Οι τέσσερις μεγάλες ελεγκτικές εταιρείες (Big Four) ετοιμάζουν σχέδια εκτάκτου ανάγκης για διαχωρισμό των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους στο Ηνωμένο Βασίλειο, μία επιλογή για την οποία πιέζουν αυξανόμενα πολιτικοί και ρυθμιστικές αρχές για να λύσουν συγκρούσεις συμφερόντων στον κλάδο.
Η πίεση στις τέσσερις εταιρείες που κυριαρχούν τον τομέα -ΚPMG, Deloitte, EY και PwC- να προετοιμαστούν για αναγκαστικό διαχωρισμό έχει αυξηθεί μετά τις καταρρεύσεις εταιρειών υψηλού προφίλ, που έχουν θέσει σε αμφισβήτηση την ποιότητα της δουλειάς τους και ως ελεγκτές και ταυτόχρονα σύμβουλοι στις μεγαλύτερες εταιρείες του Ηνωμένου Βασιλείου.
Διευθυντικά στελέχη τις τέσσερις αλλά και τις επόμενες μεγαλύτερες ελεγκτικές εταιρείες του Ηνωμένου Βασιλείου, Grant Thornton και BDO, είπαν ότι έχουν σχέδια για δυνητικό διαχωρισμό, σε περίπτωση που οι ρυθμιστικές αρχές τις αναγκάσουν να διαχωρίσουν τον έλεγχο από τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.
Κοινοβουλευτική έκθεση αυτής της εβδομάδας προέτρεψε την επιτροπή ανταγωνισμού να εξετάσει τον διαχωρισμό των τεσσάρων, λέγοντας ότι λειτουργούσαν σαν ένα «κλαμπ που δεν είναι σε θέση να παράσχει τον απαιτούμενο βαθμό ανεξαρτησίας που χρειάζεται». Ακολούθησε μία έρευνα για την κατάρρευση του αναδόχου κρατικών έργων, Carillion, τον Ιανουάριο.
Η έρευνα τροφοδότησε την έντονη κριτική προς την KPMG και την Deloitte, της εξωτερικής και εσωτερικής ελεγκτικής εταιρείας αντίστοιχα της Carillion τα τελευταία 19 χρόνια αλλά και τις EY και PwC, που είχαν διάφορους συμβουλευτικούς ρόλους.
Ένα σενάριο διαχωρισμού θα περιείχε δύο επιλογές: Ή να αναγκάσει κάθε μεγάλη εταιρεία να χωριστεί σε δύο μικρότερες εταιρείες· ή να τις αναγκάσει όλες να αφήσουν τις συμβουλευτικές εργασίες για να δημιουργήσουν αποκλειστικά ελεγκτικές επιχειρήσεις. Αυτή η δεύτερη επιλογή υποστηρίχθηκε από τον Stephen Haddrill, επικεφαλής της επιτροπής λογιστικών ελέγχων, τον Φεβρουάριο, ως μία δυνητική συνταγή για την έλλειψη ανταγωνισμού στην αγορά.
Ο Bill Michael, πρόεδρος της επιχείρησης της KPMG στο Ηνωμένο Βασίλειο, είπε ότι η εταιρεία του σκέφτεται σενάρια διαχωρισμού «εδώ και κάποιο καιρό», καθώς το τρέχον μοντέλο των επιχειρήσεων για τις τέσσερις μεγάλες ελεγκτικές εταιρείες -που παράγουν ένα αυξανόμενο μερίδιο των εσόδων τους από τη συμβουλευτική- είναι «μη βιώσιμο».
«Είμαστε ολιγοπώλιο – αυτό είναι αναμφισβήτητο», είπε. «Δεν μπορώ να πιστέψω ότι ο κλάδος θα είναι ο ίδιος [στο μέλλον]. Πρέπει να μειώσουμε το επίπεδο των συγκρούσεων συμφερόντων και… να δείξουμε γιατί είναι διαχειρίσιμες και γιατί το κοινό και όλοι οι μέτοχοι πρέπει να μας εμπιστεύονται».
Η PwC είπε ότι είχε «τεκμηριωμένο σχέδιο επιχειρηματικής συνέχειας, το οποίο καλύπτει ένα εύρος σεναρίων που θα μπορούσαν να απειλήσουν την ύπαρξη της εταιρείας». Η ΕΥ δήλωσε: «Δουλεύοντας παράλληλα με τις ρυθμιστικές αρχές και τους υπεύθυνους προτύπων, το επάγγελμα μπορεί να εξελιχθεί για να υπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τις ανάγκες των επιχειρήσεων, των επενδυτών και των μετόχων».
Η BDO, η έκτη μεγαλύτερη ελεγκτική εταιρεία του Ηνωμένου Βασιλείου, έχει αναπτύξει ενδεχόμενα σχέδια σε περίπτωση που οι ρυθμιστικές αρχές αποφασίσουν να «περιχαρακώσουν» τις εργασίες ελεγκτικής.
Έχει επίσης σχέδια για την περίπτωση που οι ρυθμιστικές αρχές αποφασίσουν ότι οι οντότητες «δημοσίου συμφέροντος» – εισηγμένες εταιρείες και συστημικά σημαντικοί οργανισμοί – θα πρέπει να ελέγχονται από ελεγκτικές εταιρείες και μόνο. Σε αυτό το σενάριο, η BDO θα άφηνε τους 232 εισηγμένους πελάτες της.
Άλλα ανώτερα στελέχη στις κορυφαίες έξι εταιρείες ανησυχούν βαθιά ότι ο αναγκαστικός διαχωρισμός των επιχειρήσεων τους θα προκαλούσε σημαντική διαταραχή για τις εταιρείες και τους πελάτες τους, με ένα στέλεχος να λέει ότι θα ήταν «λουτρό αίματος». Ο David Sproul, διευθύνων σύμβουλος της Deloitte, είπε στους FT τον Μάρτιο ότι η δημιουργία μόνο ελεγκτικών εταιρειών «θα ήταν εις βάρος των κεφαλαιαγορών».
H Grant Thornton, η πέμπτη μεγαλύτερη λογιστική εταιρεία του Ηνωμένου Βασιλείου, είπε: «Είναι δομική μας πίστη ότι αυτή είναι η λύση στα υπάρχοντα συστημικά ζητήματα της ελεγκτικής αγοράς».
Στελέχη από τον λογιστικό χώρο επίσης υποστηρίζουν ότι ο αναγκαστικός διαχωρισμός των ελεγκτικών εταιρειών στο Ηνωμένο Βασίλειο μόνο, θα ήταν αναποτελεσματικός και θα προκαλούσε προβλήματα, χωρίς παρόμοιες πρωτοβουλίες από διεθνείς ρυθμιστικές αρχές.
Ο κ. Michael είπε: «[Οι Big Four] είναι μεγάλα τέρατα επειδή είναι μεγάλες παγκόσμιες εταιρείες. Θα συνεχίσουν να υπάρχουν μεγάλες, σύνθετες εταιρείες στον κόσμο [ακόμη και μετά τον διαχωρισμό]. Αν θέλετε να χωρίσετε τις εταιρείες, αυτό πρέπει να γίνει διεθνώς, αν και μπορεί το Ηνωμένο Βασίλειο να ανοίξει τον δρόμο».
Ωστόσο, πολλοί ακαδημαϊκοί, πολιτικοί και μέτοχοι υποστηρίζουν τις φωνές για διαχωρισμό, έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί η κυριαρχία των Big Four, οι οποίες ελέγχουν όλες τις 350 μεγάλες εισηγμένες εταιρείες, εκτός από εννέα, παρά την εισαγωγή ευρύτατων μεταρρυθμίσεων, με σκοπό τη μείωση της συμμετοχής τους στην αγορά.
Ο Vince Cable, ηγέτης των Φιλελεύθερων Δημοκρατών, είπε ότι «ο μόνος τρόπος» για να βελτιωθεί ο ανταγωνισμός ήταν να χωριστούν. «Εάν δεν γίνει αυτό, τρεις ή τέσσερις εταιρείες θα συνεχίζουν να κυριαρχούν πλήρως», είπε.
Η Natasha Landell-Mills, επικεφαλής εποπτείας της Sarasin & Partners, εταιρείας διαχείρισης ενεργητικών, με έδρα το Λονδίνο, η οποία στο παρελθόν έχει ζητήσει τον διαχωρισμό, είπε: «Στο παρελθόν, οι ελεγκτικές εταιρείες υποστήριξαν δυνατά ότι η υποχρεωτική εναλλαγή ελεγκτικής εταιρείας θα οδηγούσε σε πιο αδύναμους ελέγχους και δυνητικά σε χάος. Αυτό δεν έχει συμβεί».
«[Ενας διαχωρισμός] θα ήταν δύσκολος για τον τομέα των λογιστικών εταιρειών, αλλά αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα ήταν κακό για το δημόσιο συμφέρον».
Πηγή Πληροφοριών: Financial Times, Euro2day.gr