Ο ιταλικός Τύπος κάνει εκτενή αναφορά στην αμερικανική ψήφο και στις αιτίες που οδήγησαν στην απρόσμενη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. «Το 1994 ήταν η σειρά του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, μια λάιτ έκδοση, σε στυλ σκαπανέα, ενώ σήμερα ζούμε την επανάληψη, με τον επιχειρηματία αυτόν ο οποίος βρυχάται και μόλις εξελέγη πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών», γράφει ο Βίρμαν Κουζέντσα, διευθυντής της εφημερίδας της Ρώμης Il Messaggero.
Σύμφωνα με τον Κουζέντσα όμως, «το να προσφεύγουμε πάντα σε γενικεύσεις και σχήματα της παλιάς πολιτικής» κάποιες φορές είναι επικίνδυνο και «πρέπει να προσπαθούμε να το αποφεύγουμε».
Σε ανταπόκρισή της από την Νέα Υόρκη, με την υπογραφή του Φεντερίκο Ραμπίνι, η εφημερίδα La Repubblica επικεντρώνεται στις αντιδράσεις και στις διαμαρτυρίες, λίγες ώρες μετά την ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας:
«Οι νέοι είναι οι πρωταγωνιστές των διαμαρτυριών, οι οποίες δεν έχουν οργανωθεί από το Δημοκρατικό Κόμμα, ως μια ενδεχόμενη ρεβανς μετά την εκλογική ήττα», γράφει ο Ραμπίνι.
Ο έμπειρος Ιταλός αναλυτής θεωρεί όμως πως «οι νέοι αυτοί δείχνουν να ξυπνούν με καθυστέρηση, να εκδηλώνουν μια ξαφνική ανησυχία, τώρα που βρίσκονται αντιμέτωποι με το άγνωστο μέλλον της Αμερικής του Τραμπ». «Είναι οι νέοι, όμως», συμπληρώνει, «που πριν δυο ημέρες πρόδωσαν την Χίλαρι Κλίντον, με συμμετοχή στην ψήφο, σαφώς χαμηλότερη απ΄ότι αναμενόταν».
O Έτσιο Μάουρο, σχολιαστής και επί δυο δεκαετίες διευθυντής της La Repubblica, θεωρεί ότι «κέρδισε ο θυμός των ξεχασμένων», διότι «οι ξεχασμένοι άνθρωποι είναι ο νέος άγνωστος Θεός της Αμερικής, τον οποίο ο Τραμπ κατάφερε να βγάλει από το σκοτάδι της περιφρόνησης και να φέρει στο προσκήνιο, σημαίνοντας τις καμπάνες της δικής του απελευθέρωσης».
«Όταν η εργασία δεν προσφέρει αυτό που κανείς θα περίμενε, δεν υπάρχει πλέον ο κοινωνικός ρόλος που συνδέεται με την δουλειά μας και ούτε η αυτογνωσία -με τις υποχρεώσεις προς την οικογένειά μας- τότε νιώθεις πως η πολιτική σε έχει εγκαταλείψει ή και κάτι περισσότερο. Ότι σε έχουν αποβάλει από το σύστημα, ότι σε διώχνουν», γράφει ο Μάουρο αναφερόμενος στην κοινωνική πραγματικότητα που εκμεταλλεύθηκε ο Τραμπ για να κερδίσει την μάχη για τον Λευκό Οίκο.
O διευθυντής της εφημερίδας La Stampa Μαουρίτσιο Μολινάρι υπογραμμίζει στην ανάλυσή του ότι πρόκειται για τη «νίκη της άσπρης φυλής». Μια φυλή η οποία «θεωρεί πως τα οικονομικά δικαιώματα αξίζουν περισσότερο από τα κοινωνικά, δεν ενοχλείται από τις χυδαιότητες του Τραμπ και ελπίζει συγχρόνως να αναστήσει “την παλιά, προπατορική Αμερική”».
Ο Μολινάρι πάντως θεωρεί ότι πρέπει έστω να αναλύσει και να παρακολουθήσει κανείς το φαινόμενο αυτό με μεγάλη προσοχή χωρίς εύκολες ειρωνικές προσεγγίσεις, και υπογραμμίζει σχετικά:
«από την στιγμή που η Αμερική είναι μια επαναστατική χώρα, στην οποία ο λαϊκισμός επiκράτησε ήδη με την εκλογή του ‘Αντριου Τζάκσον το 1829, πρόκειται για φαινόμενο το οποίο αξίζει σεβασμό και από όποιον δεν το συμμερίζεται. Ακόμη περισσότερο, από την στιγμή που μας αφορά από κοντά, διότι έχει πολλές ομοιότητες με την δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η μέση αστική τάξη μετά το Βrexit, η οποία τροφοδοτεί μια ετερογενή σειρά κινημάτων διαμαρτυρίας, από την Γαλλία, μέχρι την Γερμανία και την Ιταλία».