Με μια ιστορικής σημασίας απόφαση το Ανώτατο Δικαστήριο του Ηνωμένου
Βασιλείου (Supreme Court) απέρριψε με πλειοψηφία 8-3 την έφεση της βρετανικής
κυβέρνησης και επανέλαβε σε δεύτερο βαθμό ότι η απόφαση ενεργοποίησης της
διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, δεν
εναπόκειται στην απόλυτη δικαιοδοσία της πρωθυπουργού αλλά θα πρέπει πρώτα να
κατατεθεί προς συζήτηση και ψήφιση στο βρετανικό κοινοβούλιο (Βουλή των
Κοινοτήτων και των Λόρδων).
Το δικαστήριο έκρινε ότι στην προκειμένη περίπτωση η Τερέζα Μέι δεν
μπορεί να επικαλεστεί τις έκτακτες αρμοδιότητες, βάσει των οποίων θα είχε το
δικαίωμα ενεργοποίησης της διαδικασίας αποχώρησης από την ΕΕ, παρακάμπτοντας το
βρετανικό κοινοβούλιο. Μια μια πρώτη ματιά μπορεί να ειπωθεί ότι πρόκειται για
μια μεγάλη και ταπεινωτική ήττα για την βρετανική κυβέρνηση και προσωπικά για
την πρωθυπουργό, η οποία συγχρόνως αποδεικνύει την ανεξαρτησία της βρετανικής
δικαιοσύνης αλλά και την υπεροχή των βρετανικών συνταγματικών κανόνων.
Στην αιτιολογία της απόφασης τονίζεται ότι με την ένταξη της Μ.
Βρετανίας στην ΕΚ την 1η Ιανουαρίου 1973, το ευρωπαϊκό δίκαιο ενσωματώθηκε στο
εθνικό δίκαιο μέσω του Νόμου για τις Ευρωπαικές Κοινότητες (European
Communities Act). Η κατάργηση αυτού του νόμου, στη βάση του σημερινού άρθρου
50, δεν μπορεί να γίνει από μόνη την κυβέρνηση αλλά αντιθέτως από το βρετανικό
κοινοβούλιο, το οποίο ψήφισε τον αρχικό νόμο.
Ηχηρό ράπισμα στη βρετανική
κυβέρνηση
Η βρετανική κυβέρνηση φαίνεται να πληρώνει έτσι το ολέθριο λάθος της.
Να σύρει τη χώρα σε μια δικαστική υπόθεση με μεγάλο κόστος και μάλιστα να
εφεσιβάλει την αρχική απόφαση, όταν οι νομικοί σύμβουλοί της γνώριζαν καλά ότι
οι πιθανότητες επιτυχίας ήταν μηδενικές. Η εμμονή όμως της Τερέζα Μέι σε μια
απόφαση χωρίς νομικό έρεισμα, την οποία έλαβε κυρίως ως επίδειξη δύναμης,
επιφέρει τώρα ένα ηχηρό ράπισμα στην κυβέρνηση και προσωπικά στην ίδια.
Η επόμενη φάση πιθανόν να εξελιχθεί σε μια νέα δοκιμασία όχι μόνο για
την κυβέρνηση αλλά και για το Εργατικό Κόμμα της αντιπολίτευσης. Ο Τζέρεμι
Κόρμπιν απεφάνθη πριν μερικές ημέρες ότι το κόμμα του θα ψηφίσει υπέρ της
προσφυγής στο άρθρο 50. Όμως μεγάλος αριθμός βουλευτών, κυρίως αυτών που
εκλέγονται στα αστικά κέντρα, απειλούν να το καταψηφίσουν.
Από την άλλη πλευρά, και το κυβερνών κόμμα θα έχει διαρροές βουλευτών.
Το μεγάλο ερώτημα που παραμένει είναι κατά πόσον η Τερέζα Μέι θα είναι σε θέση
να ξεκινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 50 έως το τέλος Μαρτίου,
όπως έχει δεσμευτεί. Μια δέσμευση που πολλοί εκτιμούν ότι δεν πρόκειται να
υλοποιηθεί εγκαίρως, λόγω των καθυστερήσεων στην ψήφιση του σχετικού νόμου από
τα δύο σώματα της βουλής.
Πηγή: Deutsche Welle