Ο εθισμός της κυβέρνησης Τραμπ στο «μεγάλο ψέμα»

του Γκίντεον Ράχμαν *

Ο δημοσιογράφος του BBC γελούσε καθώς μετέδιδε τους ψευδείς ισχυρισμούς του Λευκού Οίκου για τον αριθμό των ανθρώπων που παρακολούθησαν την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά θα έπρεπε να κλαίει. Αυτό που βλέπουμε είναι η καταστροφή της αξιοπιστίας της αμερικανικής κυβέρνησης.

Το θέαμα των προφανών ψεμάτων που αραδιάζει ο Λευκός Οίκος είναι μια τραγωδία για την αμερικανική δημοκρατία. Πρέπει όμως να ανησυχήσει και ο υπόλοιπος κόσμος, ιδιαίτερα οι σύμμαχοι της Αμερικής. Ο εθισμός της κυβέρνησης Τραμπ στο «μεγάλο ψέμα» έχει πολύ επικίνδυνες συνέπειες για την παγκόσμια ασφάλεια.

Όπως ορθώς επισήμανε ο Ρόμπερτ Μουρ, ανταποκριτής του ΙΤΝ στην Ουάσινγκτον, «αν ο εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου λέει πράγματα που γνωρίζουμε ότι είναι ψέματα, γιατί να τον εμπιστευθούμε για τη Βόρεια Κορέα, τη Ρωσία, το Ιράν, τον πόλεμο εναντίον του Ισλαμικού Κράτους; Αυτό δεν είναι απλώς ένα καλό ερώτημα, είναι ένα ζωτικής σημασίας ερώτημα».

Διεθνείς κρίσεις συμβαίνουν σε κάθε αμερικανική προεδρία. Και η κυβέρνηση Τραμπ θα βρεθεί ασφαλώς αντιμέτωπη με πολλές κρίσεις, δεδομένου του επιθετικού χαρακτήρα του νέου προέδρου. Όταν εκδηλώνεται μια διεθνής σύγκρουση, οι ΗΠΑ παραδοσιακά ζητούν τη στήριξη των συμμάχων τους – στα Ηνωμένα Εθνη ή ακόμη και στο πεδίο των μαχών. Πώς η Αμερική όμως θα αποσπάσει υποστήριξη στην εποχή του Τραμπ αν οι σύμμαχοί της δεν πιστεύουν αυτά που λέει ο αμερικανός πρόεδρος και οι σύμβουλοί του;

Είναι αλήθεια ότι η αξιοπιστία της Αμερικής υπέστη σοβαρό πλήγμα όταν δεν βρέθηκαν όπλα μαζικής καταστροφής στο Ιράκ μετά την εισβολή του 2003. Οι περισσότεροι από τους φίλους της Αμερικής ήταν όμως διατεθειμένοι να δεχθούν ότι η κυβέρνηση έσφαλε με βάση ψευδή στοιχεία της αντικατασκοπείας, όχι ότι είπε ευθέως ψέματα για να στηρίξει τον πόλεμο. Τα τελευταία χρόνια, η κυβέρνηση Τραμπ έχει κάνει πολλά βήματα για να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της χώρας του.

Αλλά ο Τραμπ γκρεμίζει όλη αυτή τη δουλειά μέσα σε λίγες ημέρες. Και είναι φανερό ότι ανήκει σε μια διαφορετική κατηγορία ανέντιμων πολιτικών από εκείνη στην οποία ανήκε για παράδειγμα ο Ντικ Τσέινι, ο αντιπρόεδρος του υιού Μπους. Τα ψέματα του Τραμπ είναι τόσο πολλά και τόσο κατάφωρα, που κανείς δεν μπορεί να κάνει ότι δεν καταλαβαίνει.

Ορισμένοι μπορεί να υποστηρίξουν ότι ψέματα για τη συμμετοχή στην ορκωμοσία ή για τις εκθέσεις των μυστικών υπηρεσιών είναι μικρής σημασίας και θα επηρεάσουν κατ’ανάγκη την αξιοπιστία της κυβέρνησης Μπους σε θέματα πολέμου ή ειρήνης. Όμως η πολιτική σταδιοδρομία του Τραμπ είναι βαμμένη στο ψέμα από την αρχή. Ξεκίνησε με ένα ψέμα – ότι ο πρόεδρος Ομπάμα δεν γεννήθηκε στην Αμερική – και συνεχίστηκε έτσι.

Αν η κυβέρνηση Τραμπ καταστρέψει την αμερικανική αξιοπιστία, θα έχει χαρίσει στις κυβερνήσεις της Ρωσίας και της Κίνας μια νίκη ιστορικής σημασίας. Ο Ψυχρός Πόλεμος αφορούσε όχι μόνο την οικονομία και τη στρατιωτική ισχύ, αλλά και την αλήθεια. Ενας από τους λόγους που κατέρρευσε η Σοβιετική Ενωση ήταν πως επρόκειτο για ένα καθεστώς που στηριζόταν προφανώς στο ψέμα.

Η σύγχρονη Ρωσία έχει υιοθετήσει μια πιο εκλεπτυσμένη μορφή ανεντιμότητας. Το Κρεμλίνο του Βλαντίμιρ Πούτιν υποστηρίζει ότι όλοι λένε ψέματα και ότι ο Λευκός Οίκος δεν διαφέρει από το Κρεμλίνο.Η Ρωσία έχει σημειώσει κάποια πρόοδο με αυτή τη στρατηγική. Αλλά υπάρχουν όρια. Το Κρεμλίνο δεν μπόρεσε να αρνηθεί με πειστικό τρόπο ότι ουκρανοί αντάρτες χρησιμοποίησαν ρωσικά όπλα για να καταρρίψουν το αεροσκάφος των Μαλαισιανών Αερογραμμών το 2014. Το αποτέλεσμα ήταν να επιβληθούν περαιτέρω οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία.

Σε οποιαδήποτε μελλοντική μάχη όμως για την πραγματική εκδοχή των γεγονότων σε μια διεθνή κρίση, ο υπόλοιπος κόσμος δεν θα είναι πλέον διατεθειμένος να πιστέψει περισσότερο την Αμερική του Τραμπ από τη Ρωσία του Πούτιν.

Το να υπάρχει ένας ψεύτης στον Λευκό Οίκο είναι καταστροφικό όχι μόνο για την παγκόσμια ασφάλεια, αλλά και για την υπόθεση της δημοκρατίας σε όλο τον κόσμο. Μέχρι τώρα, οι διαφωνούντες στη Ρωσία, την Κίνα και άλλα αυταρχικά καθεστώτα μπορούσαν να δίνουν έναν μοναχικό και επικίνδυνο αγώνα για την αλήθεια δείχνοντας προς τη Δύση και υποστηρίζοντας ότι υπάρχει καλύτερος τρόπος. Μπορούσαν να πουν ότι τα ψέματα δεν είναι κανόνας και ότι «η αλήθεια θα μας χαρίσει την ελευθερία». Η λέξη ελευθερία δεν ακούστηκε όμως καθόλου στην ομιλία του Τραμπ μετά την ορκωμοσία του. Και ο αμερικανός πρόεδρος είναι προφανώς αδιάφορος για την αλήθεια.

Αν δεν μπορεί κάποιος να στηριχθεί στην αμερικανική κυβέρνηση για τα κανονικά κριτήρια εντιμότητας στην πολιτική, σε ποιον μπορεί να στηριχθεί; Η γερμανική κυβέρνηση δεν μπορεί να το κάνει μόνη της. Οι Βρετανοί έχουν μεγάλη ανάγκη από μια εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ, οπότε δεν θα πάρουν ρίσκα. Ο κίνδυνος εδώ είναι η Τερέζα Μέι να αγκαλιάσει υπερβολικά σφιχτά τον αμερικανό πρόεδρο στην επίσκεψη που θα του κάνει αυτή την εβδομάδα.

Οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες θα εξακολουθήσουν να αποτελούν παράδειγμα, αποδεικνύοντας ότι οι περισσότερες δυτικές χώρες δεν συμμερίζονται την προσέγγιση του Τραμπ για την αλήθεια. Όμως το μεγαλύτερο βάρος για την προστασία της αλήθειας – και κατά συνέπεια της δημοκρατίας – θα πέσει στους Αμερικανούς. Ο Τύπος θα πρέπει να δείξει θάρρος. Οι αμερικανικοί θεσμοί, από τα μέσα ενημέρωσης μέχρι το Κονγκρέσο και τα δικαστήρια, έχουν αποδείξει την ανεξαρτησία τους από τον Λευκό Οίκο. Τώρα θα δοκιμαστούν περισσότερο από ποτέ.

* Ο Γκίντεον Ράχμαν είναι αρθρογράφος των Financial Times


Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Exit mobile version