάρωση των κυρώσεων. Αντιθέτως, οι αντιδράσεις στη ρωσική παρέμβαση στις αμερικανικές εκλογές έχει οδηγήσει στην εντατικοποίηση των κυρώσεων, με ένα δύσπιστο Κογκρέσο να διασφαλίζει πως ο κ. Τραμπ δεν μπορεί να άρει αυτά τα μέτρα μονομερώς.
Πράγματι, το να σκληραίνει το Ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο τη στάση απέναντι στη Ρωσία, έχει γίνει υποκατάστατο του να σκληραίνει τη στάση απέναντι στον κ. Τραμπ. Οι κυρώσεις που προστέθηκαν στη διάρκεια του καλοκαιριού, στοχοποίησαν συγκεκριμένα τις ρωσικές βιομηχανίες εξόρυξης και πετρελαίου. Σε απάντηση, ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, ο Ρώσος πρωθυπουργός, κατηγόρησε τις ΗΠΑ για «ανακήρυξη πλήρους οικονομικού πολέμου κατά της Ρωσίας».
Πολύ μακριά από το να βελτιωθούν υπό την εξουσία του κ. Τραμπ, οι αμερικανορωσικές σχέσεις είναι αυτή τη στιγμή όσο πικρόχολες ήταν και στο απόγειο του ψυχρού πολέμου. Συνειδητοποιώντας πως η κυβέρνηση Τραμπ δεν θα μπορέσει να άρει τις κυρώσεις, το Κρεμλίνο κατέφυγε σε απομάκρυνση Αμερικανών διπλωματών, αντιδρώντας σε προηγούμενη απομάκρυνση Ρώσων από την κυβέρνηση Ομπάμα. Η προοπτική πως οι ΗΠΑ πιθανώς θα προμήθευαν όπλα στην Ουκρανία, έχει γίνει πολύ πιο πραγματική. Και η Ρωσία είναι έτοιμη να ξεκινήσει κάποιες μεγάλες στρατιωτικές ασκήσεις στην ανατολική Ευρώπη, οι οποίες θα εντείνουν τους φόβους των ΗΠΑ.
Η ειρωνεία για τον κ. Πούτιν είναι ότι, αν είχε αφήσει τα γεγονότα απλά να πάρουν το δρόμο τους, οι κυρώσεις στη Ρωσία θα μπορούσαν να είχαν χαλαρώσει με τη φυσική ροή των γεγονότων -ακόμη και με τη Χίλαρι Κλίντον στο Λευκό Οίκο. Η κ. Κλίντον είχε ήδη προσπαθήσει μία φορά να πατήσει το «reset» με τη Ρωσία ως υπουργός Εξωτερικών και μπορεί να ήταν έτοιμη να προσπαθήσει και δεύτερη φορά. Πολλοί στην Ευρώπη επίσης είχαν κουραστεί από τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας.
Όταν δημοσιευθεί η έρευνα του Μούλερ, είναι πιθανό να υπάρξει αναβίωση της αμερικανικής οργής προς τη Ρωσία. Η πιο εμφανής απειλή είναι αυτή που επιβάλλεται στον κ. Τραμπ. Αλλά η έρευνα του Μούλερ απειλεί έμμεσα και τον κ. Πούτιν. Θα είναι υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές το Μάρτιο και έρχεται αντιμέτωπος με μια αντιπολίτευση που κινητοποιείται ξανά με επικεφαλής τον δημοφιλή και τολμηρό Αλεξέι Ναβάλνι και με μια οικονομία που επιδεινώνεται και έχει χτυπήσει άγρια τους Ρώσους καταναλωτές. Παρ’ όλο που ελάχιστοι άνθρωποι περιμένουν ότι ο κ. Πούτιν θα χάσει τις εκλογές, η ευφορία του κόσμου που υπήρχε για τον Πούτιν πριν από λίγα χρόνια προφανώς φθίνει. Άρθρα για την μετα-Πούτιν εποχή έχουν αρχίσει να εμφανίζονται στα ρωσικά μέσα ενημέρωσης.
Πάνω απ’ όλα, τα πιο ισχυρά οικονομικά συμφέροντα της Ρωσίας ξέρουν πια ότι δεν υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ των κυρώσεων. Στην πραγματικότητα, τα πράγματα είναι πιθανό να γίνουν χειρότερα. Κάτι ριζικό πρέπει να αλλάξει για να αρθούν οι κυρώσεις. Και αυτή η αλλαγή μπορεί να είναι η απομάκρυνση του κ. Πούτιν από το Κρεμλίνο.
Πράγματι, μόνο όταν και ο κ. Τραμπ και ο κ. Πούτιν φύγουν, μπορεί θα γίνει αληθινά δυνατή η επανεκκίνηση των αμερικανορωσικών σχέσεων.
Πηγή Πληροφοριών: Financial Times, Euro2day.gr