Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως μεγέθους, μειώνουν τις επενδύσεις τους στην έρευνα και στην ανάπτυξη προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και στην απόκτηση νέων δεξιοτήτων από τους εργαζομένους τους, ενώ επιλέγουν να τοποθετήσουν χρήματα εκεί όπου υπάρχει άμεση απόδοση – αντικαθιστούν τον παλαιό εξοπλισμό και αλλάζουν εγκαταστάσεις. Εμπόδια στο να προχωρήσουν σε επενδύσεις είναι η αβεβαιότητα στο πολιτικοοικονομικό σκηνικό, η έλλειψη εξειδίκευσης και το ρυθμιστικό πλαίσιο του επιχειρείν, σύμφωνα με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), στην οποία συμμετείχαν 12.500 επιχειρήσεις από την Ε.Ε. Επιπλέον, αν και οι ευρωπαϊκές εταιρείες επιδιώκουν να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις, θα πρέπει να το κάνουν με ταχύτερο ρυθμό.
Σύμφωνα με την έρευνα της ΕΤΕπ, το 84% των εταιρειών επένδυσε το προηγούμενο οικονομικό έτος σε ανανέωση μηχανολογικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού, καθώς και σε αλλαγή κτιριακών εγκαταστάσεων – και θα συνεχίσουν να το κάνουν και τον επόμενο χρόνο.
Ωστόσο, μόνον το 44% από αυτές τις εταιρείες εκτιμά ότι ο εργαλειομηχανικός εξοπλισμός τους ανταποκρίνεται στις τεχνολογικές εξελίξεις και στον διεθνή ανταγωνισμό – οπότε πρέπει να κινητοποιηθούν άμεσα για να τον εκσυγχρονίσουν.
Το παράδοξο έγκειται στο ότι, αν και αναγνωρίζουν την επείγουσα ανάγκη να το κάνουν, δεν επενδύουν σε επιμόρφωση προσωπικού, το οποίο να μπορεί να χειρίζεται νέα μηχανήματα. Σχεδόν οι 7 στις 10 εταιρείες θεωρούν ότι η έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού και η γενικευμένη αβεβαιότητα δυσχεραίνουν τις δραστηριότητές τους – κι αυτό γίνεται οξύτερο στις χώρες με υψηλότατη ανεργία και στις χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης που χάνουν μεγάλο μέρος από το πνευματικό τους κεφάλαιο.
Περισσότερες από τις μισές από τις 12.500 εταιρείες της έρευνας θεωρούν εμπόδιο στις επενδύσεις τούς κανόνες του επιχειρείν, την εργατική νομοθεσία και το κόστος της ενέργειας. Εξίσου αρνητικό αντίκτυπο έχει και η δυσκολία εξασφάλισης χρηματοδότησης. Το τελευταίο αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για τις νέες καινοτόμες επιχειρήσεις και για όσες δραστηριοποιούνται στις πληγείσες από την κρίση χώρες της Ε.Ε.
Επιπλέον, οι καινούργιες εταιρείες τείνουν να δημιουργούν συγκριτικά περισσότερες θέσεις εργασίας. «Είναι ζωτικής σημασίας οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να εστιάσουν στην καινοτομία και στη διάδοση της τεχνολογίας», επισημαίνει η ανώτατη οικονομολόγος της ΕΤΕπ Ντέμπορα Ρεβολτέλα. «Επίσης, απαιτούνται οι κατάλληλες πολιτικές για την αντιμετώπιση των ελλείψεων σε εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, οι οποίες ανησυχούν τις εταιρείες και καταδεικνύουν την ανάγκη να υπάρξει οικονομική ανάπτυξη για όλους». Η ΕΤΕπ εκτιμά ότι φέτος θα υπάρχουν προς διάθεση 184 δισ. ευρώ σε νέες επενδύσεις για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις από φορείς της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένης της ΕΤΕπ.
Γενικότερα, η ανάκαμψη των επενδύσεων στηρίζεται στην ανάγκη βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας ύστερα από την κρίση, οπότε οι επενδύσεις είχαν μειωθεί ή «παγώσει». Πιο συγκεκριμένα, στις 100 επιχειρήσεις οι 15 πιστεύουν πως οι επενδύσεις τους τα προηγούμενα τρία χρόνια ήταν πολύ χαμηλές και δεν τους διασφάλιζαν τη βιωσιμότητά τους. Σύμφωνα με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, οι μικρομεσαίες εταιρείες στα 28 κράτη-μέλη της Ε.Ε. έχουν μικρότερο μερίδιο στις συνολικές επενδύσεις απ’ ό,τι οι μεγαλύτερες.
Πηγή: Καθημερινή