H Eυρωζώνη επιβίωσε από τη διπλή ανατάραξη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2007-2009 και της δικής της κρίσης το 2010-2012. Απολαμβάνει μια καλή ανάκαμψη. Ωστόσο αυτό δεν είναι δικαιολογία για εφησυχασμό: η πραγματική κατά κεφαλήν παραγωγή της ευρωζώνης έχει πληγεί από μια χαμένη δεκαετία. Η ανάκαμψη είναι περισσότερο μια ευκαιρία για μεταρρυθμίσεις, τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο ευρωζώνης. Το ερώτημα είναι ποιες μεταρρυθμίσεις θα επιλέξουν.
Φέτος, το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ της ευρωζώνης θα ξεπεράσει επιτέλους το επίπεδο του 2007. Από το 2013, η κατά κεφαλήν παραγωγή της ευρωζώνης αυξάνεται σε μεγάλο βαθμό με τον ίδιο ρυθμό με τις ΗΠΑ. Κύρια εξήγηση γι’ αυτή την αλλαγή, πέραν των συνηθισμένων κυκλικών δυνάμεων, έχει σταθεί η αποφασιστικότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, υπό τον Μάριο Ντράγκι, να κάνει σωστά τη δουλειά της (βλ. διαγράμματα).
Μια καθοριστική στιγμή ήταν η δήλωση του κ. Ντράγκι, τον Ιούλιο του 2012, σε μια περίοδο κρίσης στις αγορές κυβερνητικού χρέους, ότι: «Στο πλαίσιο της εντολής μας, η ΕΚΤ είναι έτοιμη να κάνει οτιδήποτε χρειαστεί για να διατηρήσει το ευρώ. Και πιστέψτε με, αυτό θα είναι αρκετό».
Είχε δίκιο. Η ανακοίνωση του προγράμματος Outright Monetary Transactions (OMT) της ΕΚΤ τον Αύγουστο του 2012, μετέτρεψε την υπόσχεσή του σε πολιτική. Αυτό άλλαξε την άποψη της αγοράς και πίεσε πτωτικά τις αυξημένες αποδόσεις των ιταλικών και των ισπανικών κυβερνητικών ομολόγων. Η ΕΚΤ μείωσε τα επιτόκια και, το 2015, ξεκίνησε και το πρόγραμμα αγορών ομολόγων.
Άλλα βήματα περιλαμβάνουν τη δημιουργία του EFSF και του μόνιμου διαδόχου του, του ESM, προγράμματα στήριξης σε χώρες που έχουν πληγεί από την κρίση, τέσσερα από τα οποία -εκείνα της Κύπρου, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας- έχουν αυτή τη στιγμή ολοκληρωθεί επιτυχώς. Επίσης περιλαμβάνουν την αποφασιστικότητα χωρών που έχουν πληγεί από την κρίση, να κάνουν ό,τι είναι απαραίτητο για να μείνουν στην ευρωζώνη, τη δημιουργία του SSM για τις τράπεζες, καθώς και βήματα προς μια τραπεζική ένωση και μια ένωση αγορών κεφαλαίου. Ό,τι λάθη κι αν έγιναν στη δημιουργία και τη λειτουργία της ευρωζώνης, τα μέλη έχουν δείξει πως είναι μακράν πιο αποφασισμένα να την κρατήσουν στη ζωή απ’ ότι περίμεναν οι εκτός της ευρωζώνης, ιδιαίτερα η Βρετανία και οι ΗΠΑ.
Κι όμως, προκλήσεις παραμένουν. Στην πιο πρόσφατη ανάλυσή του για την ευρωζώνη, το ΔΝΤ σημειώνει ότι: «Η κρίση των ετών 2007-2008 σηματοδοτεί το τέλος της τάσης σύγκλισης και την έναρξη μιας τάσης απόκλισης, η οποία διορθώνεται πολύ αργά».
Πράγματι, κάποιες χώρες που υπέφεραν από την κρίση έχουν επιδείξει δραματική ανάκαμψη, ιδιαίτερα η Ιρλανδία. Το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Πορτογαλίας και της Ισπανίας έχει, επίσης, επιστρέψει εκεί που ήταν το 2007. Ωστόσο η Γερμανία έχει καταγράψει άνοδο 20% σε σύγκριση με την Ιταλία την τελευταία δεκαετία. Το ελληνικό πραγματικό ΑΕΠ είναι ακόμη παραπάνω από 20% χαμηλότερο απ’ ότι ήταν το 2007. Η ανεργία επίσης παραμένει αυξημένη στην Ελλάδα, στην Ισπανία και, σε μικρότερο βαθμό, στην Ιταλία.
Ακόμη, το δημόσιο και το ιδιωτικό χρέος παραμένουν υψηλά σε πολλές χώρες. Βοηθάει, επομένως, που η ανάπτυξη του ονομαστικού ΑΕΠ είναι αυτή τη στιγμή υψηλότερη από την απόδοση των κυβερνητικών ομολόγων, ακόμη και στην Ιταλία. Εν μέρει διότι το χρέος πλεονάζει, αλλά και γιατί η υπομονή του κόσμου έχει υποχωρήσει και το περιθώριο για πολιτικούς ελιγμούς είναι περιορισμένο, άλλη μια ανατάραξη θα μπορούσε να ήταν καταστροφή. Αυτή η ανάκαμψη πρέπει να κρατήσει.
Άρα η ΕΚΤ δεν πρέπει να συσφίξει πρόωρα την πολιτική. Εξάλλου, ο δομικός πληθωρισμός είναι κάτω του 2% από το 2008. Η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει επίσης να χρησιμοποιηθεί όπου υπάρχει περιθώριο, ιδιαίτερα στη Γερμανία. Οι πιο αδύναμες οικονομίες θα πρέπει να προχωρήσουν δυναμικά με φιλικές στην ανάπτυξη και την απασχόληση μεταρρυθμίσεις.
Τι γίνεται, έπειτα, με τις μεταρρυθμίσεις της ευρωζώνης; Αμφισβητώ τη σοφία και την εφαρμοσιμότητατων προτάσεων του Εμανουέλ Μακρόν, ιδιαίτερα των ιδεών του για μια σημαντικά πιο βαθιά δημοσιονομική ολοκλήρωση. Τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών θα πρέπει, επιπλέον, να καθιστούν την μετατόπιση προς κάτι τέτοιο, μακράν πιο δύσκολη. Η τραπεζική ένωση πράγματι χρειάζεται δημοσιονομική στήριξη για ασφάλιση των καταθέσεων. Αλλά ίσως η δημοσιονομική ολοκλήρωση να μπορεί να φτάσει μόνο ως εκεί.
Ο Adam Lerrick του American Enterprise Institute έχει προτείνει ένα σύστημα, για να αμβλυνθεί ο αντίκτυπος των ασύμμετρων δημοσιονομικών αναταράξεων, χωρίς στήριξη της ΕΚΤ και χωρίς διαρκείς μεταβιβάσεις δημοσιονομικών πόρων. Σε μια κρίση, οι αποδόσεις των κυβερνητικών ομολόγων των ευάλωτων χωρών αυξάνονται συγκριτικά με των πιο ισχυρών. Σύμφωνα με τον κ. Lerrick, στο peak της κρίσης της ευρωζώνης, το 2012, η απροσδόκητη άνοδος στα συγκριτικά επιτόκια κόστισε στην Ισπανία και στην Ιταλία παραπάνω από πέντε δισ. ευρώ το χρόνο συνολικά. Στη διάρκεια μιας μέσης λήξης στα επτά χρόνια, ο αντίκτυπος ξεπέρασε τα 35 δισ. ευρώ.
Αν ένα μέρος των κερδών των ισχυρών μεταβιβαζόταν προσωρινά στους αδύναμους, αυτός ο αντίκτυπος θα μετριαζόταν. Στο πλαίσιο της πρότασης του κ. Lerrick: «Μέλη που λαμβάνουν απροσδόκητη μείωση στα συγκριτικά κόστη χρηματοδότησης θα συμβάλλουν το 50% του κέρδους τους στο λογαριασμό σταθεροποίησης Eurozone Financing Cost Stabilisation Account». Αυτά τα κεφάλαια θα πάνε σε μέλη που έχουν απροσδόκητη αύξηση στα συγκριτικά κόστη χρηματοδότησης, για να καλύψουν το 50% των απωλειών τους. Οι μεταβιβάσεις θα σταματήσουν όταν οι συγκριτικές αποδόσεις σταθεροποιηθούν και θα αποπληρώνονται καθώς θα αντιστρέφονται. Οι χώρες θα είναι επιλέξιμες μόνο αν μένουν πιστές στους δημοσιονομικούς κανόνες.
Αυτό το σχέδιο δεν θα απαιτούσε νέα συνθήκη, δεν θα παρήγαγε διαρκείς μεταβιβάσεις και δεν θα μετατόπιζε στην κοινωνία τους πιστωτικούς κινδύνους. Αλλά θα ήταν μια κίνηση αλληλεγγύης. Ταυτόχρονα θα περιόριζε την ανάγκη για τις OMT της ΕΚΤ. Πολιτικά, επομένως, αυτή η ιδέα μπορεί να είναι ελκυστική στους Γερμανούς, ενώ θα ισχυροποιεί την αλληλεγγύη που επιθυμούν άλλοι. Αυτό είναι το είδος της ευρηματικής ιδέας που θα έπρεπε να εξετάζει η ευρωζώνη. Η ευρωζώνη δεν θα είναι ποτέ μια φυσιολογική δημοσιονομική ομοσπονδία. Είναι απαραίτητο να επινοηθούν εναλλακτικές.
Είναι κρίσιμο η ευρωζώνη να μην επιβιώσει απλώς, όπως κάνει προς το παρόν, αλλά να ακμάσει, οικονομικά και επομένως πολιτικά. Άρα η περίοδος της ανάκαμψης συνιστά μια ευκαιρία ώστε τα μέλη να προωθήσουν δυναμικά μεταρρυθμίσεις, τόσο μεμονωμένα όσο και συλλογικά. Αν αποτύχουν, ακόμη χειρότερες κρίσεις μπορεί να έρθουν.
Πηγή Πληροφοριών: Financial Times, Euro2day.gr