Κλίντον και Τραμπ στο «ζύγι» της Wall Street

Εξήντα πέντε μόλις μέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές της 8ης Νοεμβρίου η Wall Street περιμένει εναγωνίως να μάθει τον διάδοχο του Μπαράκ Ομπάμα στο οβάλ γραφείο, με τους κλάδους που δίνουν ώθηση στην «ατμομηχανή» της παγκόσμιας οικονομίας να έχουν χωριστεί σε δύο… στρατόπεδα.

Από τη μια λιανεμπόριο, εστίαση, ενέργεια και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες «ψηφίζουν»Ντόναλντ Τραμπ και από την άλλη περιβάλλον, κατασκευές και μικρομεσαίοι συντάσσονται με τη Χίλαρι Κλίντον. Οι συζητήσεις για τον επόμενο «πλανητάρχη» κυριολεκτικά έχουν πάρει… φωτιά, ενώ διάχυτη είναι η αβεβαιότητα που τις περικλείει.

Τα μάτια των αγορών, όχι μόνο των αμερικανικών αλλά ολόκληρης της υφηλίου, έχουν εστιάσει στα οικονομικά προγράμματα των δύο «μονομάχων», καθώς από την πολιτική που θα ακολουθήσει στο συγκεκριμένο πεδίο ο νικητής θα καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό και η πορεία της παγκόσμιας οικονομίας.

Κλίντον ή Τραμπ; Αν και οι τελευταίες δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι η υποψήφια του Δημοκρατικού Κόμματος για την προεδρία διατηρεί προβάδισμα αρκετών μονάδων έναντι του Ρεπουμπλικάνου αντιπάλου της οι επενδυτές παραμένουν συγκρατημένα… αισιόδοξοι, ψηφίζοντας ωστόσο με ιδιαίτερη θέρμη και σθένος «υπέρ» της πρώην «Πρώτης Κυρίας» των Ηνωμένων Πολιτειών.

Οπως, εξάλλου, έχουν δηλώσει αναλυτές: «Στην αγορά δεν αρέσει η αβεβαιότητα. Για αρκετούς επενδυτές, η Χίλαρι Κλίντον είναι σαν τον διάβολο που γνωρίζουν. Ομως προτιμούν τον διάβολο που γνωρίζουν από έναν άλλον… άγνωστο διάβολο» αναφέρει το Έθνος.


Μιλώντας πρόσφατα από το Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν για τα οικονομικά του πλάνα ο Ντόναλντ Τραμπ εξήγγειλε την εφαρμογή μορατόριουμ για τη νομοθεσία που έχει ψηφιστεί, επανέλαβε την πρόθεσή του για την επαναδιαπραγμάτευση της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου για τη Βόρεια Αμερική (NAFTA) που φέρει την υπογραφή του Μπιλ Κλίντον από το 1994, αλλά και την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου για τον Ειρηνικό (TPP) που υποστηρίζει ο πρόεδρος Ομπάμα.

Συγκεκριμένα, έχει δεσμευτεί με την επαναδιαπραγμάτευση ή ακόμη και την κατάργηση της NAFTA όπου συμμετέχουν οι ΗΠΑ, το Μεξικό και ο Καναδάς, παρομοιάζοντάς τη μάλιστα με «φονιά της απασχόλησης στις Ηνωμένες Πολιτείες», ενώ όπως είπε αποτελεί ένα από τα χειρότερα κληροδοτήματα της διακυβέρνησης του Μπιλ Κλίντον.

Δήλωσε επίσης ότι θα παρακάμψει τη Συνεργασία του Ειρηνικού (Trans-Pacific Partner­ship) που έχει προτείνει η κυβέρνηση Ομπάμα για να επεκτείνει τη NAFTA με εννέα ακόμη χώρες. Ο 69χρονος μεγιστάνας του real estate έχει επίσης υποσχεθεί ότι θα είναι σκληρός απέναντι στην Κίνα, στο Μεξικό και στην Ιαπωνία, με στόχο «να κερδηθεί εκ νέου η εμπορική μάχη».

Για τις θέσεις του αυτές οικονομικοί και πολιτικοί αναλυτές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, διαβλέποντας ένα ανησυχητικό «κύμα» προστατευτισμού, καθώς φοβούνται ότι θα μπορούσε να ξεσπάσει ένας νέος εμπορικός «πόλεμος» στην περίπτωση που ο Τραμπ επιβάλει δασμούς 45% στα κινεζικά προϊόντα. Γεγονός που θα επέφερε μια νέα παγκόσμια οικονομική κρίση…

Ο Τραμπ, εξήγγειλε τη μείωση του φόρου των εταιρειών από το 35% στο 15%, αλλά και τη μείωση των ορίων της φορολογίας εισοδήματος. Τόνισε ότι μέσω αυτού του μέτρου οι ΗΠΑ θα επωφεληθούν τρισ. δολάρια, καθώς πολλές επιχειρήσεις θα επιστρέψουν από το εξωτερικό στο οποίο έχουν μεταφέρει τις έδρες τους λόγω της υψηλής φορολογίας. Στους κερδισμένους, από τη μείωση της φορολογίας, εκτιμάται ότι θα είναι το λιανικό εμπόριο και ο κλάδος της εστίασης, καθώς θα αυξηθεί η κατανάλωση.

Υποσχόμενος να καταργήσει την υπερβολική, όπως είπε, φορολόγηση των επιχειρήσεων η οποία εφαρμόζεται από την κυβέρνηση Ομπάμα -και που η Χίλαρι Κλίντον επιθυμεί να συνεχίσει- ο Τράμπ έχει δηλώσει ότι θέλει «οι δουλειές και ο πλούτος να παραμείνουν στην Αμερική».

Ενα βασικό μέρος του οικονομικού οράματος του Τραμπ είναι να περιορίσει τους κανονισμούς για τις τράπεζες ενώ και τα επιτόκια αναμένεται να είναι υψηλότερα σε περίπτωση προεδρίας του. Ειδικότερα, θέλει να καταργήσει τον Ντοντ – Φρανκ, τον νόμο για τον «έλεγχο» των μεγάλων τραπεζών που ο Ομπάμα υπέγραψε μετά την οικονομική κρίση του 2008. O νόμος είχε ως στόχο τη μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος με αυστηρότερους όρους κεφαλαιακής επάρκειας, ενώ προέβλεπε περιορισμούς στις επενδύσεις των τραπεζών σε κερδοσκοπικά κεφάλαια και προϊόντα υψηλού ρίσκου. Ακόμη, αυξήθηκε το επίπεδο των εγγυημένων καταθέσεων στα 250.000 δολάρια και δημιουργήθηκε μία νέα ομοσπονδιακή ειδική υπηρεσία για την προστασία των καταναλωτών.

Επίσης ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι θέλει να «απελευθερώσει» τη δυναμική της Αμερικής στην ενέργεια.

Μπλόκο

Η Κλίντον έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις που έχουν ως στόχο να αποτρέψουν τη διαφυγή των κερδών των αμερικανικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Τα μέτρα αυτά θα περιλαμβάνουν έναν «φόρο εξόδου», που θα επιβαρύνει όσες επιχειρήσεις επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν το «παραθυράκι» στο αμερικανικό σύστημα, γνωστό ως tax inversion (φορολογική αντιστροφή), το οποίο τους δίνει το δικαίωμα να μεταφέρουν τη νομική τους έδρα σε διάφορα μέρη του πλανήτη που θεωρούνται «φορολογικοί παράδεισοι».

Ο «φόρος εξόδου» θα επιβαρύνει εταιρείες όπως η Pfizer που έχουν μεταφέρει την έδρα τους στο εξωτερικό για να επωφεληθούν από την ευνοϊκότερη φορολογία.

Οπως η ίδια έχει υποστηρίξει, το όριο των μετοχών που μπορεί να μεταβιβάσει μια αμερικανική εταιρεία σε έναν ξένο ιδιοκτήτη για να εξασφαλίσει φορολογικές ελαφρύνσεις πρέπει να αυξηθεί από 20 σε 50%.

Για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις τα σχέδιά της περιλαμβάνουν απλοποίηση και περικοπή φόρων, κάτι που θα οδηγήσει σε προσλήψεις και ενίσχυση της κερδοφορίας τους.

Σε ατομικό επίπεδο το σχέδιό της προβλέπει επιβάρυνση 4% των φορολογουμένων με υψηλά εισοδήματα και φορολογικό συντελεστή 43,6% στα εισοδήματα άνω των 5 εκατ. δολαρίων.

Εχει επίσης ζητήσει αυστηρότερους κανονισμούς λειτουργίας της χρηματαγοράς, προκρίνοντας αναδιαρθρώσεις, συγχωνεύσεις και «σπάσιμο» των πολύ μεγάλων τραπεζών, hedge funds και άλλων χρηματοοικονομικών οργανισμών. Σύμφωνα με το πρόγραμμά της οι τράπεζες ανάλογα με το μέγεθός τους θα πρέπει να καταβάλλουν ένα ειδικό τέλος που θα αξιοποιηθεί στην περίπτωση που ξεσπάσει μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση. Προβλέπεται ακόμη η κατάργηση των μπόνους των «γκόλντεν μπόις» στις περιπτώσεις που οι τράπεζες ανακοινώνουν ζημιές. Η Κλίντον έχει, επίσης, ταχθεί υπέρ της αύξησης των κονδυλίων στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ιδιαίτερα στην αιολική) και στον κατασκευαστικό κλάδο.

Αναλυτές της Citigroup σχολιάζουν πως παρά τις ανησυχίες που διατυπώνονται στη Γουόλ Στριτ για την αλλαγή σκυτάλης, η αμερικανική αγορά αντιδρά για την ώρα ψύχραιμα. Ισως επειδή έχει προεξοφλήσει πως η 68χρονη Κλίντον θα είναι η μεγάλη νικήτρια των επικείμενων εκλογών.

«Η Χίλαρι μοιάζει η αγαπημένη της αγοράς. Οι επενδυτές εμφανίζονται πρόθυμοι να πορευθούν μαζί της» εξηγούν.

Επίσης, στελέχη της UBS συμφωνούν ότι οι αγορές σε γενικές γραμμές θα τα πάνε καλύτερα υπό μία προεδρία Κλίντον. Οπως εξηγούν, εάν υπερισχύσει στις εκλογές ο Τραμπ, οι φορολογικές ελαφρύνσεις θα συνδυαστούν με πολιτικές που θα προκαλέσουν ανησυχία στις επιχειρήσεις. Αλλωστε, έκδηλη είναι η ανησυχία ότι θα ξεκινήσει έναν εμπορικό πόλεμο, ο οποίος θα πλήξει τις Αμερικάνους εξαγωγείς.

Επίσης, εάν προχωρήσει στο κλείσιμο των συνόρων θα περιοριστεί η μετανάστευση σε σημείο που οι επιχειρήσεις δεν θα μπορούν να έχουν τους εργαζομένους που χρειάζονται.

Επιπλέον, οι πολιτικές του αναμένεται να ενισχύσουν σημαντικά το χρέος των ΗΠΑ.

«Κούρεμα» χρέους

Σε συνέντευξή του στο δίκτυο CNBC ο Τραμπ έκανε αναφορά στο σχέδιό του για τη διαχείριση του χρέους εάν εκλεγεί πρόεδρος: να δανειστεί και -εάν υπάρξουν προβλήματα- να ζητήσει κούρεμα.

Οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι μια τέτοια κίνηση θα ήταν καταστροφική για την Αμερική, καθώς θα τρομοκρατούσε τους επενδυτές, οι οποίοι είναι πάντοτε αυτοί που δίνουν ώθηση στην παγκόσμια οικονομία. Με τις πολιτικές Τραμπ ολοένα και περισσότερα χρήματα των Αμερικανών φορολογουμένων θα κατέληγαν στην αποπληρωμή του χρέους.

Κατά τους αναλυτές της UBS, το καλύτερο σενάριο για τους επενδυτές είναι να κερδίσει η Κλίντον την προεδρία και οι Ρεπουμπλικάνοι να διατηρήσουν τον έλεγχο τουλάχιστον της Βουλής των Αντιπροσώπων. Και αυτό διότι μια κυριαρχία των Δημοκρατικών στον Λευκό Οίκο και στη Βουλή θα προκαλέσει έναν από τους μεγαλύτερους «πονοκεφάλους» για όλες τις επιχειρήσεις.

Exit mobile version