Με εκτενείς ανταποκρίσεις και άρθρα γνώμης αναφέρεται ο γερμανικός Τύπος στην εκλογική μάχη στην Ελλάδα και με βάση τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων έως την Παρασκευή, γίνονται εκτιμήσεις για τα σενάρια σχηματισμού κυβέρνησης.
“Υπάρχουν δύο διαφορετικοί πρωταγωνιστές σε αυτή την ελληνική προεκλογική εκστρατεία: ο τολμηρός Αλέξης Τσίπρας από τη μία πλευρά, 41 ετών, αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη: ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης, ο κομματικός στρατιώτης της συντηρητικής Νέας Δημοκρατία, ένας 61χονος πολιτικός που δεν πειραματίζεται”, γράφει η “Sueddeutsche Zeitung” και προσθέτει ότι αυτό σημαίνει ότι οι εκλογές θα κριθούν μεταξύ αυτών των δύο ανδρών. “Στο τέλος όμως πιθανόν να αποφασίσει κάποιος άλλος ποιος θα κυβερνήσει την Ελλάδα- ο Σταύρος Θεοδωράκης”, γράφει η εφημερίδα.
Η εφημερίδα “Die Welt” καλύπτει με συνεχή ροή ειδήσεων την εκλογική διαδικασία στην Ελλάδα και αναφέρεται στις δηλώσεις των αρχηγών κατά την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος. “Όποιος εδώ ψηφίζει ακόμη ΣΥΡΙΖΑ, το κάνει χωρίς μεγάλη ελπίδα για ριζοσπαστική αλλαγή, κάτι που υπήρχε παντού στις τελευταίες εκλογές τον Ιανουάριο. Πολλοί από τους οπαδούς του είναι πεπεισμένοι ότι ο Τσίπρας μετά τις εκλογές θα δεχθεί έναν μεγάλο συνασπισμό με την συντηρητική Νέα Δημοκρατία – παρά τις έντονες διαβεβαιώσεις του κατά την διάρκεια του προεκλογικού αγώνα ότι δεν τίθεται τέτοιο θέμα. Ο Τσίπρας υπόσχεται να μετριάσει τους αυστηρούς όρους λιτότητας των δανειστών για την υπερχρεωμένη χώρα του. Ο Μεϊμαράκης υπόσχεται στους ψηφοφόρους του περισσότερη σταθερότητα. Και τα δύο κόμματα θα πρέπει όμως, ελλείψει εναλλακτικών, να εφαρμόσουν βασικά την πολιτική λιτότητας”, σημειώνει η εφημερίδα.
Η “Bild” περιορίζεται σε αναφορά των αριθμών που αφορούν την σημερινή εκλογική διαδικασία. “Σχεδόν δέκα εκατομμύρια κάτοικοι καλούνται, για δεύτερη φορά εντός του έτους να αποφασίσουν για την σύνθεση του κοινοβουλίου στην χώρα της ευρωκρίσης. Στις δημοσκοπήσεις φαινόταν μάχη στήθος με στήθος μεταξύ του παραιτηθέντος αριστερού Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και του συντηρητικού διεκδικητή Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Συνολικά διεκδικούν την ψήφο 14 κόμματα και πέντε συνασπισμοί”, γράφει.
Για “μάχη στήθος με στήθος” κάνει λόγο η εφημερίδα “Die Zeit” στην ηλεκτρονική της σελίδα και σημειώνει ότι η απόλυτη πλειοψηφία φαίνεται και για τα δύο κόμματα ανέφικτη. “Οι Έλληνες δεν εκφράζουν σήμερα μόνο την εμπιστοσύνη ή την δυσπιστία τους προς τον τέως Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Οι εκλογές θεωρούνται γενικά ως ένδειξη για την μελλοντική κοινωνική πολιτική και την πολιτική λιτότητας της υπερχρεωμένης χώρας. Οι δημοσκοπήσεις μιλούν για μάχη στήθος με στήθος μεταξύ του αριστερού κινήματος ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα και της Νέας Δημοκρατίας υπό την ηγεσία του Ευάγγελου Μεϊμαράκη (…) Μια απόλυτη πλειοψηφία 151 εδρών δεν φαίνεται εφικτή για κανένα από τα δύο κόμματα και για τον σχηματισμό κυβέρνησης θα είναι πιθανότατα απαραίτητος τουλάχιστον ένας κυβερνητικός εταίρος”, αναφέρει.
Το περιοδικό “Der Spiegel”, σε άρθρο γνώμης με θέμα τον περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας των κρατών στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, αναφέρει: “Η Ελλάδα ψηφίζει, αλλά έχει πραγματικά επιλογή η χώρα; Παντού στον κόσμο παριστάνουν τα κράτη ότι μπορούν να καθορίσουν τα ίδια τη μοίρα τους. Μια ψευδαίσθηση”, γράφει ο συντάκτης και συνεχίζει: “Ο Αλέξης Τσίπρας θέλει να παραμείνει πρωθυπουργός. Φυσικά. Θέλει να κερδίσει τις εκλογές. Αλλά, πράγματι, τι θέλει να την κάνει αυτή την εξουσία; Κάποτε υποσχέθηκε στους συμπολίτες του εθνική αυτονομία: ένας περήφανος λαός, ο οποίος καθορίζει μόνος τη μοίρα του. Αυτό δεν συνέβη. Στο τέλος δεν μένει ούτε για τον Τσίπρα κάτι άλλο από το να υποκύψει στις απαιτήσεις των πιστωτών της χώρας του. Εθνική κυριαρχία; Από αυτό δεν υπάρχει πια πολύ στην Ελλάδα”, εκτιμά ο αρθογράφος.
Και στην ιστοσελίδα της εφημερίδας “Frankfurter Allgemeine” υπάρχει συνεχής ροή ειδήσεων από την Ελλάδα, με μετάδοση των δηλώσεων των πολιτικών αρχηγών, αλλά και πολιτών στα εκλογικά κέντρα. Σε άρθρο γνώμης με τίτλο “Προσοχή, εύθραυστο!”, επισημαίνεται ότι πριν από τις εκλογές φαινόταν πολύ πιθανή μια κυβέρνηση συνασπισμού. “Αν ο Αλέξης Τσίπρας είναι άτυχος, τότε θα γίνει πάλι πρωθυπουργός – και το κόμμα του απειλείται με νέες δοκιμασίες”, γράφει ο συντάκτης.
Στην οικονομική εφημερίδα “Handelsblatt”, δημοσιεύεται εκτενής ανταπόκριση από την Αθήνα σχετικά με τις εκλογικές συνήθειες των Ελλήνων τα τελευταία 30 χρόνια. Σε ό,τι αφορά τις σημερινές εκλογές, σημειώνεται: “Τα δύο κόμματα βρίσκονταν τις τελευταίες εβδομάδες στις δημοσκοπήσεις στα ίδια επίπεδα. Στις τελευταίες όμως δημοσκοπήσεις που δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή έδειχναν πάλι ένα προβάδισμα μεταξύ 0,5 και 3%. Αυτό θα έπρεπε να κάνει τους δημοσκόπους επιφυλακτικούς και κάνει το στρατόπεδο του Τσίπρα αισιόδοξο: ήδη στις εκλογές τον Ιανουάριο ο ΣΥΡΙΖΑ τελικά είχε καθαρά περισσότερες ψήφους από ό,τι οι δημοσκόποι είχαν προβλέψει στις τελευταίες τους δημοσκοπήσεις πριν από την ψηφοφορία”, γράφει ο συντάκτης και συνεχίζει: “Οι εκλογές εξακολουθούν να προκαλούν αγωνία. Τόσο ανοιχτή ήταν μια εκλογική αναμέτρηση για τελευταία φορά στις 8 Απριλίου του 2000. Αυτή τη φορά θα μπορούσαμε πάλι να έχουμε μια μακρά νύχτα, διότι το θέμα δεν είναι μόνο ποιο από τα δύο μεγάλα κόμματα θα είναι μπροστά στο τέλος. Για την κατανομή των εδρών και τις πιθανές διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης είναι επίσης σημαντικό το ποια μικρά κόμματα τα οποία στις δημοσκοπήσεις βρίσκονται κοντά στο όριο του 3% θα καταφέρουν τελικά την είσοδο στη Βουλή. Κάποιοι ερευνητές θεωρούν πιθανή ακόμη και μια ισοπαλία. Τότε πιθανόν οι Έλληνες θα πρέπει ήδη στο τέλος Οκτωβρίου να ξαναπάνε στην κάλπη”.
Η εφημερίδα του Βερολίνου “Der Tagesspiegel”, αναφερόμενη στο “τι περιμένει το Βερολίνο από τις εκλογές”, επισημαίνει ότι η Καγκελάριος “επιδεικτικά δεν αναμίχθηκε στον προεκλογικό αγώνα – σε αντίθεση π.χ. με τον Πρόεδρο της Κ.Ο. της Αριστεράς (Die Linke) Γκρέγκορ Γκίζι, ο οποίος την Παρασκευή ήταν στην Αθήνα για να στηρίξει τον Αλέξη Τσίπρα”. Παραταύτα, συνεχίζει, μπορεί κανείς να υποθέσει ότι η Καγκελάριος εύχεται “καλή επιτυχία” στην συντηρητική Νέα Δημοκρατία. “Ένα καθαρό μήνυμα στέλνει ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μέσω του εκπροσώπου του, Μάρτιν Γιέγκερ: ‘Ό,τι έχει συμφωνηθεί για την Ελλάδα, είναι δεσμευτικό’. Με άλλα λόγια, όποιος και αν αναλάβει στην Ελλάδα την εξουσία, το κυβερνητικό πρόγραμμα υπάρχει ήδη. Είναι οι υποσχέσεις για λιτότητα και μεταρρυθμίσεις, τις οποίες ο Τσίπρας έδωσε το καλοκαίρι έπειτα από μεγάλη πίεση και τις οποίες η ελληνική Βουλή ψήφισε με μεγάλη πλειοψηφία. Τίποτα δεν φοβάται περισσότερο η γερμανική κυβέρνηση από μια κυβέρνηση στην Αθήνα η οποία θα θέλει να διαπραγματευτεί εκ νέου τμήματα του προγράμματος. Λέγεται ότι θα μπορούσε να γίνει συζήτηση το πολύ για ελαφρύνσεις του χρέους, αλλά μόνο όταν η πρώτη αξιολόγηση το φθινόπωρο θα πιστοποιήσει πρόοδο στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Για το SPD, αντιθέτως, είναι σχετικά αδιάφορο εάν θα είναι ο Τσίπρας ή ο Μεϊμαράκης επικεφαλής της νέας κυβέρνησης. Ο αντιπρόεδρος της Κ.Ο. Άξελ Σέφερ προειδοποιεί όμως, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών, το υπουργείο Οικονομικών του Σόιμπλε “να μην δείξει αλαζονεία και υπεροψία έναντι των Ελλήνων””.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ