FT: To ισχυρό κέντρο μόνο αντίδοτο στο λαϊκισμό

Ο απεχθής εθνικισμός δεν είναι αποκλειστικό χαρακτηριστικό της δεξιάς. Ένα από τα μηνύματα των υπέρμαχων του Brexit κατά τη διάρκεια της καμπάνιας για το δημοψήφισμα ήταν πως το πολύτιμο εθνικό σύστημα υγείας κινδυνεύει να διαλυθεί από δεκάδες εκατομμύρια Τούρκους μετανάστες.

Ο ισχυρισμός, ολότελα εσφαλμένος, έγινε από την Γκιζέλα Στιούαρτ, την βουλευτή των Εργατικών που ήταν επικεφαλής του στρατοπέδου υπέρ της εξόδου από την Ε.Ε.

Ο υπόρρητος ρατσισμός και η απαξίωση της αλήθειας είναι γνώριμα διαπιστευτήρια των λαϊκιστικών κινημάτων. Αυτό που τους δίνει πραγματική δύναμη είναι η μείξη αριστερών και δεξιών στοιχείων.

Οι σημερινοί εθνικιστικές απευθύνονται στις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ανησυχίες των ψηφοφόρων της εργατικής τάξης που νιώθουν αδικημένοι από την παγκοσμιοποίηση. Μεγάλο μέρος της παραδοσιακής ευρωπαϊκής αριστεράς έχει συντριβεί από αυτό το λαϊκιστικό ρεύμα.

Το κόμμα UKIP, που προωθεί το Brexit ξεκίνησε υπερφαλαγγίζοντας τους Συντηρητικούς από τα δεξιά. Το κόμμα του Νάιτζελ Φάρατζ πέτυχε την πρώτη του νίκη αναγκάζοντας την κυβέρνηση των Τόρηδων να ζητήσει δημοψήφισμα για την συμμετοχή στην Ε.Ε.

Αλλά το δημοψήφισμα κερδήθηκε από τους οπαδούς του Brexit μόνο γιατί ο αντισυστημικός, ξενοφοβικός εθνικισμός κέρδισε την στήριξη μεγάλου μέρους των ψηφοφόρων των Εργατικών.

Αυτή την εβδομάδα, ο κ. Φάρατζ, απολαμβάνοντας εμφανώς την πολυδιαφημισμένη φιλία του με τονΝτόναλντ Τραμπ, νεοεκλεγέντα πρόεδρο των ΗΠΑ και εξίσου λαϊκιστή, αποσύρθηκε από την ηγεσία του UKIP. O διάδοχος του Πολ Νάταλ, βλέπει το μέλλον του κόμματος ως τη φωνή των οργισμένων υποστηρικτών των Εργατικών στις βιομηχανικές περιοχές της Βόρειας Αγγλίας.

Το κεντροδεξιό Ρεπουμπλικανικό κόμμα της Γαλλίας επέλεξε το Φρανσουά Φιγιόν ως τον υποψήφιο του για τις προεδρικές εκλογές του 2017. Ο κ. Φιγιόν, οικονομικά φιλελεύθερος αλλά συντηρητικός σε κοινωνικά θέματα, αντιμετωπίζεται από πολλούς ως ο υποψήφιος με τις περισσότερες πιθανότητες να ξεπεράσει την πρόκληση του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου της Μαρίν Λεπέν. Αυτό μπορεί να αποδειχθεί αλήθεια. Αλλά αυτό που προκαλεί πραγματικά εντύπωση είναι η απήχηση που έχει η Λεπέν στους ψηφοφόρους της εργατικής τάξης. Η ίδια θέλει να παρουσιάσει τις εκλογές ως ένα δίλημμα ανάμεσα στο «φιλελευθερισμό της Θάτσερ» του κ. Φιγιόν και των πολιτικών πρόνοιας του Εθνικού Μετώπου.

Η παραδοσιακή αριστερά είναι εξαφανισμένη. Η Γαλλία έχει ένα σοσιαλιστή πρόεδρο ο οποίος αποφάσισε να μην θέσει ξανά υποψηφιότητα. Τα ποσοστά αποδοχής του είχαν υποχωρήσει σε μονοψήφια νούμερα, αρκετά κάτω από αυτά του κεντρώου Εμανουέλ Μακρόν, του πρώην υπουργού Οικονομίας του. Όπως έχουν τα πράγματα, η κα. Λεπέν και ο κ. Φιγιόν θα βρεθούν αντιμέτωποι στο δεύτερο γύρο.

Για την Ε.Ε., η απειλή είναι υπαρξιακή. Το Brexit ήταν ένα χτύπημα. Η νίκη του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία θα είναι μοιραία.

Στις ΗΠΑ, η Χίλαρι Κλίντον κέρδισε την λαϊκή ψήφο αλλά έχασε τους παραδοσιακούς υποστηρικτές του κόμματος στις πολιτείες στη λεγόμενη «ζώνη της σκουριάς» (rust belt), που θεωρούνταν προπύργια των Δημοκρατικών. Η οργή κατά των ελίτ, ο αυτοχθονισμός και ο οικονομικός προστατευτισμός μπορεί να ενοχλούσαν τους ευκατάστατους, μορφωμένους Αμερικανούς και να πρόσβαλαν πολλές μειονότητες, αλλά το εκλογικό αποτέλεσμα αποτυπώνει τον πόνο των χαμηλόμισθων εργαζομένων που βρισκόταν και πίσω από την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε.

Σε όλη την Ευρώπη, τα κόμματα της κεντροαριστεράς έχουν ακινητοποιηθεί από το αφήγημα των λαϊκιστών για τους ντόπιους που έχουν εκτοπιστεί. Ο Ιταλός πρωθυπουργός, Ματέο Ρέντσι, μπορεί να χάσει τη θέση του από το Κίνημα των Πέντε Αστέρων του Μπέμπε Γκρίλο, ένα κόμμα που κηρύττει τον επιθετικό εθνικισμό που χαρακτηρίζει και τον Τραμπ.

Η Γερμανία έχει αποφύγει ακραίες λαϊκιστικές αντιδράσεις, αλλά αν υπάρχει μια απειλή για την επανεκλογή της Άγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία προέρχεται από τα την άκρα δεξιά, παρά από τους Σοσιαλδημοκράτες.

Η Αυστρία μπορεί να εκλέξει ως πρόεδρο τον ηγέτη ενός κόμματος που ίδρυσαν πρώην Ναζί.

Ορισμένοι στην αριστερά πιστεύουν ότι η απάντηση είναι να μετατοπιστούν ακόμα πιο αριστερά. Αυτοί που υποστήριξαν τον Μπέρνι Σάντερς ενάντια στην κα. Κλίντον στους προκριματικούς των Δημοκρατικών λένε πως θα είχε καλύτερες πιθανότητες να κερδίσει τον κ. Τραμπ. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να στηρίζουν αυτό τον ισχυρισμό.

Είναι αλήθεια, πως η άκρα αριστερά και η άκρα δεξιά μοιράζονται μια κρατικιστική, προστατευτική αντίληψη της οικονομίας. Οι απόψεις της κα. Λεπέν για τον παγκόσμιο καπιταλισμό δεν διαφέρουν και τόσο πολύ από αυτές του Τζέρεμι Κόρμπιν, του ηγέτη του κόμματος των Εργατικών στη Βρετανία. Υπάρχει επίσης και ένας αμοιβαίος θαυμασμός για ισχυρούς ηγέτες όπως ο Βλαντιμίρ Πούτιν της Ρωσίας.

Αλλά σε οποιαδήποτε μεταξύ τους αναμέτρηση, η λαϊκιστική δεξιά θα υπερφαλαγγίζει πάντα την αριστερά, αναδεικνύοντας τα ζητήματα της ταυτότητας και του πολιτισμού που έπαιξαν ρόλο στην ανάπτυξη του ρεύματος κατά του κατεστημένου.

Η απόδειξη βρίσκεται στην αποτυχία πολιτικών όπως ο κ. Κόρμπιν, ο οποίος αυτή την εβδομάδα ένιωσε την ανάγκη να επαινέσει τα επιτεύγματα του Φιντέλ Κάστρο, πρώην προέδρου της Κούβας.

Η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι είναι εγκλωβισμένη στο βούρκο του Brexit. Οι υπουργοί είναι σε πόλεμο ο ένας με τον άλλον, η στερλίνα έχει υποχωρήσει και η οικονομία επιβραδύνεται. Ωστόσο, είναι ο κ. Κόρμπιν που βουτάει στις δημοσκοπήσεις.

Το δίδαγμα για τα κόμμα της αριστεράς – και της μετριοπαθούς δεξιάς – είναι πως ο λαϊκισμός μπορεί να κερδηθεί μόνο από αυτό που χαρακτηρίζεται ως «σκληρό κέντρο».

Η παγκοσμιοποίηση δεν μπορεί να εξαφανιστεί, ούτε μπορεί να συνεχίσει να διανέμει όλα τα κέρδη στους πλουσιότερους. Το κλείσιμο των συνόρων θα τους κάνει όλους φτωχότερους. Ωστόσο, οι κοινότητες χρειάζονται βοήθεια για να αντέξουν την κοινωνική αναταραχή. Ο πατριωτισμός είναι καλοδεχούμενος αλλά δεν πρέπει να μετατραπεί σε ξενοφοβία. Οι πολυεθνικές πρέπει να πληρώνουν φόρους και τα συμβούλια να περικόψουν τις υπερβολικές αποδοχές των στελεχών.

Οι παραλληλισμοί που γίνονται συχνά με την δεκαετία του 1930 είναι ανακριβείς και αποθαρρυντικοί. Είναι υπερβολικά πολλοί αυτοί που έχουν χάσει την πίστη τους στο σύστημα. Και κάτι έχει πάει πολύ στραβά όταν ψηφοφόροι από πλούσιες δημοκρατίες υποστηρίζουν διαρκώς ότι περιμένουν πως τα παιδιά τους θα είναι σε χειρότερη θέση από τους ίδιους.

Οι λαϊκιστές τρέφονται από την απαισιοδοξία αυτή. Αυτό που χρειάζεται η πολιτική είναι η αισιοδοξία ενός ισχυρού κέντρου.

Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr


Exit mobile version