FT: Πως ο Τραμπ μπορεί να δικαιώσει τους κεϋνσιανούς

Με τις προεδρικές εκλογές να έχουν ολοκληρωθεί και το σοκ από την νίκη του Ντόναλντ Τραμπ να έχει υποχωρήσει, η προσοχή όλου του κόσμου στρέφεται τώρα στις πολιτικές που θα εφαρμόσει ο νεοεκλεγέντας Αμερικανός πρόεδρος.

Υπάρχει δικαιολογημένη αβεβαιότητα, δεδομένης της αποστροφής του κ. Τραμπ προς την ακρίβεια και την συνέπεια.

Αλλά στο τέλος της προεκλογικής καμπάνιας, η ομάδα του παρουσίασε ένα σχέδιο για τις πρώτες 100 ημέρες της θητείας του που περιέχει αρκετές λεπτομέρειες.

Είναι ένα καλό σημείο εκκίνησης για κάποιες πρώτες εκτιμήσεις σχετικά με την προεδρία του.

Περιλαμβάνει ένα μεγάλο αριθμό εκτελεστικών διαταγμάτων για τον περιορισμό του μεγέθους και του εύρους της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, τον περιορισμό του λόμπινγκ, την πάταξη της μετανάστευσης και το ξήλωμα όλων όσων εισήγαγε η κυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα, ειδικά των πολιτικών για το περιβάλλον. Πέρα από αυτά υπάρχουν δύο είδη υποσχέσεων που έχουν μεγάλη σημασία για την οικονομία.

Η πρώτη αφορά το εμπόριο, με μια σαφή δέσμευση για επαναδιαπραγμάτευση η απόσυρση από την NAFTA και για αποχώρηση από την εμπορική συμφωνία TPP. Oι γεωστρατηγικές συνέπειες είναι άμεσα ορατές. Σύμφωνα με το Reuters, το Πεκίνο δεν έχασε καθόλου χρόνο να καλέσει τους εμπορικούς εταίρους της Ουάσινγκτον που υπέγραψαν την TPP, για να στηρίξουν αντίθετα μια νέα εμπορική συμφωνία στην περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού υπό την καθοδήγηση της Κίνας.

Και αυτή μπορεί να είναι μόνο η αρχή. Όσοι σκέφτονται ή υποψιάζονται ότι ο κ. Τραμπ θα μπορούσε να ξεκινήσει ένα παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο δεν θα μπορούν να κλείσουν μάτι: δεδομένης της σκληρής στάσης που έχει ήδη υιοθετήσει κατά του ελεύθερου εμπορίου, τι μπορούμε να περιμένουμε, όπως ρωτάει ο Πολ Μπλουστάιν, όταν μια μεγάλη αμερικάνικη εταιρεία ανακοινώνει την μετεγκατάσταση ενός εργοστασίου σε άλλη χώρα; Όπως έχουμε επισημαίνει σε προηγούμενα άρθρα η απάντηση της αύξησης των δασμών που έχει προτείνει ο κ. Τραμπ θα μπορούσε να έχει εξαιρετικά δυσμενείς συνέπειες, όχι μόνο για την οικονομία των ΗΠΑ.

Η άλλη ομάδα οικονομικών προτάσεων περιλαμβάνει νομοθεσία για μείωση φόρων – στην κορυφή της λίστας με τις άμεσες νομοθετικές πράξεις, που καταδεικνύει τη σημασία της. Αυτό συνδυάζεται με νόμους που εισάγουν φορολογικά κίνητρα για υποδομές και απαλλαγές για τις προσωπικές δαπάνες και την υγειονομική περίθαλψη (σε αντικατάσταση του Obamacare) και την φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων. Και φυσικά στο νικητήριο λόγο του και σε άλλες περιπτώσεις, ο κ. Τραμπ έχει υποσχεθεί να ξαναφτιάξει «τους αυτοκινητόδρομους, τις γέφυρες, τα τούνελ, τα αεροδρόμια, τα σχολεία, τα νοσοκομεία».

Τρεις θα είναι οι άμεσες επιπτώσεις των σχεδίων αυτών, που μπορεί να είναι όλες εξαιρετικά σημαντικές. Η μία είναι διανεμητική: τα φορολογικά σχέδια του κ. Τραμπ θα ευνοήσουν πάνω από όλα τους πλούσιους όπως τον ίδιο και τα παιδιά του. Η δεύτερη αφορά τον προϋπολογισμό, όπου ο κ. Τραμπ θα διογκώσει και πάλι το έλλειμμα. Αλλά η τρίτη, που συνδέεται άμεσα με τη δεύτερη, αφορά τόσο την δημοσιονομική όσο και την νομισματική πολιτική. Η χρηματοδότηση των δημόσιων δαπανών με αύξηση των ελλειμμάτων θα ασκήσει ανοδικές πιέσεις στην οικονομική δραστηριότητα και στον πληθωρισμό, το οποίο θα επέτρεπε στην Fed (και σε άλλες κεντρικές τράπεζες) να αρχίσει την σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής.

Κατά ειρωνικό τρόπο, μια σημαντική δημοσιονομική τόνωση, ειδικά στις υποδομές, είναι αυτό που ζητούν αρκετοί αριστεροί-φιλελεύθεροι οικονομολόγοι. Τώρα μπορεί να σκέφτονται ότι ίσως να μην θέλουν κάτι τέτοιο. Αλλά θα έπρεπε να προετοιμάζονται για ένα οικονομικό πείραμα κεϋνσιανής δημοσιονομικής τόνωσης. Όπως αναλύει διεξοδικά ο Νιλ Ίρβιν, θα διαπιστώσουμε αν θα βοηθήσει πράγματι την οικονομία. Δεδομένου του τεράστιου ελλείμματος σε επενδύσεις κατά την διάρκεια της κρίσης, μια επενδυτική τόνωση θα ήταν καλοδεχούμενη.

Η προοπτική αυτή εξηγεί σύμφωνα με κάποιους τη σχετικά θετική αντίδραση των αγορών στην νίκη του κ. Τραμπ.

Ο Τζάστιν Φοξ επισημαίνει πως μια γρήγορα ανάκαμψη στης τιμές των μετοχών μετά το αρχικό σοκ, καθώς και η αύξηση στις αποδόσεις των αμερικάνικων ομολόγων, ευθυγραμμίζονται με τις προσδοκίες για μια δημοσιονομική τόνωση.

Ο Φοξ εκτιμά ακόμη πως η αύξηση της ζήτησης θα ήταν θετική για τα εταιρικά κέρδη και ότι αυτό είναι που κρατάει σε ηρεμία τους μετόχους, αν και πρόκειται για μια αρκετά πολύπλοκη αιτιακή αλυσίδα.

Σε κάθε περίπτωση, θα ήταν ότι καλύτερο αν η δημοσιονομική τόνωση και η αύξηση της ζήτησης που θα δημιουργήσει οδηγήσει και σε αύξηση των επενδύσεων από τις επιχειρήσεις. Τα εταιρικά κέρδη μπορεί να συρρικνώνονταν ως ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά η οικονομία θα αναπτυσσόταν γρηγορότερα.

Η απελευθέρωση των επενδύσεων είναι «κλειδί» για την έναρξη ενός ενάρετου κύκλου εγχώριας ανάπτυξης, όπως έχει υποστηρίξει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Θα μπορούσε παραδόξως ακόμα και να βοηθήσει να αντιστραφεί η επιβράδυνση του διεθνούς εμπορίου.

Αυτή είναι η πιο αισιόδοξη οπτική που μπορεί να υιοθετήσει κανείς για τον αντίκτυπο μιας δημοσιονομικής τόνωσης από τον κ. Τραμπ. Είναι επίσης πιθανόν να έχει επιβλαβείς κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις αν αυξήσει την ανισότητα, τινάζοντας ταυτόχρονα τα δημόσια οικονομικά. Και είναι αδύνατο να προβλέψει κανείς πόσο κακό θα προξενούσαν οι άλλες πολιτικές του κ. Τραμπ, του εμπορίου συμπεριλαμβανομένου, ενδεχόμενος αρκετό για να αντισταθμίσει τα θετικά μιας δημοσιονομικής τόνωση.

Αλλά και πάλι, μια δημοσιονομική τόνωση είναι από μόνη της καλοδεχούμενη, αν και όχι ακριβώς στη μορφή που ο κ. Τραμπ ετοιμάζεται να της δώσει.

Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr


Exit mobile version