«Να γίνει γενναίο κούρεμα του ελληνικού χρέους, εάν όμως επιμηκυνθεί εκατό χρόνια και το επιτόκιο είναι μηδενικό, τότε θα είναι το ίδιο στην ουσία. Oι ελαφρύνσεις είναι ένας δρόμος, αλλά ο συνεπέστερος θα ήταν το κούρεμα και θα έρθει το αργότερο μετά τις γερμανικές εθνικές εκλογές. Η γερμανική κυβέρνηση δεν μπορεί να παραδεχτεί προεκλογικά ότι όλο αυτόν τον καιρό έλεγε ανοησίες» τονίζει στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στον Αντώνη Πολυχρονάκη, ο Ντιρκ Μίλερ, ο αποκαλούμενος Mr.Dax, ο οποίος εκτός από χρηματιστής, είναι ένας «αληθινός ποπ σταρ» όπως έγραψε η Sueddeutsche Zeitung.
Η επίσκεψη Ομπάμα στην Αθήνα δεν ξέρει «τι θα μπορούσε να φέρει περισσότερο, διότι η επικείμενη ελάφρυνση, ή το κούρεμα του χρέους έχει ούτως ή άλλως συμφωνηθεί με το ΔΝΤ, επειδή ακριβώς δεν είναι βιώσιμο. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μου και τις πληροφορίες μου έχει ήδη συμφωνηθεί προ πολλού στο παρασκήνιο”. Τη δυνατότητα χωρίς επενδύσεις την επέβαλε ο κ. Σόιμπλε είτε από από άγνοια, είτε έκανε λάθος εκτιμήσεις» αναφέρει.
Κατά τη γνώμη του, ο Τσίπρας έχει αλλάξει, διότι «αφενός υπόκειται σε πολιτικούς καταναγκασμούς και από την άλλη υπάρχει η τρομακτική πίεση την οποία ασκούν τα ισχυρά λόμπι. Αυτά τα πακέτα λιτότητας είναι μια σκέτη καταστροφή».
«Η Γερμανία, στη δική της κρίση, επένδυε αντί να κάνει λιτότητα και απαιτεί από την Ελλάδα το αντίθετο». Στην Ελλάδα «πρέπει να γίνουν επενδύσεις. Στη δεκαετία του ΄30 ο τότε καγκελάριος Χάινριχ Μπρούνιγκ με την πολιτική της αυστηρής λιτότητας κατέστρεψε την οικονομία με αποτέλεσμα την στροφή στον εθνικοσοσιαλισμό». Οι επενδύσεις στη χώρα μας «πρέπει να προέλθουν και να υποστηριχθούν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και από τις Βρυξέλλες. Βέβαια το να ενθαρρύνεις ιδιώτες να επενδύσουν χρειάζεται προετοιμασία, αλλά αυτό το οποίο γίνεται τώρα δεν λειτουργεί και μάλιστα με την προσφυγική κρίση, στην οποία η Ελλάδα αφέθηκε πρακτικά μόνη» λέει χαρακτηριστικά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Ντιρκ Μίλερ, ο οποίος είναι περιζήτητος από τα talk shows, προσκαλείται από τη Μπούντεσμπνακ να γνωμοδοτήσει και είναι και συγγραφέας.
Κατά τον Γερμανό χρηματιστή «θα ήταν πιο σκόπιμο να βγει σταδιακά η Ελλάδα και μερικές άλλες χώρες από την ευρωζώνη, υποστηριζόμενες παράλληλα από την ΕΕ. Αυτοί έκαναν το λάθος, θα πρέπει να βρουν και τη λύση για να το διορθώσουν» υπογραμμίζει και προσθέτει ότι φοβάται «ξεκάθαρα τη διάσπαση της Ευρώπης», λόγω της πολιτικής της λιτότητας και του ευρώ: «Η λάθος κατασκευή του ευρώ δημιούργησε τις εντάσεις. Τα διαφορετικά νομίσματα καθ΄ εαυτά δεν είναι κάτι κακό. Βοηθούν στο να εξισορροπούνται οι οικονομικές διαφορές μεταξύ των χωρών. Οι διαφορές υπάρχουν και δεν είναι απαραίτητο να γίνουν όλοι ίδιοι. Η Ελλάδα έχει διαφορετικές δομές, διαφορετικό τρόπο ζωής εδώ και αιώνες, η Γαλλία επίσης και δεν είναι κακό αυτό, το αντίθετο» τονίζει.
Το θέμα, στο οποίο αναφέρεται στο βιβλίο του Showdown (“Σύγκρουση”), -ότι δηλαδή οι ΗΠΑ προκάλεσαν την κρίση στην Ευρώπη, προκειμένου να ανακόψουν την αύξηση της επιρροής του ευρώ έναντι του δολαρίου και οι συντονισμένες επιθέσεις εναντίον της, ξεκίνησαν από τον αδύναμο κρίκο της ευρωζώνης, δηλαδή τη χώρα μας- λέει ότι «πλέον δεν παίζει κανένα μεγάλο ρόλο. Τότε η Ευρώπη αναπτυσσόταν ενωμένη και αυτό δεν άρεσε καθόλου στους Αμερικανούς οι οποίοι επιθυμούσαν τη διάσπασή της για να μην δημιουργηθεί ένας ισχυρός παίκτης και το κατάφερε. Την Ευρώπη την διαλύσαμε ήδη και επομένως ο στόχος επετεύχθη».
Για την αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου που υπάρχουν στην Ελλάδα, ως λύση για την κρίση -την οποία αναφέρει επίσης στο βιβλίο του- λέει ότι «εν τω μεταξύ άλλαξε ο κόσμος. Το 2014 οι ΗΠΑ αποφάσισαν να στραφούν σε άλλες μορφές ενέργειας. Η Ελλάδα έχει πάντως το πλεονέκτημα στο θέμα της ενέργειας, είτε πρόκειται για το φυσικό αέριο, είτε για την αιολική ή την ηλιακή ενέργεια. Εκεί θα μπορούσαν να γίνουν επενδύσεις». Για τις τυχόν αντιδράσεις της Τουρκίας επισημαίνει πως στο Αιγαίο «υπάρχουν και σημεία όπου θα μπορούσε να ξεκινήσει η εκμετάλλευση του φυσικού αερίου τα οποία δεν θα δημιουργούσαν πρόβλημα».
Για την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ θεωρεί ότι «στην πραγματικότητα, η μεγαλύτερη έκπληξη ήταν η αντίδραση των χρηματιστηρίων, διότι θα έπρεπε να υπολογίζει κανείς με μεγαλύτερες απώλειες» κάτι το οποίο «συνέβη βέβαια για μερικές ώρες». Προθέτει δε, ότι επειδή «οι ΗΠΑ είναι δημοκρατία, δεν είναι Τουρκία όπου ο Ερντογαν αποφασίζει μόνος του», ο Τραμπ «θα περιοριστεί από την πραγματικότητα του πολιτικού περιβάλλοντος», ενώ δεν νομίζει «ότι ο κόσμος έγινε πιο επικίνδυνος. Με την Κλίντον θα συνεχίζονταν οι πόλεμοι και η σύγκρουση με τη Ρωσία. Υπό τον Τραμπ αναμένω ότι θα υπάρξει μια ειρηνική εξέλιξη και αυτό θα έπρεπε να αρέσει στην Ευρώπη».
Πιστεύει ότι οικονομικές συνέπειες από την εκλογή Τραμπ «θα υπάρξουν κυρίως για την Κίνα. ‘Ημουν ανέκαθεν υπέρ της παγκοσμιοποίησης μεν αλλά με έντιμους όρους. Δεν μπορεί να παίζουμε μαζί και ο καθένας να έχει διαφορετικούς κανόνες. Γι αυτό δεν τα θεωρώ όλα όσα σχεδιάζει ο Τραμπ τόσο αρνητικά». Θα συμβούλευε μάλιστα την αγορά αμερικανικών μετοχών «διότι οι αμερικανικές εταιρείες υπό τον Τραμπ θα έχουν κέρδη». Για την Ευρώπη, όμως, δεν είναι «βέβαιος ότι θα είναι όλα αρνητικά».
Για το γεγονός ότι η Ευρώπη δεν έλαβε υπόψη της τη γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας και την καταστρέφει, λέει πως είναι πιθανόν να είναι τυφλή και προσθέτει πως «αυτό το οποίο λείπει είναι μια συνετή στρατηγική για μια δυνατή Ευρώπη και στην περίπτωση της Ελλάδας θα έπρεπε να την είχε υποστηρίξει σε ευρεία κλίμακα, να την αναπτύξει και να έχει βρεθεί μια λύση μαζί με τον λαό και όχι εναντίον του. Η Ευρώπη δεν το έκανε, αν και το μπορούσε οικονομικά. Η Ευρώπη αυτοδιαλύεται. Εξαρτιόμαστε πάρα πολύ από τις ΗΠΑ και δεν πρέπει να επιτρέπουμε στους Αμερικανούς να μας υπαγορεύουν τι θα κάνουμε και αυτό ισχύει και για Γερμανία. Οι Αμερικανοί δεν έχουν φυσικά κανένα συμφέρον να ισχυροποιηθεί η Ευρώπη και να αποτελέσει ανταγωνίστριά της. H Γερμανία είναι υποτελής στις ΗΠΑ. Η ενωμένη Ευρώπη είναι το μεγαλύτερο ειρηνικό εγχείρημα στην ήπειρό μας εδώ και αιώνες και είναι λυπηρό να καταστρέφεται».
«Τρεις μεγάλες δυνάμεις, οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα προσπαθούν να επεκτείνουν την επιρροή τους εξ ού και το ενδιαφέρον της τελευταίας για επενδύσεις στα ελληνικά λιμάνια. Και σε αυτό η Ελλάδα έχει δυνατότητες να διαπραγματευτεί. Εάν οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι δεν θελήσουν να την υποστηρίξουν, τότε μπορεί να πει θα συνεργαστούμε με τους Κινέζους. Η Ελλάδα έχει ένα πολύ καλό χαρτί στα χέρια της» καταλήγει.