Υψηλό πρόστιμο στη μητρική εταιρεία της Google, την Alphabet για μονοπωλιακές πρακτικές, επιβλήθηκε από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ)
Πρόκειται για το πρόστιμο ύψους 2,42 δισεκατομμυρίων ευρώ που επέβαλε το 2017 η Κομισιόν στη γνωστή μηχανή αναζήτησης στο διαδίκτυο λόγω της χρήσης της δικής της υπηρεσίας για σύγκριση τιμών. Η εταιρεία ενήργησε με αυτόν τον τρόπο προκειμένου να αποκτήσει αθέμιτο πλεονέκτημα έναντι των μικρότερων Ευρωπαίων ανταγωνιστών της.
Μάλιστα η Google προσέφυγε στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εδρεύει στο Λουξεμβούργο επειδή ένα κατώτερο δικαστήριο είχε επικυρώσει το 2021 την απόφαση της αρχής επιβολής του ανταγωνισμού της ΕΕ. Απαγορεύεται οι επιχειρήσεις σε δεσπόζουσα θέση να παρεμποδίζουν τον ανταγωνισμό διότι αυτό ενδέχεται να βλάψει μεμονωμένες επιχειρήσεις και καταναλωτές όπως αναφέρει η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το δίκαιο της ΕΕ δεν τιμωρεί την ύπαρξη δεσπόζουσας θέσης της εταιρείας αλλά την καταχρηστική εκμετάλλευσή της αναφέρουν στη γνωμοδότησή τους τα μέλη του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα πρόστιμα της Google
Αξιοσημείωτο είναι δε πως η ΕΕ έχει επιβάλλει τα τελευταία 10 χρόνια πρόστιμα ύψους 8,25 δισεκατομμύρια ευρώ στην Google για μονοπωλιακές πρακτικές. Μάλιστα η εταιρεία έχει αμφισβητήσει τις αποφάσεις που αφορούν το λειτουργικό της σύστημα για κινητά Android και την υπηρεσία διαφήμισης AdSense.
Επιπλέον, βρίσκεται σε δικαστική διαμάχη με την ΕΕ για τα πρόστιμα που της επιβλήθηκαν πέρυσι, που θα μπορούσαν να την αναγκάσουν να πουλήσει μέρος της επικερδούς δραστηριότητας ψηφιακής διαφήμισης, αφού οι ρυθμιστικές αρχές την κατηγόρησαν ότι ευνοεί τις δικές της διαφημιστικές υπηρεσίες.
Η δήλωση της Μαργκρέτε Βεστάγκερ
Για το θέμα αυτό μίλησε και η Επίτροπος της ΕΕ για τον ανταγωνισμό Μαργκρέτε Βεστάγκερ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα συνεχίσει, μέσω νομοθετικών προτάσεων και της επιβολής του νόμου, τη δουλειά της εναντίον του φορολογικού ανταγωνισμού και του επιθετικού σχεδιασμού της φορολογίας από χώρες της ΕΕ και από πολυεθνικές σημείωσε. “Οι έρευνές μας συνέβαλαν αποφασιστικά σε μια αλλαγή νοοτροπίας, μια αλλαγή στάσης μεταξύ των κρατών μελών. Βοήθησαν να πραγματοποιηθεί και να επιταχυνθεί κανονιστική και νομοθετική μεταρρύθμιση” είπε μεταξύ άλλων.
Το ανακοινωθέν Τύπου αριθ. 133/24 του ΔΕΕ για την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-48/22 P | Google και Alphabet κατά Επιτροπής (Google Shopping)
« Το Δικαστήριο επικυρώνει το πρόστιμο ύψους 2,4 δισεκατομμυρίων ευρώ που επιβλήθηκε στην Google λόγω του ότι αυτή, ευνοώντας τη δική της υπηρεσία σύγκρισης προϊόντων, είχε καταχραστεί τη δεσπόζουσα θέση της. Η αίτηση αναιρέσεως που άσκησαν η Google και η Alphabet απορρίπτεται
Το 2017, η Επιτροπή επέβαλε στην Google πρόστιμο ύψους περίπου 2,4 δισεκατομμυρίων ευρώ λόγω του ότι αυτή, ευνοώντας τη δική της υπηρεσία σύγκρισης προϊόντων έναντι ανταγωνιστικών υπηρεσιών, είχε καταχραστεί τη δεσπόζουσα θέση της σε διάφορες εθνικές αγορές αναζήτησης στο διαδίκτυο. Δεδομένου ότι το Γενικό Δικαστήριο επικύρωσε, κατ’ ουσίαν, την εν λόγω απόφαση και διατήρησε σε ισχύ το ανωτέρω πρόστιμο, η Google και η Alphabet άσκησαν αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Δικαστηρίου, το οποίο την απορρίπτει και, ως εκ τούτου, επικυρώνει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου.
Με απόφαση της 27ης Ιουνίου 20171, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, σε δεκατρείς χώρες του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ)2, η Google είχε ευνοήσει, στη σελίδα της αποτελεσμάτων γενικής αναζήτησης, τα αποτελέσματα του δικού της εργαλείου σύγκρισης προϊόντων σε σχέση με εκείνα των ανταγωνιστικών εργαλείων σύγκρισης. Συγκεκριμένα, η Google παρουσίαζε σε πρώτη θέση τα αποτελέσματα του δικού της εργαλείου σύγκρισης προϊόντων και τα προέβαλλε κατά τρόπο προνομιακό σε «boxes», συνοδεύοντάς τα με ελκυστικές οπτικές πληροφορίες και πληροφορίες κειμένου, Αντιθέτως, τα αποτελέσματα αναζήτησης των ανταγωνιστικών εργαλείων σύγκρισης προϊόντων εμφανίζονταν απλώς ως γενικά αποτελέσματα (με τη μορφή μπλε υπερσυνδέσμων) και ήταν πιθανόν, εξ αυτού του λόγου και εν αντιθέσει προς τα αποτελέσματα του εργαλείου σύγκρισης προϊόντων της Google, να υποβιβαστούν, μέσω αλγορίθμων προσαρμογής, στις σελίδες γενικών αποτελεσμάτων της Google.
Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Google είχε καταχραστεί τη δεσπόζουσα θέση της στην αγορά των υπηρεσιών γενικής αναζήτησης στο διαδίκτυο καθώς και στην αγορά των υπηρεσιών εξειδικευμένης αναζήτησης προϊόντων και της επέβαλε πρόστιμο ύψους 2. 424 .495 .000 ευρώ, η δε Alphabet θεωρήθηκε αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπεύθυνη, ως μοναδικός μέτοχος της Google, για την καταβολή 523 518 000 ευρώ εκ του ως άνω ποσού.
Η Google και η Alphabet προσέβαλαν την απόφαση της Επιτροπής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 20213, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε, κατά το κύριο μέρος της, την προσφυγή και, ειδικότερα, επικύρωσε το πρόστιμο. Αντιθέτως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είχε αποδειχθεί ότι η πρακτική της Google είχε αντίθετα προς τους κανόνες του ανταγωνισμού αποτελέσματα, έστω δυνητικά, στην αγορά γενικής αναζήτησης. Κατά συνέπεια, ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής κατά το μέρος που με αυτή είχε διαπιστωθεί παράβαση της απαγόρευσης καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης και ως προς την εν λόγω αγορά.
Κατόπιν τούτου, η Google και η Alphabet άσκησαν ενώπιον του Δικαστηρίου αίτηση αναιρέσεως με την οποία ζητούν την αναίρεση της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου, κατά το μέρος που απέρριψε την προσφυγή τους, και την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής.
Το Δικαστήριο, με τη σημερινή απόφασή του, απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως και, συνακόλουθα, επικυρώνει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου.
Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι το δίκαιο της Ένωσης4 προβλέπει κυρώσεις όχι για την ίδια την ύπαρξη δεσπόζουσας θέσεως, αλλά αποκλειστικώς για την καταχρηστική εκμετάλλευσή της. Ειδικότερα, απαγορεύονται οι συμπεριφορές επιχειρήσεων που κατέχουν δεσπόζουσα θέση οι οποίες περιορίζουν τον υγιή ανταγωνισμό και οι οποίες δύνανται, ως εκ τούτου, να προκαλέσουν ζημία στις επιμέρους επιχειρήσεις και τους καταναλωτές.
Μεταξύ των συμπεριφορών αυτών περιλαμβάνονται εκείνες οι οποίες, διά της χρήσεως διαφορετικών μέσων από εκείνα που διέπουν τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων, έχουν ως αποτέλεσμα να κωλύεται η διατήρηση του υφισταμένου ανταγωνισμού ή η ανάπτυξή του σε μια αγορά όπου, ακριβώς λόγω της παρουσίας μίας ή πλειόνων επιχειρήσεων που κατέχουν δεσπόζουσα θέση, ο ανταγωνισμός είναι ήδη εξασθενημένος.
Το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι, ασφαλώς, δεν μπορεί να θεωρηθεί, γενικώς, ότι μια κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχείρηση η οποία επιφυλάσσει στα προϊόντα της ή στις υπηρεσίες της ευνοϊκότερη μεταχείριση σε σχέση με εκείνη την οποία επιφυλάσσει στα προϊόντα ή τις υπηρεσίες των ανταγωνιστών της υιοθετεί, ανεξαρτήτως των περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης, συμπεριφορά η οποία αποκλίνει από τον υγιή ανταγωνισμό. Εντούτοις, το Δικαστήριο διαπιστώνει, ότι εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο ορθώς διαπίστωσε ότι, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών της αγοράς και των ειδικών περιστάσεων που προαναφέρθηκαν, η συμπεριφορά της Google ενείχε δυσμενή διάκριση και δεν ενέπιπτε στο πλαίσιο του υγιούς ανταγωνισμού».
Η δήλωση της Google
Σε συνέχεια της απόφασης του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις πρακτικές που αντιβαίνουν στον ανταγωνισμό, η Google αναφέρει τα εξής« Είμαστε απογοητευμένοι από την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση σχετίζεται με μια σειρά από πολύ συγκεκριμένα γεγονότα. Ήδη από το 2017 προχωρήσαμε σε αλλαγές προκειμένου να συμμορφωθούμε με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η προσέγγισή μας λειτουργεί με επιτυχία εδώ και περισσότερα από επτά χρόνια, παράγοντας δισεκατομμύρια κλικ για πάνω από 800 υπηρεσίες σύγκρισης αγορών »