Γερμανία: Επιφυλάξεις της βιομηχανίας για τη συμφωνία του Παρισιού

Το Σάββατο που πέρασε ήταν γεμάτο πανηγυρισμούς, εναγκαλισμούς και εκδηλώσεις χαράς για την ιστορική συμφωνία για το κλίμα που υπογράφτηκε στο Παρίσι.

Για πρώτη φορά όλες οι χώρες του κόσμου κατάφεραν να βρουν κοινό έδαφος για μια κοινή συμφωνία για την προστασία του περιβάλλοντος.

Θετικά αντέδρασαν μάλιστα ακόμη και εκπρόσωποι περιβαλλοντικών οργανώσεων, παρά τα αιτήματα για ισχυρότερες δεσμεύσεις και μεγαλύτερη βοήθεια υπέρ των αναπτυσσόμενων χωρών.

Ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι επισήμανε ότι η συμφωνία για το κλίμα στέλνει ένα «μήνυμα στις διεθνείς αγορές», καλώντας τους επενδυτές να στραφούν στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Ο αρχικός ενθουσιασμός για τη συμφωνία, όμως, δίνει βαθμιαία τη θέση του στον προβληματισμό για το εαν αυτή μπορεί όντως να οδηγήσει στον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη κάτω από τους δύο βαθμούς Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική περίοδο, αλλά και για τις πιθανές επιπτώσεις της συμφωνίας στην επιχειρηματική δραστηριότητα.

Οι επικριτικές φωνές -κυρίως από τον χώρο της οικονομίας- πληθαίνουν. «Δυστυχώς η συμφωνία σε πολλά σημεία της υστερεί ως προς τα στοιχεία που θα ήταν απαραίτητα για μια δίκαιη και δεσμευτική συμφωνία για το κλίμα», υπογράμμισε ο Χόλγκερ Λος από τον Σύνδεσμο Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) μιλώντας στην οικονομική εφημερίδα Handelsblatt.

Ενστάσεις διατυπώθηκαν και από τον γερμανικό Σύνδεσμο Χημικής Βιομηχανίας (VCI), που έκανε λόγο για συμφωνία με λίγη ουσία, η οποία δεν οδηγεί σε μείωση των παγκόσμιων εκπομπών που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου.

 

«Κόσμος δύο ταχυτήτων»

«Με τη συμφωνία δημιουργείται ένας κόσμος δύο ταχυτήτων σε ό,τι αφορά την προστασία του κλίματος», τόνισε ο γενικός διευθυντής του VCI Ουτς Τίλμαν, διευκρινίζοντας ότι η ΕΕ έχει ήδη θέσει πιο φιλόδοξους στόχους σε αυτό το πεδίο, σε αντίθεση με άλλες περιοχές του κόσμου που προσανατολίζονται, όπως είπε, ισχυρότερα με γνώμονα το οικονομικό τους συμφέρον.

Ως εκ τούτου, τόνισε ο κ. Τίλμαν, η ευρωπαϊκή βιομηχανία αντιμετωπίζει ήδη σημαντικά μειονεκτήματα στο πλαίσιο του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Σύμφωνα με τον Χόλγκερ Λος, «η συμφωνία του Παρισιού σημαίνει ότι η Γερμανία και η Ευρώπη πρέπει να εξακολουθήσουν να προστατεύουν τη βιομηχανία τους από άνισους όρους παγκόσμιου ανταγωνισμού».

Από την πλευρά του ο Έρικ Σβάιτσερ, πρόεδρος της Γερμανικής Ένωσης Βιομηχανικών και Εμπορικών Επιμελητηρίων (DIHK), θεωρεί λάθος τον μη δεσμευτικό χαρακτήρα ορισμένων μέτρων που περιλαμβάνονται στη συμφωνία, όπως επισήμανε στην εφημερίδα Handelsblatt.

Ο ίδιος εκτίμησε ότι καμία άλλη χώρα δεν προτίθεται να ακολουθήσει τα χνάρια της Γερμανίας στην ενεργειακή στροφή που πραγματοποιεί προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ωστόσο, όπως παραδέχθηκε, αν γίνουν σημαντικές διεθνείς επενδύσεις στο πεδίο του κλίματος, τότε «θα προκύψουν νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες για τις γερμανικές επιχειρήσεις».

 

Μεγάλες δυνατότητες εξαγωγών για τη Γερμανία

Μεγάλες ευκαιρίες οικονομικής δραστηριότητας διακρίνει και η Κλαούντια Κέμπφερτ, οικονομολόγος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών με εξειδίκευση στον ενεργειακό τομέα.

Όπως επισήμανε μιλώντας στην DW, φιλικές προς το περιβάλλον τεχνολογίες από τα βιομηχανικά κράτη θα μπορούσαν να πωληθούν σε χώρες με αναδυόμενες οικονομίες, δεδομένου ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι, όπως υπογράμμισε, πιο φθηνές από ποτέ. Από αυτό το γεγονός θα μπορούσαν να επωφεληθούν χώρες όπως η Ινδία και η Κίνα.

Νέες ευκαιρίες τόνωσης των εξαγωγών διακρίνει και ο Σύνδεσμος Γερμανών Κατασκευαστών Μηχανημάτων (VDMA). Όπως επισήμανε ο Ματίας Τσέλινγκερ, εκπρόσωπος του VDMA για ενεργειακά ζητήματα, η συμφωνία του Παρισιού θα επιβεβαιώσει την τάση για παγκόσμια προστασία του περιβάλλοντος.

Κάτι που συνιστά κατά τη γνώμη του σημαντικό παράγοντα για τον κλάδο της κατασκευής μηχανημάτων στη Γερμανία, οι επιχειρήσεις της οποίας κατασκευάζουν σύγχρονες τεχνολογίες που μπορούν να πωληθούν εκτός των συνόρων.

Πηγή: DW

Exit mobile version