Οι πρώτες ώρες και μέρες μετά το βρετανικό δημοψήφισμα προμήνυαν τα χειρότερα. Μετά την κάλπη της 23ης Ιουνίου και το «όχι» των Βρετανών στην Ευρώπη, η ισοτιμία της λίρας πήρε την κατιούσα ενώ οι οικονομολόγοι έβλεπαν να απειλείται η οικονομική ανάκαμψη του Ηνωμένου Βασιλείου και κατ’ επέκταση της υπόλοιπης Ευρώπης. Τέσσερις μήνες μετά, το κλίμα έχει αναστραφεί. Εντούτοις οι κίνδυνοι παραμένουν.
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της Eurostat, η οικονομία της Ευρωζώνης ξεπέρασε σχετικά ανώδυνα το βρετανικό σοκ. Κατά το πρώτο τρίμηνο μετά το δημοψήφισμα η ανάπτυξη των 19 χωρών της νομισματικής ένωσης συνέχισε να κινείται στα επίπεδα του τελευταία τριμήνου, δηλαδή στο 0,3%. «Ο οικονομικός μας χώρος είναι πολύ ισχυρότερος απ΄ όσο πιστεύουν πολλοί», σχολιάζει ο επικεφαλής οικονομολόγος της KfW Γιεργκ Τσόινερ, παραδέχεται όμως ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης εξακολουθούν να μην είναι ικανοποιητικοί.
Θετικό το επιχειρηματικό κλίμα
Στο προοίμιο του δημοψηφίσματος η εικόνα ήταν τελείως διαφορετική. Τότε ακόμη και η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ προειδοποιούσε για τις συνέπειες του Brexit και προσπαθούσε να πείσει τους Βρετανούς για τα πλεονεκτήματα του Remain. Τα σχετικά σενάρια προέβλεπαν μάλιστα υποχώρηση των βρετανικών ρυθμών ανάπτυξης το 2017 σε περίπτωση Brexit. Την ίδια ώρα οικονομολόγοι θεωρούσαν πιθανό τον κίνδυνο μετάδοσης σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Προς το παρόν όμως η τάση είναι τελείως διαφορετική. Αυτό αποτυπώνεται τουλάχιστον και στους σχετικούς δείκτες επιχειρηματικού κλίματος που -παρά τις περί του αντιθέτου προβλέψεις- βρίσκονται στα υψηλότερα επίπεδα από τον Δεκέμβριο του 2015. Ένας από τους βασικούς λόγους του σχετικά θετικού κλίματος είναι βέβαια το γεγονός ότι μετά το δημοψήφισμα έχουν γίνει επί της ουσίας ελάχιστα. Η βρετανική κυβέρνηση φαίνεται να προσπαθεί να κερδίσει χρόνο. Το αίτημα της αποχώρησης αναμένεται να κατατεθεί επίσημα τον ερχόμενο Μάρτιο και αμέσως μετά θα ξεκινήσει η φάση των διαπραγματεύσεων για το μελλοντικό στάτους που αναμένεται να διαρκέσει δυο χρόνια. Το διάστημα αυτό δεν αναμένεται να αλλάξει κάτι ουσιαστικό στις οικονομικές σχέσεις μεταξύ της Βρετανίας και των υπολοίπων χωρών της ΕΕ.
Θα έρθει το «σκληρό Brexit»;
Και στην ίδια τη Βρετανία όμως η οικονομία αναπτύσσεται μέχρι στιγμής με ικανοποιητικούς ρυθμούς. Μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, την ώρα που οικονομολόγοι προέβλεπαν μόλις 0,3%.
Παρά ταύτα αναλυτές προειδοποιούν ότι δεν υπάρχει λόγος εφησυχασμού. Οι ίδιοι παραπέμπουν στο παράδειγμα της βρετανικής λίρας, η ισοτιμία της οποίας έναντι του δολαρίου υποχώρησε πρόσφατα στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων 31 ετών. Επιπλέον κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με βεβαιότητα ποια θα είναι η ακριβής εικόνα όταν θα έχει αποχωρήσει η Βρετανία όντως από την ΕΕ.
Το τελευταίο διάστημα πάντως δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι η βρετανική κυβέρνηση της πρωθυπουργού Μέι προκρίνει το λεγόμενο «σκληρό Brexit», που συνεπάγεται και την απώλεια της άμεσης πρόσβασης στην ευρωπαϊκή κοινή αγορά. Το βρετανικό υπουργείο Οικονομικών έχει προειδοποιήσει ήδη για τις ανυπολόγιστες συνέπειες αυτού του βήματος. Σύμφωνα με εσωτερικό έγγραφο του υπουργείου, στην περίπτωση αυτή το βρετανικό ΑΕΠ θα μπορούσε να συρρικνωθεί τα ερχόμενα 15 χρόνια έως και κατά 9,5%. Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε μειωμένα φορολογικά έσοδα ύψους 66 δις στερλινών (περ. 73 δις ευρώ).
Πηγή: DW