Από την πρώτη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε το σχέδιο για τόνωση της οικονομίας της ευρωζώνης με ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα αγορών ομολόγων, οι αγορές ήταν προετοιμασμένες για φουρτούνες.
Στην αρχή οι ανησυχίες επικεντρώθηκαν στην χαμηλή ρευστότητα και στις τιμές που αγοράζονταν τα ομόλογα, τώρα εστιάζουν στην έλλειψη επιλέξιμων τίτλων.
Ο τρόπος λειτουργίας του προγράμματος της ΕΚΤ κάνει τις τράπεζες και τους επενδυτές να πιστεύουν ότι η κεντρική τράπεζα δεν μπορεί να διατηρήσει τις μηνιαίες αγορές ομολόγων στα 80 δισ. ευρώ όπως είχε προγραμματιστεί ή να επεκτείνει την ποσοτική χαλάρωση, εκτός και να χαλαρώσει τους κανονισμούς για το τι μπορεί να αγοράσει.
Με την ανάκαμψη της ευρωζώνης να αποδεικνύεται εξαιρετικά αδύναμη, ο Μάριο Ντράγκι επανέλαβε ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει το QE τουλάχιστον μέχρι τον Μάρτιο και πολλοί οικονομολόγοι αναμένουν ότι θα αναγκαστεί να παρατείνει το πρόγραμμα πέρα από αυτήν την ημερομηνία.
Αλλά αναλυτές χρέους σε τράπεζες όπως οι Citi, HSBC, Bank of America Merrill Lynch, BNP Paribas και JPMorgan και επενδυτές όπως η Pimco, υποστηρίζουν ότι το πρόγραμμα των 1,6 τρισ. ευρώ ετοιμάζεται να βρει σε τοίχο, ίσως και μέσα στο 2016. Το πρόβλημα είναι πως κανείς εκτός ΕΚΤ δεν ξέρει πόσο κοντά είναι ο τοίχος.
Σε αντίθεση με την Τράπεζα της Αγγλίας, η ΕΚΤ έχει επιλέξει να μην προσφέρει στην αγορά ακριβή στοιχεία για τα ομόλογα που έχει στον ισολογισμό της. Έχει επιλέξει να αγοράσει κρατικά ομόλογα και ομόλογα που έχουν εκδώσει κρατικές υπηρεσίες και έχει αποφύγει να δημοσιεύσει λεπτομέρειες για την ποσότητα ενός συγκεκριμένου ομολόγου που έχει στην κατοχή της, αναγκάζοντας οικονομολόγους και αναλυτές να κάνουν υπολογισμούς.
Το σημείο εκκίνησης είναι η αγοραία αξία του χρέους κρατών και κρατικών υπηρεσιών που βρίσκεται σε κυκλοφορία, καθώς και των υπερ-κρατικών και υπο-κρατικών τίτλων – αυτήν την στιγμή στα 7,5 τρισ. ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία της ολλανδικής τράπεζας Radobank.
Ωστόσο, ο όγκος των ομολόγων που μπορεί να αγοράσει η ΕΚΤ είναι πολύ μικρότερος γιατί οι κανονισμοί της δεν της επιτρέπουν να διακρατεί πάνω από το ένα τρίτο μιας συγκεκριμένης έκδοσης ομολόγου ή πάνω από το ένα τρίτο του χρέους οποιασδήποτε χώρας. Οι κανονισμοί αυτοί αναγκάζουν επίσης την τράπεζα να αγοράζει ομόλογα σε συσχέτιση με το μέγεθος της οικονομίας μιας χώρας, κάτι που σημαίνει ότι πρέπει να αγοράσει πολύ μεγαλύτερη ποσότητα γερμανικών ομολόγων σε σχέση με τίτλους άλλων κρατών.
Η κεντρική τράπεζα περιορίζει επίσης τις αγορές ομολόγων σε ωριμάνσεις μεταξύ δύο και τριάντα ετών και με απόδοση πάνω από το επιτόκιο καταθέσεων του -0,4%, ένας περιορισμός που έχει προκαλέσει μεγάλες πιέσεις, καθώς το ράλι στις αγορές ομολόγων πιέζει τις αποδόσεις του χρέους της ευρωζώνης σε αρνητικό έδαφος.
Η Tradeweb, η οποία χρησιμοποιεί δεδομένα από την δική της πλατφόρμα συναλλαγών, υπολογίζει ότι υπάρχουν 1,5 τρισ. ευρώ κρατικού χρέους της ευρωζώνης με ωρίμανση μεταξύ δύο με 30 έτη και απόδοση κάτω από το -0,4%, καθιστώντας τα ομόλογα αυτά μη επιλέξιμα από την ΕΚΤ.
Ωστόσο, το νούμερο δεν λαμβάνει υπόψη ομόλογα που έχει ήδη στην κατοχή της ΕΚΤ, κάτι που σημαίνει πως η πραγματική ποσότητα του μη επιλέξιμου χρέους είναι μάλλον μεγαλύτερη.
Η Citi πιστεύει ότι η έλλειψη τίτλων είναι τόσο μεγάλη που η ΕΚΤ δεν θα έχει διαθέσιμους γερμανικούς τίτλους να αγοράσει ως το Νοέμβριο, αν και η Bofa εκτιμά ότι το πρόγραμμα μπορεί να συνεχιστεί χωρίς αλλαγές ως το τέλος του έτους.
«Η φύση των στοιχείων για το QE που δημοσιεύει η ΕΚΤ σημαίνει πως πρέπει να γίνουν προσεγγίσεις και υποθέσεις για να υπολογιστεί πόσο κοντά στα όρια της είναι η κεντρική τράπεζα» ανέφερε αναλυτής της BofA, Ρουαίρι Χουριχάν. «Υπάρχει ένα σχετικά μεγάλο εύρος υπολογισμών για το πότε θα πιάσει αυτό το όριο η Bundesbank» πρόσθεσε.
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr