Βαρύ το κλίμα στη Γερμανία λόγω
της τρομοκρατικής επίθεσης στο Βερολίνο. Τα μέτρα ασφαλείας σε ναούς και χώρους
όπου παραδοσιακά συναθροίζεται πολύς κόσμος έχουν ενταθεί, αν και τόσο
Καθολικοί όσο και Προτεστάντες καλούν τις αρχές να μη μεταβάλουν τις εκκλησιές
σε φρούρια. Στα μηνύματά τους οι επικεφαλείς των δύο εκκλησιών καλούν τους
πιστούς να αντιμετωπίσουν την τρομοκρατία και τη βία με θάρρος και πίστη.
Το νόημα της γέννησης
Στο ίδιο κλίμα κα το παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο μήνυμα του γερμανού
προέδρου της Δημοκρατίας, Γιόαχιμ Γκάουκ, που είναι και το τελευταίο δεδομένου
ότι σε δύο μήνες λήγει η θητεία του. «Ο θυμός και η οργή για τη τρομοκρατία δεν
πρέπει να μεταβληθεί σε μίσος και βία», τόνισε κάνοντας έμμεση αναφορά στον
κίνδυνο ριζοσπαστικοποίησης της
κοινωνίας. «Ιδιαίτερα σε καιρούς τρομοκρατικών επιθέσεων δεν πρέπει να
βαθαίνουμε το ρήγμα στην κοινωνία μας, ούτε να ανακηρύσσουμε απερίσκεπτα
πληθυσμιακές ομάδες σε υπόπτους και πολιτικούς σε ενόχους» τόνισε. Επεσήμανε
παράλληλα ότι σε πολιτικό επίπεδο θα πρέπει να γίνει αντικείμενο αντιπαράθεσης
η προσφυγική πολιτική και να τεθεί υπό εξέταση και το ερώτημα «εάν θα πρέπει να
κάνουμε περισσότερα για να εγγυηθούμε την ασφάλεια των πολιτών».
Ο Γερμανός Πρόεδρος, που ήταν ιερέας της προτεσταντικής εκκλησίας,
ανέτρεξε όπως και στα προηγούμενα Χριστούγεννα
στο πραγματικό μήνυμα των ημερών. «Ιδιαίτερα αυτές τις ημέρες θα πρέπει
να αναλογιστούμε τι σημαίνουν Χριστούγεννα και ότι έγιναν κομμάτι του πολιτισμού
μας. Το μήνυμα της αγάπης του Θεού μπορεί να βοηθήσει και να μετατρέψει την
οργή και το θυμό σε δυνάμεις αντίστασης απέναντι στην περιφρόνηση των άλλων».
Την ίδια ώρα, σε επίπεδο γερμανικών διωκτικών αρχών το κλίμα κάθε άλλο
παρά χριστουγεννιάτικο είναι. Οι έρευνες συνεχίζονται σε πυρετώδεις ρυθμούς.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Καταπολέμησης του
Εγκλήματος Χόλγκερ Μίνχ τριψήφια ομάδα ειδικών συνεχίζει και τις
γιορτές των Χριστουγέννων να αναζητά πιθανούς συνεργούς και να ερευνά χώρους
σαλαφιστών στο Βερολίνο. Επιτακτικά ερωτήματα ζητούν απάντηση, όπως αν έγιναν
καθυστερήσεις στον εντοπισμό του Τυνήσιου δράστη, πώς μπόρεσε να διαφύγει στην Ιταλία, γιατί
υποτιμήθηκε ο κίνδυνος.