Στο ενδεχόμενο να αποχωρήσει από τη ζώνη του ευρώ αναφέρεται δημοσίευμα της ισπανικής οικονομικής εφημερίδας Expansion, στο οποίο τονίζεται ο ρόλος – κλειδί που διαδραματίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Ο κύριος φόβος, σημειώνεται, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, επικεφαλής του οποίου είναι ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος προτείνει αναδιάρθρωση του χρέους, εθνικοποίηση των δημόσιων επιχειρήσεων και καταπολέμηση της ανεργίας με τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης στο Δημόσιο.
Αν και όπως επισημαίνεται, υπάρχει μια επίμονη πραγματικότητα, δεν υπάρχει κάποιος μηχανισμός στην Ε.Ε. που να προβλέπει την αποβολή μιας χώρας – μέλους από το ευρώ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα μπορούσε, κυριολεκτικά, να αφήσει την Ελλάδα χωρίς ευρώ.
Σε δηλώσεις του στην εφημερίδα, ο διευθυντής της δεξαμενής σκέψης Bruegel, B. Wolff, σημειώνει ότι φυσικά και είναι πιθανό ένα σενάριο αντιπαράθεσης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια επικίνδυνη κατάσταση εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, συμπληρώνοντας ότι αν τα πράγματα εξελιχθούν στραβά, αυτό μπορεί να συμβεί.
Ο Wolff σκιαγραφεί δύο σενάρια, στα οποία η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει ρόλο – κλειδί.
Όπως αναφέρει, «θα μπορούσε να υπάρξει μια ευρείας κλίμακας φυγή τραπεζικών καταθέσεων, που θα οδηγούσε την ΕΚΤ να αρνηθεί να παράσχει ρευστότητα στα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα».
Αυτό, προσθέτει, θα υποχρέωνε την επιβολή ελέγχου κεφαλαίου, η οποία θα είχε τρομερές επιπτώσεις, το διεθνές εμπόριο θα σταματούσε και οι πολίτες δεν θα μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στις καταθέσεις τους.
Η άλλη επιλογή, σημειώνει ο B. Wolff, θα ήταν η Ελλάδα να αποφασίσει μονομερώς μη πληρωμή του χρέους (η Αθήνα χρωστά σε Ε.Ε. και ΔΝΤ 240 δισ. ευρώ).
Οι άλλοι εταίροι δεν θα τη θεωρούσαν αξιόπιστο εταίρο και η ΕΚΤ θα έλεγε, βάσιμα, στην Ελλάδα ότι δεν μπορεί να συνεχίσει να εμπιστεύεται το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, που σημειωτέον εξαρτά τη χρηματοδότησή του από την ΕΚΤ για να λειτουργήσει, και επομένως θα ήταν εκ των πραγμάτων έξω από το ευρώ, «με μια καρέκλα στην ΕΚΤ, όμως χωρίς ευρώ», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Από τη στιγμή αυτή και έπειτα, σημειώνει ο διευθυντής της δεξαμενής σκέψης Bruegel, η Ελλάδα θα έπρεπε να ξεκινήσει την εκτύπωση νέων δραχμών για να μπορέσει να πληρώσεις τους δημοσίους υπαλλήλους της.
Όλα θα συνέβαιναν στα ξαφνικά, τονίζει.
Ο οικονομολόγος Jonathan Tepper, ιδρυτής της εταιρείας μακροοικονομικής ανάλυσης Variant Perception, περιέγραψε αυτό το υποθετικό σενάριο στο δοκίμιό του με τίτλο «Βασικό εγχειρίδιο μιας διάλυσης του ευρώ».
Όπως αναφέρει, «κάθε έξοδος από το ευρώ πιθανότατα θα συμβεί αμέσως […] Θα γινόταν με μια ανακοίνωση κατά τη διάρκεια ενός σαββατοκύριακου και θα επιβάλλονταν έλεγχοι κεφαλαίου».
Αυτό που θα συνέβαινε εν συνεχεία, βραχυπρόθεσμα, δεν θα ήταν καθόλου καλό: μετατροπή των τραπεζικών καταθέσεων και των οφειλών στο νέο νόμισμα, το οποίο θα υποτιμούνταν αμέσως στις αγορές, οι εισαγωγές θα γίνονταν ακριβότερες, ο πληθωρισμός θα αυξανόταν, με άμεσο διατρέχοντα κίνδυνο τον υπερπληθωρισμό.
Όμως, δεν θα τελείωναν όλα εδών.
Ένα από τα κύρια πλεονεκτήματα που σύμφωνα με τους επικριτές του ευρώ θα είχε ένα Grexit, η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας μέσω της υποτίμησης, θα ήταν δύσκολο να εφαρμοστεί στην προκειμένη περίπτωση.
Όπως επισημαίνει σχετικά ο διευθυντής της δεξαμενής σκέψης Κέντρο Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής (CEPS), Daniel Gros, «το επιχείρημα ότι ένα νέο νόμισμα είναι απαραίτητο για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας δεν μπορεί πλέον να εφαρμοστεί, δεδομένου ότι οι μισθοί έχουν μειωθεί αρκετά […] Το γεγονός ότι οι ελληνικές εξαγωγές δεν έχουν αυξηθεί εξακολουθεί να παραμένει ένα μυστήριο, δεδομένου ότι οι μισθοί και τα έξοδα έχουν μειωθεί κατά 20% σε σχέση με τη Γερμανία».
Παράλληλα, ο Θεόδωρος Πελαγίδης, αναλυτής της δεξαμενής σκέψης Brookings, σημειώνει ότι το πρόβλημα δεν ήταν το κόστος, αλλά το ελληνικό πολιτικό και οικονομικό σύστημα.
«Η τρόικα έχει κάνει ελάχιστα για να ανοίξουν οι αγορές σε έναν ελεύθερο, υγιή και διαφανή διαγωνισμό, για να δώσει μια πραγματική ευκαιρία στη νέα μεσαία τάξη».
Όπως σημειώνεται, η ιστορία πλέον επαναλαμβάνεται.
Τον Φεβρουάριο του 2010 η Ελλάδα αποκαλύφθηκε ότι έδινε ψεύτικα στοιχεία για το έλλειμμα και η αναγκαιότητα για το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης ήταν εμφανής.
Αργότερα, το 2011, ακολούθησε ένα δεύτερο και μετά ένα εθελοντικό κούρεμα του δημοσίου χρέους που βρίσκεται στα χέρια του ιδιωτικού τομέα.
Τέλος, στις 17 Ιουνίου του 2012 ακολούθησαν γενικές εκλογές, στις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ, που υποσχέθηκε τη μη τήρηση των όρων των προγραμμάτων διάσωσης, είχε πραγματική πιθανότητα να κερδίσει.
Εκείνη τη νύχτα των εκλογών, η Ελλάδα ήταν πραγματικά στα πρόθυρα να αφήσει το ευρώ, καθώς είτε κέρδιζε ο ΣΥΡΙΖΑ είτε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ φαινόταν ότι θα απέρριπταν το πρόγραμμα.
Αυτή τη φορά το μέλλον της Ελλάδας και πάλι να συνδέεται με τις εκλογές.
Μόλις πέντε ημέρες πριν από τη διεξαγωγή τους, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ο νικητής, ακολουθούμενος στενά από τη Νέα Δημοκρατία, το κυβερνών κόμμα.
Η έξοδος όμως της Ελλάδας από το ευρώ δεν εξαρτάται από το αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίσει ή όχι, αλλά από τις πολιτικές που θα υιοθετηθούν από τη στιγμή που θα αναλάβει την εξουσία.