του David Marsh*
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επωφελείται από μια γενική άνοδο στην αισιοδοξία για την οικονομία της ευρωζώνης, που έχει προκύψει από την πτώση των λαϊκίστικων αντιευρωπαϊκών δυνάμεων και από την εκλογή του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν. Αλλά πίσω από κάθε αχτίδα ελπίδας, πάντα υπάρχουν σύννεφα.
Η σύσφιξη της πίστωσης από την ΕΚΤ πλησιάζει -κάτι που φαίνεται από τη μεταβλητή αντίδραση της αγοράς στην αισιόδοξη ομιλία του Μάριο Ντράγκι, του προέδρου της ΕΚΤ, την περασμένη εβδομάδα από την Πορτογαλία. Αυτό θα ικανοποιήσει τη γερμανική Bundesbank, αλλά θα προκαλέσει βαθιά προβλήματα σε χώρες με μεγάλα χρέη, με πρώτη και κύρια την Ιταλία. Είναι μια καλή στιγμή για να αναλογιστούμε το μέλλον των ευρωπαϊκών θεσμών.
Έχει γίνει πολλή κουβέντα γύρω από το αν η προεδρία της ΕΚΤ θα περάσει σε κάποιο Γερμανό όταν αποσυρθεί ο Μάριο Ντράγκι, μετά από περίπου δύο χρόνια. Κι όμως, αντί να στοχεύει στην κορυφή της ΕΚΤ, ο Γενς Βάιντμαν, ο πρόεδρος της Bundesbank, θα πρέπει να ετοιμάζεται για ένα ακόμη μεγαλύτερο έπαθλο: τη διαδοχή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ως επόμενος υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας.
Από αυτή τη θέση, θα μπορούσε να επηρεάσει πολύ πιο αποφασιστικά την αναδιαμόρφωση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η γαλλογερμανική συνεργασία έχει μπει σε μια πιο ελπιδοφόρα φάση -αν και πολλά εξαρτώνται από το αν ο κ. Μακρόν θα μπορέσει ουσιαστικά να εφαρμόσει τα σχέδιά του για ανάπτυξη και για μεταρρυθμίσεις.
Στο συμβούλιο της ΕΚΤ, ο κ. Βάιντμαν και ο Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας, φαίνεται πως έχουν «σφραγίσει» ένα ανεπίσημο σύμφωνο μη επιθετικής πολιτικής (non-aggression pact) -δηλαδή να μην κοντραριστούν μεταξύ τους στο θέμα της νομισματικής πολιτικής. Επιρροές που έχουν προωθήσει τη γαλλογερμανική συμφωνία έχουν σταθεί η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, η απόφαση των Βρετανών να φύγουν από την ΕΕ, ακόμη και ο θάνατος του πρώην Γερμανού καγκελάριου Χέλμουτ Κολ στα μέσα Ιουνίου.
Η κηδεία του Κολ, με τελετές γεμάτες συναίσθημα και στις δύο πλευρές του Ρήνου, ήταν μια τέλεια ευκαιρία για επίδειξη του νέου γαλλογερμανικού πνεύματος. Αυτό δεν ήταν καθόλου αναμενόμενο. Ο κ. Σόιμπλε ανέφερε λίγο πριν το περσινό βρετανικό δημοψήφισμα πως οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, στην περίπτωση ψήφου υπέρ της αποχώρησης, δεν θα πρέπει να πιέσουν για βαθύτερη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, καθώς οι ψηφοφόροι θα το θεωρήσουν αυτό «τρελό».
Αυτή η μεταστροφή στο πολιτικό κλίμα έχει σημαντικές συνέπειες. Ο κ. Βάιντμαν και η γερμανική κυβέρνηση -όπου η Α. Μέρκελ, πρώην αφεντικό του, είναι πιθανό να παραμείνει καγκελάριος μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου- θα πρέπει να συνεχίσουν να υποστηρίζουν πως ο Βάιντμαν μπορεί να αναλάβει τον ρόλο του κ. Ντράγκι. Αυτό θα ήταν χρήσιμο για τη διαπραγματευτική θέση της Γερμανίας. Αλλά η ίδια η θέση μπορεί να είναι κάποιου είδους αντιπερισπασμός. Η Γαλλία πάντα ήθελε η ΕΚΤ να γίνει περισσότερο πολιτικός θεσμός.
Όπως είναι γνωστό, ο πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν είχε πει κάποτε ότι το συμβούλιο της ΕΚΤ θα πρέπει να είναι μόνο «τεχνικοί». Υπό τον Μάριο Ντράγκι, η ΕΚΤ έχει σίγουρα γίνει πιο πολιτικός θεσμός. Με τη συναίνεση ηγετών όπως η Άνγκελα Μέρκελ, έχει γίνει η κύρια δύναμη για να ξεπεραστεί η κρίση κυβερνητικού χρέους της Ευρώπης.
Αν η ΕΚΤ έχει πολιτικοποιηθεί, τότε ο φυσικός ρόλος της Γερμανίας είναι να λάβει την πλήρη εξουσία της πολιτικής. Ως υπουργός Οικονομικών της κ. Μέρκελ, ο κ. Βάιντμαν θα είχε πολύ μεγαλύτερη εξουσία σε σχέση με την ΕΚΤ. Κάτι που είναι κρίσιμο, θα μπορούσε να διαμορφώσει θεσμούς όπως το Ευρωπαϊκό Υπουργείο Οικονομικών που βρίσκεται στα αρχικά του στάδια, της υπηρεσίας διαχείρισης χρέους και του υπουργείου. Ίσως σε 10 χρόνια ο κ. Βάιντμαν θα μπορούσε να είναι ο πρώτος υπουργός Οικονομικών της ευρωζώνης.
Αν, από την άλλη, ο κ. Βάιντμαν γινόταν πρόεδρος της ΕΚΤ, θα αντιμετώπιζε τα ίδια εμπόδια που θα «κυνηγούσαν» τον Άξελ Βέμπερ, τον προκάτοχό του στην Bundesbank, αν είχε πάρει τη δουλειά το 2011, όπως προβλεπόταν.
Η ΕΚΤ δεν μπορεί ποτέ να γίνει Bundesbank. Ως θεσμικό «γεράκι», ο κ. Βάιντμαν θα αντιμετώπιζε το σημαντικό εμπόδιο της δομικής καταψήφισης των προτάσεών του σε σημαντικά ζητήματα. Οι Γερμανοί θα εξασφάλιζαν τα μέγιστα πολιτικά οφέλη με το να επιτρέψουν στον κ. Βιλερουά ντε Γκαλό, μια έμπειρη και λογική φιγούρα, αλλά και έναν βετεράνο των διαπραγματεύσεων του Μάαστριχτ, να αναλάβει την ΕΚΤ όταν αποσυρθεί ο κ. Ντράγκι το 2019.
Αυτό θα παγίωνε ακόμη περισσότερο τη γαλλογερμανική συμφωνία. Το πού «κολλάνε» η Βρετανία και η υπόλοιπη Ευρώπη είναι άλλο θέμα.
*Επικεφαλής του νομισματικού και οικονομικού think tank Omfif.
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr