Το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ θα βοηθήσει την οικονομία, αλλά δεν αρκεί,εκτιμά σε ανάλυση της η Goldman Sachs.
Όπως αναφέρει, από τον Αύγουστο του 2014, όταν ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Mario Draghi, επιβεβαίωσε σε ομιλία του στο Jackson Hole ότι η ΕΚΤ κινείται προς την κατεύθυνση περαιτέρω ποσοτικής χαλάρωσης, έως τη σημερινή αναμενόμενη ανακοίνωση, είδαμε αποδυνάμωση του ευρώ, πολύ απότομη πτώση των αποδόσεων των Bund, μείωση αποδόσεων των περιφερειακών ομολόγων και μια υποτονική χρηματιστηριακή αγορά.
“Η υπόσχεση της δράσης της ΕΚΤ φαίνεται να είχε κάποια επιτυχία στη συμπίεση τα spreads, όπως θα περίμενε κανείς.
Επίσης, έχει κατορθώσει να βελτιώσει το προφίλ του πληθωρισμού της ζώνης του ευρώ”, παρατηρεί η Goldman Sachs>
Όμως, εν μέρει επειδή οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό μειώθηκαν σε όλες τις μεγάλες οικονομίες, δεν έχει – τουλάχιστον μέχρι στιγμής – αποτρέψει μια απότομη πτώση στις απόλυτες προσδοκίες για τον πληθωρισμό της ζώνης του ευρώ.
Το αποτέλεσμα ήταν να συνοδευτεί από μια απότομη πτώση των ονομαστικών αποδόσεων (τόσο στη Γερμανία όσο και, ακόμη περισσότερο, στην Ιταλία και στην Ισπανία).
“Χωρίς όμως καμία θετική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα της ζώνης του ευρώ, η συνδυασμένη επίδραση των πραγματικών επιτοκίων και της ανάπτυξης σε μετοχές δεν ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη”, εκτιμά η Goldman Sachs.
“Η καθοδική πίεση και στο ευρώ και στις αποδόσεις των περιφερειακών κρατικών ομολόγων κατά πάσα πιθανότητα θα εξακολουθήσει να έχει κάποια περιθώρια αύξησης, όσο το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ είναι αρκετά τολμηρό”, προσθέτει.
“Αν η ανάπτυξη βελτιωθεί, όπως αναμένουμε, εκτιμάται ότι οι μετοχές της Ευρωζώνης είναι πιθανό να είναι σε θέση να κινηθούν υψηλότερα κατά τους προσεχείς μήνες.
Το QE θα είναι χρήσιμο, αλλά η πραγματική ώθηση στην δραστηριότητα θα προέλθει σε μεγάλο βαθμό από άλλες πηγές”, καταλήγει η Goldman Sachs.