Η βρετανική κυβέρνηση συνεχίζει να έχει ως στόχο της η επίσημη διαδικασία για την αποχώρηση από την ΕΕ να εκκινήσει έως τα τέλη Μαρτίου και δεν πιστεύει ότι η δικαστική απόφαση που απαιτεί την έγκριση του κοινοβουλίου θα διαταράξει αυτό το χρονοδιάγραμμα.
Εκπρόσωπος της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι δήλωσε σήμερα σε δημοσιογράφους ότι η κυβέρνηση υπήρξε σαφής ότι έχει την εξουσία να ενεργοποιήσει το Άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, βάσει του οποίου θα ξεκινήσουν συνομιλίες διάρκειας έως δύο ετών για την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ.
«Το σχέδιό μας παραμένει να ενεργοποιήσουμε το Άρθρο 50 έως τα τέλη Μαρτίου, πιστεύουμε ότι το χρονοδιάγραμμα θα το επιτρέψει αυτό», δήλωσε η εκπρόσωπος.
«Ο πλέον θεμελιώδης κανόνας του Συντάγματος του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ότι το Κοινοβούλιο είναι κυρίαρχο»
Μόνο το κοινοβούλιο έχει την εξουσία να δώσει το έναυσμα για τη διαδικασία του Brexit γνωστοποιώντας στις Βρυξέλλες την πρόθεση του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ενωση, σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτέρου Δικαστηρίου της Αγγλίας που απέρριψε το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης, η οποία δεν θεωρούσε αναγκαία αυτήν την κοινοβουλευτική διαδικασία.
Η απόφαση που αναγνώσθηκε από τον πρόεδρο του Δικαστηρίου Λόρδο Τόμας οφ Κούμγκιντ είναι πιθανόν να επιβραδύνει την πορεία της Βρετανίας προς την έξοδο και αποτελεί τεράστιο πλήγμα για την Τερέζα Μέι, η κυβέρνηση της οποίας επέμενε ότι έχει την απόλυτη εξουσία για να εκκινήσει τη διαδικασία του Brexit.
«Ο πλέον θεμελιώδης κανόνας του Συντάγματος του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ότι το Κοινοβούλιο είναι κυρίαρχο», είπε ο ΛόρδοςΤόμας οφ Κούμγκιντ κατά την ανάγνωση της απόφασης.
«Το Δικαστήριο δεν αποδέχεται το επιχείρημα που προέβαλε η κυβέρνηση. Δεν υπάρχει τίποτε στην Πράξη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων του 1972 που να το υποστηρίζει. Στην απόφαση του δικαστηρίου το επιχείρημα αντιβαίνει τόσο προς το γράμμα που χρησιμοποιείται από το Κοινοβούλιο στην Πράξη του 1972, όσο και προς τις θεμελιώδεις αρχές της κυριαρχίας του κοινοβουλίου και την απουσία οποιασδήποτε εξουσίας εκ μέρους του στέμματος να μεταβάλει εσωτερικό νόμο μέσω της άσκησης των προνομιών του».
Εάν δεν ανατραπεί κατά την εξέταση της έφεσης που υπέβαλε η κυβέρνηση στο Ανώτατο Δικαστήριο της Βρετανίας , η απόφαση απειλεί να ανατρέψει τη διαδικασία εξόδου που σχεδιάζει η κυβέρνηση, αφού θα πρέπει να τεθεί υπό τον πλήρη έλεγχο του Κοινοβουλίου.
Σύμφωνα με το επιχείρημα της κυβέρνησης, «η εξουσία της κυβέρνησης νομιμοποιείται να εφαρμόσει τη βούληση του λαού», που εκφράσθηκε με το δημοψήφισμα υπέρ της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
«Η κυβέρνηση δεν έχει εξουσία στο πλαίσιο των προνομιών του στέμματος να προβεί σε επίκληση του Αρθρου 50 για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ», σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτέρου Δικαστηρίου.
«Η βρετανική κυβέρνηση είναι απογοητευμένη από την απόφαση του δικαστηρίου. Η χώρα ψήφισε υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ενωση σε ένα δημοψήφισμα που εγκρίθηκε με ενέργειες του Κοινοβουλίου. Η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να σεβασθεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος», δήλωσε στο βρετανικό κοινοβούλιο ο υπουργός Εμπορίου Λίαμ Φοξ.
«Η απόφαση αυτή εγείρει ένα σημαντικό και περίπλοκο νομικό ζήτημα και οφείλουμε να το εξετάσουμε προσεκτικά, πριν αποφασίσουμε πώς θα προχωρήσουμε», πρόσθεσε.
Με τη μεταβίβαση της ευθύνης για την εκκίνηση της διαδικασίας του Brexit στο Κοινοβούλιο, οι δικαστές του Ανώτερου Δικαστηρίου της Αγγλίας μεταφέρουν την υπόθεση σε συνταγματικώς μη δοκιμασμένο έδαφος, σχολιάζει η εφημερίδα The Guardian. Η νομική διαμάχη αφορά το Αρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας το οποίο προβλέπει ότι οποιαδήποτε χώρα μέλος έχει τη δυνατότητα να αποχωρήσει «σύμφωνα με τις δικές της συνταγματικές ρυθμίσεις», σε μία αόριστη φρασεολογία που επιτρέπει και στις δύο πλευρές να προωθούν τις δικές τους ερμηνείες.
Η απόφαση είναι πιθανόν ότι θα αποδυναμώσει την εξουσία της πρωθυπουργού να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις στην πορεία προς την έξοδο.