Ο Ζιλ Κεπέλ προειδοποιεί ότι σήμερα η Ευρώπη καλείται να αντιμετωπίσει μια «διπλή πρόκληση», σοβαρότερη από κάθε άλλη που βρέθηκε στον δρόμο της «στη σύγχρονη ιστορία της». Ο γάλλος πανεπιστημιακός, κοινωνιολόγος και πολιτικός επιστήμονας, ένας από τους πιο γνωστούς δυτικούς μελετητές του ισλάμ, τόνισε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι θεωρεί επείγουσα την ανάγκη να κατανοηθεί το φαινόμενο του θρησκευτικού ριζοσπαστισμού στους κόλπους του Ισλάμ—του σαλαφισμού ή τζιχαντισμού—να υπάρξει «διάγνωση» και να βρεθεί «θεραπεία», καθώς η πολιτική αλλά και η ένοπλη δράση των τζιχαντιστών έχει προ πολλού πάψει να είναι κάτι που συμβαίνει απλά στη γειτονιά της Ευρώπης: εκτυλίσσεται στην καρδιά των ευρωπαϊκών πόλεων, την ώρα που η ιδεολογική δουλειά του κινήματος αυτού κατά κύριο λόγο γίνεται στους ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης. Η πρόκληση είναι «διπλή» διότι η Ευρώπη καλείται ταυτόχρονα να διαχειριστεί την αναταραχή στα κράτη του αραβικού κόσμου και της Μέσης Ανατολής, την κρίση των προσφύγων που προκάλεσε αυτή, αλλά και τη διαρκώς «μεταβαλλόμενη» πολιτική της Τουρκίας, πρόσθεσε.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ χθες, λίγη ώρα πριν μιλήσει στο Ινστιτούτο Γκέτε, προσκεκλημένος της ελληνικής αντιπροσωπείας του Konrad-Adenauer-Stiftung και του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο καθηγητής της Sciences-Po του Παρισιού τόνισε ότι «οι εξεγέρσεις στον αραβικό μουσουλμανικό κόσμο» μετέβαλαν άρδην την κατάσταση πέραν των νότιων συνόρων της ΕΕ: «ενώ η Ευρώπη ήταν συνηθισμένη να συναλλάσσεται με αξιόπιστα κράτη στο παρελθόν, τα οποία επιδοτούσε και βοηθούσε, τώρα πολλά από αυτά τα κράτη είναι διαλυμένα», εξήγησε. Ταυτόχρονα η ΕΕ καλείται «να αντιμετωπίζει το πολύ δύσκολο μεταναστευτικό ζήτημα, στο οποίο φυσικά η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή, όπως και η Ιταλία και άλλες χώρες».
Η αναταραχή στη Μέση Ανατολή συνεχίζεται, συνέχισε ο Ζιλ Κεπέλ, με την ανάδυση του «ισλαμικού χαλιφάτου» που ανακήρυξε το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ) στα εδάφη που κατέλαβε, ενώ εντείνεται η εχθρότητα ισλαμιστικών κινημάτων έναντι της Ευρώπης, «την οποία αντιλαμβάνονται ως το μαλακό υπογάστριο της Δύσης». Αυτή την ιδέα ανέπτυξε, «στη θεωρητική της μορφή, ήδη από το 2005, ο Αμπού Μουσάμπ ας Σούρι, ο ας τον πούμε κορυφαίος ιδεολόγος των τζιχαντιστών της τρίτης γενιάς».
Η πρόκληση ενσκήπτει και «εκ των έσω», καθώς όπως υπενθύμισε ο καθηγητής Κεπέλ «στη χώρα μου, τη Γαλλία, 239 άνθρωποι δολοφονήθηκαν από τζιχαντιστές από τον Ιανουάριο του 2015 ως τον Ιούλιο του 2016», ενώ το Βέλγιο επίσης δοκιμάστηκε σκληρά από τη δράση μελών ή οπαδών του ΙΚ.
Οι περισσότεροι από τους δράστες των επιθέσεων «ήταν γεννημένοι στη Γαλλία, ή Γάλλοι πολίτες», ενώ το τελευταίο διάστημα «επλήγη και η Γερμανία, με τις επιθέσεις στο ‘Ανσμπαχ και στο Βούρτσμπουργκ ή τις συλλήψεις σε καταυλισμούς προσφύγων», θύμισε ακόμη.
«Οφείλουμε λοιπόν να κατανοήσουμε γιατί κάποια από τα παιδιά μας στρέφονται εναντίον των ευρωπαϊκών κοινωνιών, πώς αυτό συνδέεται με το τι συμβαίνει στη Μέση Ανατολή, με την επικράτηση της σαλαφιστικής ιδεολογίας στον αραβικό μουσουλμανικό κόσμο, γιατί αυτή η σαλαφιστική ιδεολογία, η οποία πρεσβεύει τη ρήξη με τον πολιτισμό της Δύσης και τις φιλελεύθερες αξίες της, έτυχε τέτοιας ανταπόκρισης. Πρέπει να κάνουμε διάγνωση και να βρούμε θεραπεία», επέμεινε ο Ζιλ Κεπέλ.
«Ποτέ στη ζωή μου, είμαι 61 ετών, κι έχω πολλά μίλια, δεν έχω βιώσει μια τέτοια πρόκληση», αναγνώρισε ο καθηγητής, το τελευταίο βιβλίο του οποίου, υπό τον τίτλο Terreur dans l’Hexagone: genèse du djihad français (Παρίσι: Gallimard, 2015), που θα μπορούσε να αποδοθεί ελεύθερα «Τρόμος στη Γαλλία: η γένεση του γαλλικού τζιχάντ», καταγράφει τεράστιες πωλήσεις.
Το πρόβλημα έχει τις ρίζες του απλά και μόνο σε μια ερμηνεία του ισλάμ ή οφείλεται εξίσου, αν όχι περισσότερο, σε ζητήματα ταυτότητας των πολιτών με μεταναστευτικό υπόβαθρο, στον κοινωνικό αποκλεισμό, στη γκετοποίηση των banlieus (των προαστίων των γαλλικών μεγαλουπόλεων) και τα οικονομικά προβλήματα της Γαλλίας και της Ευρώπης; Για τον Κεπέλ «είναι ένα μίγμα όλων αυτών». Το δύσκολο από ακαδημαϊκή και διανοητική άποψη είναι πως «είμαστε αντιμέτωποι με ένα φαινόμενο το οποίο δεν περιορίζεται σε ένα πεδίο» ανάλυσης και κατανόησης των σχέσεων αιτίου-αιτιατού, σημείωσε.
Υπάρχουν ιστορικοί λόγοι, κοινωνικοοικονομικοί λόγοι, αλλά και μια ισχυρή ψυχολογική διάσταση, κατά τον Κεπέλ: κάνοντας πρόσφατα έρευνα με φοιτητές του στη Νίκαια, το γαλλικό διαμέρισμα που κατατάσσεται δεύτερο στην «εξαγωγή» επίδοξων τζιχαντιστών προς τη Συρία, είπε πως διαπίστωσε ότι οι περισσότεροι από όσους έφευγαν «δεν είχαν πατέρες», δηλαδή στην οικογένειά τους υπήρχαν μόνο μητέρες. Οι πατέρες είναι απόντες και τους υποκαθιστούν τα άλλα μέλη της κοινότητας, οι «ομότιμοι» των νεαρών τζιχαντιστών και τζιχαντιστριών, διευκρίνισε ο Ζιλ Κεπέλ. Τα μέλη της κοινότητας αυτά καθορίζουν «τον νόμο», έναν νόμο «πολύ πιο αυστηρό από τον νόμο των πατεράδων». Οι πατέρες, εξήγησε ο Κεπέλ, είναι «αυτοί που έχουν το καθήκον να μεταλαμπαδεύουν τον νόμο, από το κράτος στην κοινωνία, στις οικογένειες».
«Ίσως έχετε ακούσει για τη διένεξή μου με τον συνάδελφό μου Ολιβιέ Ρουά, ο οποίος ζει στη Φλωρεντία, και λέει πως, ξέρετε, ουδέν καινόν υπό τον ήλιο: (οι τζιχαντιστές) είναι σαν τη Rote Armee Faktion, ή τις Brigate Rosse (σ.σ. η Φράξια Κόκκινος Στρατός ή Ομάδα Μπάαντερ-Μάινχοφ και οι Ερυθρές Ταξιαρχίες, δύο ένοπλες ακροαριστερές οργανώσεις που έδρασαν στη Δυτική Γερμανία και την Ιταλία, αντίστοιχα, τις δεκαετίες του 1970 και του 1980). Δηλαδή είναι άνθρωποι που περνούν καθυστερημένα την εφηβεία και χθες (τα λάβαρά τους ήταν) κόκκινα, σήμερα είναι πράσινα, αύριο θα είναι καφέ και ούτω καθεξής, πάντοτε θα εξεγείρονται κι αυτό δεν έχει καμιά σχέση με το ισλάμ, τον τζιχάντ ή τον σαλαφισμό».
Παρά τη διένεξη τους με τον Ρουά, ο Κεπέλ εκτίμησε πως θεωρεί ότι η σύγκριση την οποία έκανε «είναι σημαντική». «Ξαναδιάβαζα πρόσφατα τους Δαιμονισμένους του (Φιοντόρ) Ντοστογιέφσκι και στο τέλος, όταν ο ένας από τους ήρωες παραδίδεται στην αστυνομία και τον ρωτούν “γιατί τα έκανες όλα αυτά;”, απαντά “γιατί ήθελα να τρομοκρατήσω την κοινωνία, να τη διαλύσω” για να δημιουργηθεί κάτι νέο στη θέση της. Αυτό είναι κάτι κοινό σε όλα τα επαναστατικά κινήματα. Και είναι σημαντικό διότι ευδοκιμεί στο τζιχαντιστικό λεξιλόγιο, όπου έχει προσαρμοστεί και χρησιμοποιείται με στόχο να πάρει ομήρους τα εκατομμύρια των ευρωπαίων μουσουλμάνων νέων», συνέχισε ο καθηγητής.
Στην ερώτηση αν οι τζιχαντιστές διαστρεβλώνουν το ισλάμ για να προωθήσουν την ιδεολογική τους προσέγγιση, ο Κεπέλ αντέτεινε «χρησιμοποιούν απλά ό,τι είναι διαθέσιμο». Κι εκμεταλλεύονται το «φαινόμενο των θυλάκων» (enclaves phenomenon, όρος της κοινωνιολογίας, αναφέρεται ειδικά σε κλειστές κοινότητες μεταναστών), το οποίο «αναπτύσσεται τα τελευταία τριάντα χρόνια». «Ξέρετε, το καταγράφω όλο αυτό επί 35 χρόνια, δεν το ανακάλυψα πέρυσι, όπως πολλοί που αρνούνταν την ύπαρξή του». Πολλοί φοβούνται, επισήμανε ο καθηγητής, να συζητήσουν και να προσπαθήσουν να αποκρυπτογραφήσουν «τι διακυβεύεται σήμερα στο χώρο του ισλάμ»: «φοβούνται ότι θα τους πουν ρατσιστές, ότι θα τους πουν ισλαμοφοβικούς, οπαδούς μιας νέας μορφής αντισημιτισμού, ή ό,τι άλλο θέλετε. Όμως βρίσκεται σε εξέλιξη μια σύγκρουση, η οποία μαίνεται, για την ηγεμονία, για την εξουσία επί του ισλάμ, επί της ούμα (σ.σ. «η κοινότητα» στα αραβικά, εννοείται το σύνολο των μουσουλμάνων). Όχι μόνο ανάμεσα στους σουνίτες και τους σιίτες στη Μέση Ανατολή, αλλά και μέσα στον σουνιτικό κόσμο. Η μάχη γίνεται επίσης και στην Ευρώπη. Η Ευρώπη είναι ένα πολύ σημαντικό πεδίο μάχης».
Η ιδεολογική επιρροή των τζιχαντιστών πιθανόν οφείλεται και στις συνέπειες της «αποικιοκρατικής εμπειρίας», σημείωσε ακόμη ο Κεπέλ, εξηγώντας πως οι ντόπιες ελίτ σε πολλές χώρες εκμεταλλεύθηκαν τους απελευθερωτικούς πολέμους εναντίον των αποικιοκρατικών δυνάμεων για να εξυπηρετήσουν τους δικούς τους στόχους και υφάρπαξαν την εξουσία και τον πλούτο αφήνοντας τους λαούς τους σε κατάσταση απόγνωσης. Ο καθηγητής είπε πως «δεν θεωρεί τυχαίο πως οι περισσότεροι από τους δολοφόνους» που διέπραξαν τις επιθέσεις στη Γαλλία κατάγονται από την Αλγερία. Ασφαλώς «δεν είναι τυχαίο πως ο Μοχάμεντ Μερά σκότωσε μαθητές εβραϊκού σχολείου την 19η Μαρτίου 2012, ακριβώς στην 50ή επέτειο της κατάπαυσης του πυρός στον πόλεμο της Αλγερίας, την 19η Μαρτίου 1962».
Σε αυτή τη σύγκρουση, υποστήριξε ο Ζιλ Κεπέλ, το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), το κυβερνών κόμμα στην Τουρκία, «διαδραματίζει σημαντικό ρόλο». Πιο συγκεκριμένα, ενισχύει τους Αδελφούς Μουσουλμάνους: «οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι χρηματοδοτούνται από το Κατάρ και οργανώνονται από την Τουρκία, από το AKP. Λόγω της καταστολής στην Αίγυπτο, οι περισσότεροι Αδελφοί βρίσκονται πλέον στην Τουρκία. Αυτή είναι η πλατφόρμα τους. Και η Ευρώπη αποτελεί μια μείζονα περιοχή όπου διεξάγεται μάχη για επιρροή».
Ερωτηθείς αν βλέπει την Τουρκία να καταφέρνει κάποτε να ενταχθεί στην ΕΕ, ο Κεπέλ απάντησε συγκρατώντας ένα χαμόγελο «όπως λέμε στη Γαλλία, αυτό πάει στις calendes grecques», θα συνεχίσει να αναβάλλεται επ’ αόριστον.
Η ισχυροποίηση των κινημάτων της άκρας δεξιάς στην Ευρώπη είναι κάτι που λειτουργεί σχεδόν «συμπληρωματικά» με την αύξηση της επιρροής των τζιχαντιστών, κατά τον Ζιλ Κεπέλ: οι τζιχαντιστές, οι οποίοι «θέλουν εμφύλιο πόλεμο», είναι «πολύ χαρούμενοι για την άνοδο της άκρας δεξιάς. Διότι θέλουν οι κοινωνίες να πολωθούν, επειδή μέχρι τώρα δεν έχουν μαζική απήχηση μεταξύ των ευρωπαίων μουσουλμάνων» και η ισχυροποίηση των ακροδεξιών κινημάτων προσμένουν ότι θα ωθήσει τους μουσουλμάνους στην Ευρώπη να συσπειρωθούν—υπό τη δική τους ηγεσία.