Οι bull markets λέγεται πως συνεχίζουν την πορεία τους κόντρα στις ανησυχίες. Το βέβαιο είναι πως υπάρχουν πολλοί λόγοι για να ανησυχεί κανείς. Αλλά οι αγορές έχουν σταματήσει να ανεβαίνουν, κάτι που δείχνει πως η bull market είναι νεκρή. Από την στιγμή που οι αγορές είναι ήδη υπερτιμημένες, δεν πρέπει να μας προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη.
Ο δείκτης S&P 500 έχει στην πραγματικότητα μείνει στάσιμος από τον Ιούνιο του 2014. Σύμφωνα με τον κυκλικά προσαρμοσμένο λόγο τιμής/κερδών του Robert Shiller, η αγορά των ΗΠΑ ήταν πιο υπερτιμημένη από ότι είναι σήμερα μόνο όταν έσπασαν οι καταστροφικές φούσκες το 1929 και το 2000. Η γνωστή μέτρηση του καθηγητή Shiller για την αξία δεν είναι αλάνθαστη. Αλλά είναι μια προειδοποίηση ότι οι αποτιμήσεις των μετοχών είναι ήδη πολύ γενναιόδωρες και ότι η συνέχιση της bull market μπορεί να είναι επικίνδυνη.
Επιπλέον, είναι ακόμα πιο σημαντικό ότι έχουν ξεκινήσει οι αναπροσαρμογές χαρτοφυλακίων. Η πιο σημαντική αλλαγή εντοπίζεται στις προσδοκίες για τις οικονομικές και χρηματοπιστωτικές προοπτικές των αναδυόμενων οικονομιών. Ως εκ τούτου, κεφάλαια φεύγουν αυτήν την στιγμή από τις αναδυόμενες αγορές. Οι εκροές αυτές ενισχύουν το δολάριο, κάτι που κάνει την απόφαση της Fed να προχωρήσει σε σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής να φαίνεται με μεγάλη γκάφα.
Στην νέα της έκθεση για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, η Παγκόσμια Τράπεζα αναδεικνύει το μέγεθος της απογοήτευσης με τις αναδυόμενες αγορές (και μέσα σε αυτές). Σημειώνει πως οι μισές από τις 20 μεγαλύτερες χρηματιστηριακές αγορές αναδυόμενων χωρών αντιμετώπισαν πτώσεις ως και 20% ή παραπάνω από τα υψηλά του 2015. Τα νομίσματα των εξαγωγέων εμπορευμάτων (μεταξύ των οποίων και οι Βραζιλία, Ινδονησία, Μαλαισία, Ρωσία και Νότια Αφρική) και μεγάλων αναδυόμενων χωρών που αντιμετωπίζουν αυξημένο πολιτικό ρίσκο (συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας και της Βραζιλίας), έπεσαν σε πολυετή χαμηλά.
Οι επενδυτές απέσυραν περίπου 52 δισ. δολάρια από funds μετοχών και ομολόγων των αναδυόμενων αγορών στο τρίτο τρίμηνο του 2015. Ήταν η μεγαλύτερη τριμηνιαία εκροή που έχει καταγραφεί. Οι εκροές από τράπεζες και βραχυπρόθεσμο χρέος από την Κίνα, σε συνδυασμό με την υποχώρηση στην Ρωσία, αναλογούν στο μεγαλύτερο μέρος της αιμορραγίας αυτής. Αλλά πάγωσαν και οι βραχυπρόθεσμες κεφαλαιακές εισροές στις υπόλοιπες περιοχές στο τρίτο τρίμηνο του 2015. Οι καθαρές κεφαλαιακές ροές στις αναδυόμενες και σε παραμεθόριες οικονομίες έπεσαν ακόμα και σε μηδενικά επίπεδα, το χαμηλότερο επίπεδο από την κρίση του 2008-2009. Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό δεν είναι μόνο η μείωση στις εισροές αλλά και το τεράστιο μέγεθος των εκροών.
Τι βρίσκεται πίσω από αυτό; Η αναδίπλωση λόγω της αναμενόμενης σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής στις ΗΠΑ είναι ένας λόγος. Ένας άλλος λόγος είναι ο αντίκτυπος από την πτώση στις τιμές των εμπορευμάτων σε μια σειρά από αναδυόμενες οικονομίες, μεταξύ των οποίων η Ρωσία, η Βραζιλία και η Νότια Αφρική. Ωστόσο ένας άλλος παράγοντας είναι η γεωπολιτική αστάθεια, ειδικά στην Μέση Ανατολή.
Τα σκάνδαλα διαφθοράς ξεσπούν συνήθως εκεί οπού αρχίζουν τα οικονομικά προβλήματα. Δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη λοιπόν που η ηγεσία της Βραζιλίας εμπλέκεται σε ένα μεγάλο σκάνδαλο. Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ προσπαθεί να καθαρίσει την χωρά, αλλά το κυνήγι της διαφθοράς στο οποίο έχει επιδοθεί κάνει κακό στην εμπιστοσύνη.
Αλλά ο πιο σημαντικός λόγος είναι η συνειδητοποίηση της πτωτικής επίδοσης των αναδυόμενων οικονομιών – σε κυκλικούς και το κυριότερο σε διαρθρωτικούς όρους. Από τις πέντε χώρες των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική), μόνο η Ινδία βιώνει μια άνθηση. Το χειρότερο είναι πως κατά μέσο όρο περίπου το ένα τρίτο της επιβράδυνσης στις 24 μεγαλύτερες αναδυόμενες οικονομίες ανάμεσα στο 2010 και στο 2014 ήταν διαρθρωτικό. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η πτώση στο ρυθμό ανάπτυξης της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής ( total factor productivity) – μιας ευρείας μέτρησης της αποτελεσματικότητας. Ανησυχητική είναι επίσης και η επιβράδυνση της ανάπτυξης του εμπορίου, που εν μέρει είναι το αποτέλεσμα και εν μέρει η αιτία της πιο αδύναμης ανάπτυξης. Η παγκοσμιοποίηση χάνει ένα μέρος από το δυναμισμό της.
Η Κίνα είναι με διαφορά η πιο σημαντική αναδυόμενη οικονομία. Η αναταραχή στις αγορές έχει περιορίσει την εμπιστοσύνη στην ικανότητα της ηγεσίας της. Αλλά είναι κρίσιμο να καταλάβουμε ότι τα προβλήματα της δεν μπορούν να λυθούν με γρήγορα τεχνοκρατικά μέτρα. Η οικονομία αντιμετωπίζει μεγάλες ανισορροπίες, με υπερβολικά υψηλά ποσοστά αποταμίευσης και επένδυσης και υψηλό χρέος.
Ένας φυσιολογικός τρόπος για να λυθεί το πρόβλημα αυτό μπορεί να ήταν να επιτραπούν οι εκροές κεφαλαίων, μια μεγάλη υποτίμηση του γουάν και μια επανεμφάνιση των μεγάλων πλεονασμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Αλλά μια τέτοια «λύση» θα απειλούσε την σταθερότητα της υπόλοιπης παγκόσμιας οικονομίας, ειδικά από την στιγμή που η ευρωζώνη και η Ιαπωνία έχουν κάνει πάνω κάτω την ίδια επιλογή. Το Πεκίνο ανθίσταται στις πιέσεις: τα συναλλαγματικά αποθέματα έχουν πέσει κατά $660 δισ. (17%) από τον Ιούνιο του 2014. Ωστόσο, αν αυτό συνεχιστεί (και είναι σίγουρο ότι θα συνεχιστεί) οι αρχές θα πρέπει να επιβάλλουν πιο αυστηρούς ελέγχους για τις εκροές, κάτι που θα υπονόμευε τις μεταρρυθμίσεις ή να αφήσουν την ισοτιμία να βουτήξει, που θα αποσταθεροποιούσε ολόκληρο τον κόσμο.
Ότι συμβαίνει στις αναδυόμενες οικονομίες επηρεάζει άμεσα τις ζωές πολλών δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Έχει επίσης παγκόσμιο οικονομικό αντίκτυπο. Μια ακόμη ομάδα από πιστωτικές φούσκες, αυτές στις αναδυόμενες οικονομίες, σκάνε με πάταγο. Θα αφήσουν πίσω τους χρηματοπιστωτικά σοκ και αν δεν αντιμετωπιστούν σωστά, μη εξυπηρετούμενο χρέος.
Αλλά η αντιμετώπιση των χρηματοπιστωτικών λαθών του παρελθόντος – μια αποκαρδιωτικά γνώριμη εμπειρία – είναι μόνο μέρος της πρόκλησης που αντιμετωπίζει ο κόσμος. Εξίσου σημαντικό είναι να βρεθεί μια ισχυρή νέα μηχανή παραγωγής ζήτησης που θα αντικαταστήσει τις παλιές που αρχίζουν να εμφανίζουν βλάβες και να σβήνουν. Δεν είναι καθόλου προφανές που θα βρεθούν. Αλλά ο υπόλοιπος κόσμος ελπίζει, ενδεχομένως με υπερβολική αισιοδοξία, ότι οι ΗΠΑ θα προσφέρουν αυτό που χρειάζεται. Δυστυχώς, δεν θα το κάνει. Δεν θα το έκανε ακόμα και αν η Fed είχε επιλέξει να μην προχωρήσει σε σύσφιξη. Η προσαρμογή που περιμένει μια παγκόσμια οικονομία εθισμένη στις πιστωτικές φούσκες θα είναι δύσκολη. Πιθανότατα δεν θα είναι μια απόλυτη καταστροφή. Αλλά δεν θα είναι και κάτι πολύ ευχάριστο.
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr