Ο Ευρωπαίος επίτροπος που είναι αρμόδιος για θέματα διαδικτύου, προειδοποίησε το Facebook και άλλες εταιρίες κοινωνικών δικτύων ότι πρέπει να υιοθετήσουν σκληρότερη στάση απέναντι στις ψευδείς ειδήσεις ή, σε αντίθετη περίπτωση, να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες από τις Βρυξέλλες.
Ο επίτροπος Andrus Ansip, που ηγείται της υπόθεσης, ανέφερε στους Financial Times πως τα πρόσφατα γεγονότα θα αποτελέσουν «σημείο καμπής» για τις διαδικτυακές πλατφόρμες, οι οποίες κινδυνεύουν να χάσουν την αξιοπιστία τους αν δεν αναλάβουν πιο εκτεταμένη ευθύνη.
«Ανησυχώ, όπως ανησυχούν όλοι οι άνθρωποι, για τις ψευδείς ειδήσεις, ιδιαίτερα μετά τις εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες», τόνισε ο κ. Ansip. «Πραγματικά πιστεύω στα μέτρα αυτορρύθμισης, αλλά αν χρειαστούν κάποιου είδους αποσαφηνίσεις, τότε θα είμαστε έτοιμοι», ανέφερε.
Η προειδοποίηση του κ. Ansip έρχεται τη στιγμή που το Facebook πιέζεται όλο και περισσότερο να δράσει, έπειτα από μια σειρά ψευδών ειδήσεων που έγιναν viral πέρυσι στη διάρκεια των αμερικανικών προεδρικών εκλογών, περιλαμβανομένης μίας που ισχυριζόταν ότι ο Πάπας υποστήριξε τον Ντόναλντ Τραμπ.
Το μεγαλύτερο κοινωνικό δίκτυο του κόσμου δοκιμάζει διάφορους τρόπους στην προσπάθεια να περιορίσει τη ραγδαία αναπαραγωγή ψεύτικων ειδήσεων, μεταξύ των οποίων και ένα νέο σύστημα που θα φιλτράρει ύποπτο περιεχόμενο που έχει επισημανθεί από χρήστες, με τη βοήθεια οργανισμών που διασταυρώνουν γεγονότα.
Έπειτα από αυτό, αυτό το μήνα ήρθε επόμενη ανακοίνωση του Facebook για ένα πρότζεκτ δημοσιογραφίας, στο πλαίσιο του οποίου θα υπάρξει συνεργασία με εκδότες ειδήσεων και στήριξη μιας καμπάνιας που θα διδάξει τους χρήστες πώς να ξεχωρίζουν τις ψεύτικες από τις πραγματικές ειδήσεις.
Εκπρόσωπος του κ. Ansip ανέφερε ότι η Κομισιόν θα «παρακολουθεί στενά» τις κινήσεις των εταιριών κοινωνικών δικτύων και τα σχέδιά τους να εκδώσουν αργότερα φέτος «οδηγίες επάνω στους διαφορετικούς τύπους εκούσιων μέτρων που υιοθετούν οι διαδικτυακές πλατφόρμες».
Το Facebook αρνήθηκε να σχολιάσει τις παρατηρήσεις του κ. Ansip. Ωστόσο, ο Adam Mosseri, αντιπρόεδρος του Facebook, ανέφερε σε πρόσφατη ανάρτηση blog ότι οι προσπάθειες της εταιρίας να αναχαιτίσει τις ψεύτικες ειδήσεις θα βασιστούν στους χρήστες της και θα εστιάσουν «στις χειρότερες των περιπτώσεων», στρέφοντας την προσοχή σε «ξεκάθαρα ψέματα που εξαπλώνονται από spammers για δικό τους όφελος».
Ωστόσο πρόσθεσε: «Πιστεύουμε στο να δίνουμε στον κόσμο φωνή και πως δεν μπορούμε να γίνουμε κριτές της αλήθειας εμείς οι ίδιοι».
Ο κ. Ansip δεν προσέφερε λεπτομέρειες επάνω στα μέτρα που θα μπορούσαν να πάρουν οι Βρυξέλλες, αν η Κομισιόν δεν μείνει ικανοποιημένη, αλλά αναφέρθηκε σε έναν κώδικα δεοντολογίας που υπογράφηκε τον περασμένο Μάιο με τεχνολογικές εταιρίες, μεταξύ των οποίων και το Facebook, το Twitter και η Google, για την καταπολέμηση του παράνομου, διαδικτυακού λεκτικού μίσους.
«Πρέπει να αναλάβουν περισσότερη δράση», πρόσθεσε ο κ. Ansip. «Ήταν σύνηθες να πιστεύουμε ότι ο ρόλος των ποιοτικών μέσων ενημέρωσης θα περιοριστεί και ο ρόλος των κοινωνικών δικτύων θα ενισχυθεί και θα είναι πιο σημαντικός. Αν είναι να υπάρχουν ψευδείς ειδήσεις, δεν μπορείς να εμπιστευθείς πλέον αυτές τις πηγές, τότε θα επιστρέψεις στα ποιοτικά μέσα».
Η γερμανική κυβέρνηση συζητά νομοθεσία που θα μπορούσε να οδηγήσει στην επιβολή προστίμων μέχρι και 500.000 ευρώ στο Facebook και σε άλλες διαδικτυακές πλατφόρμες για την εξάπλωση ψευδών ειδήσεων, εν μέσω αυξανόμενης ανησυχίας σχετικά με την επιρροή που θα μπορούσε να έχει η ιντερνετική εξαπάτηση στις φετινές εκλογές.
Το Facebook απάντησε δύο εβδομάδες αργότερα, ανακοινώνοντας ότι θα εισάγει τα εργαλεία φιλτραρίσματος ψευδών ειδήσεων στη Γερμανία τις ερχόμενες εβδομάδες.
Παρά τις απειλές ότι θα αναλάβει δράση, ο κ. Ansip, πρώην πρωθυπουργός της Εσθονίας, επέμεινε ότι δεν είναι δουλειά της Κομισιόν ή των κυβερνήσεων να λογοκρίνουν διαδικτυακό περιεχόμενο. «Οι ψεύτικες ειδήσεις είναι κακές, αλλά ένα Υπουργείο Αλήθειας είναι ακόμη χειρότερο», σχολίασε.
Ο Mark Lewis, νομικός με ειδίκευση στα μέσα ενημέρωσης, στο δικηγορικό γραφείο Seddons, αμφισβήτησε το κατά πόσο η αυτορρύθμιση εντέλει θα έχει αποτέλεσμα για τις παγκόσμιες πλατφόρμες social media, οι οποίες υπόκεινται σε διαφορετικά νομικά συστήματα σε όλο τον κόσμο.
«Αυτή τη στιγμή ένα ρυθμιστικό πλαίσιο είναι αδύνατο, γιατί οι εταιρίες κοινωνικών δικτύων δεν αναλαμβάνουν ούτε καν βασικά τεστ για να ταυτοποιήσουν (τους χρήστες που αναρτούν το περιεχόμενο)», πρόσθεσε. «Εκείνοι που αποκλείονται από το Twitter, για παράδειγμα, μπορούν την ίδια μέρα να ανοίξουν καινούριο λογαριασμό. Μια απλή μέθοδος ελέγχου ID θα το απέτρεπε αυτό».
Η Google και το Twitter αρνήθηκαν να σχολιάσουν.
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr