Στον κόσμο που ανησυχεί για την προοπτική της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ, συχνά υπενθυμίζονται τα θεσμικά αντίβαρα στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα. Ο Αμερικανός πρόεδρος δεν είναι δικτάτορας. Περιορίζεται από το σύνταγμα, από τα δικαστήρια και από το Κογκρέσο.
Αλλά υπάρχει και μια περιοχή όπου τα θεσμικά αντίβαρα δεν έχουν καμία ισχύ: τα πυρηνικά όπλα. Ο Ντικ Τσέινι, ο πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, εξήγησε την κατάσταση με σαφήνεια το 2008, όταν ανέφερε σε έναν δημοσιογράφο:
«Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών εδώ και 50 χρόνια ακολουθείται διαρκώς, 24 ώρες την ημέρα, από ένα μέλος του στρατού που μεταφέρει την “πυρηνική μπάλα ποδοσφαίρου” που περιέχει τους κωδικούς, τους οποίους θα χρησιμοποιούσε και θα είχε την αρμοδιότητα να χρησιμοποιήσει σε περίπτωση πυρηνικής επίθεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια καταστροφική επίθεση, που όμοιά της ο κόσμος δεν θα έχει ξαναδεί. Δεν χρειάζεται να ρωτήσει κανέναν. Δεν είναι υποχρεωμένος να καλέσει το Κογκρέσο. Δεν χρειάζεται να ρωτήσει τα δικαστήρια».
Οι εξουσίες του προέδρου είναι ακόμη πιο εκτεταμένες απ’ ό,τι περιέγραψε ο κ. Τσέινι. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν δεσμεύονται από κάποια θεωρία ότι «δεν χρησιμοποιούμε πρώτοι» τα πυρηνικά όπλα. Επομένως ο κ. Τραμπ θα μπορούσε να διατάξει ένα πυρηνικό χτύπημα ενάντια σε κάποιον αντίπαλο, ακόμη κι αν οι ίδιες οι ΗΠΑ δεν έχουν υποστεί επίθεση.
Η ιδέα πως ο κ. Τραμπ παραείναι αλλοπρόσαλλος για να έχει υπό τον έλεγχό του το (θρυλικό) πυρηνικό κουμπί, αναφέρθηκε επανειλημμένως στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Η Χίλαρι Κλίντον σημείωσε πως μόλις τέσσερα λεπτά θα περνούσαν από τη στιγμή που ο πρόεδρος θα έδινε την εντολή για πυρηνική επίθεση, μέχρι τη στιγμή που οι Ηνωμένες Πολιτείες θα εκτοξεύσουν τους πυραύλους. Εφόσον ο επερχόμενος πρόεδρος Τραμπ θα είναι ο ανώτατος αρχηγός του στρατού, κανείς άλλος από χαμηλότερη θέση στην ιεραρχία δεν έχει την νόμιμη εξουσία να αναιρέσει τη διαταγή του.
Προεκλογικά, μια ομάδα στρατιωτικών των ΗΠΑ που κάποτε είχαν τον έλεγχο της πρόσβασης στην εκτόξευση πυρηνικών όπλων, δημοσιοποίησαν ανοικτή επιστολή με την οποία επιχειρηματολογούσαν πως ο κ. Τραμπ είναι ακατάλληλος να αντέξει τις «συγκλονιστικές» πιέσεις που απορρέουν από την απόλυτη εξουσία επάνω στη χρήση των πιο θανάσιμων όπλων του κόσμου. Δημοσκόπηση έδειξε πως ακόμη και το 22% των ίδιων των υποστηρικτών του κ. Τραμπ θεωρούν ότι ενδέχεται να ξεκινήσει πυρηνικό πόλεμο.
Ελλείψει αποτελεσματικών αντίβαρων στη χρήση πυρηνικών όπλων από τον κ. Τραμπ, τρία ζητήματα είναι ζωτικής σημασίας: η ιδιοσυγκρασία του νέου προέδρου, οι σύμβουλοί του και το είδος των καταστάσεων που είναι πιθανό να συναντήσει.
Η προσωπικότητα του κ. Τραμπ δεν είναι καθησυχαστική. Όπως το θέτει και η ανοικτή επιστολή των στρατιωτικών, «τσιμπάει εύκολα και ξεσπάει αμέσως». Σε μια σύγκρουση, το ένστικτό του τού λέει να κλιμακώσει και όχι να προσπαθήσει να συμβιβαστεί. Στον απόηχο του θανάτου του Φιντέλ Κάστρο, αξίζει να θυμηθούμε την κρίση με τους πυραύλους το 1962. Αντιμέτωπος με την απειλή ανταλλαγής πυρηνικών με τη Σοβιετική Ένωση, ο πρόεδρος Τ.Φ. Κένεντι αντιστάθηκε στις προτροπές των επιθετικών, στρατιωτικών συμβούλων του να κλιμακώσει την σύγκρουση και να εισβάλει στην Κούβα. Θα είχε τα ίδια ένστικτα ο πρόεδρος Τραμπ;
Σε μια κρίση εξωτερικής πολιτικής, ο πιο σημαντικός σύμβουλος του προέδρου είναι ο σύμβουλός του σε θέματα εθνικής ασφάλειας, του οποίου το γραφείο βρίσκεται στον Λευκό Οίκο.
Ο άνθρωπος τον οποίο ο κ. Τραμπ όρισε επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας, ο στρατηγός Μάικλ Φλιν, δεν έχει τη φήμη του ήρεμου ηγέτη. Μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που διέρρευσαν από τον Κόλιν Πάουελ υπαινίσσονται πως ο στρατηγός Φλιν εκδιώχθηκε από την κεφαλή της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών το 2014, διότι «κακομεταχειριζόταν το προσωπικό, δεν άκουγε, δραστηριοποιούνταν ενάντια στην πολιτική».
Ο κ. Πάουελ, ο οποίος διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών επί προεδρίας Τζορτζ Μπους, απέρριψε τον στρατηγό Φλιν ως «δεξιό τρελό». Άλλη μια ανώτατη φιγούρα από τη διακυβέρνηση Μπους συμφωνεί, περιγράφοντας τον στρατηγό Φλιν ως «τρελό» και προβλέποντας πως δεν θα αντέξει πάνω από έναν χρόνο. Όσοι επιθυμούν να πάρουν μια γεύση από το ταμπεραμέντο του στρατηγού Φλιν, καλά θα κάνουν να παρακολουθήσουν το βίντεο από την ομιλία του στο συνέδριο του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, στο οποίο προστέθηκε στις φωνές που ζητούσαν σύλληψη της κ. Κλίντον.
Ένα από τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσει πιο άμεσα ο κ. Τραμπ είναι το πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας. Πρόκειται για ένα από τα τρία κύρια θέματα που συζήτησε ο επερχόμενος πρόεδρος με τον πρόεδρο Ομπάμα κατά την πρώτη τους συνάντηση. Πιστεύεται πως σε περίπου δύο χρόνια η Βόρεια Κορέα θα έχει αναπτύξει έναν πύραυλο με πυρηνικές κεφαλές, που θα έχει την ικανότητα να πλήξει τη δυτική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών. Λέγεται συχνά πως κανένας Αμερικανός πρόεδρος δεν θα μπορούσε να ανεχτεί αυτή την κατάσταση.
Αλλά ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα έχει, μέχρι στιγμής, απορρίψει στρατιωτικές εναλλακτικές στον τρόπο που αντιμετωπίζει τη Βόρεια Κορέα, λόγω των κινδύνων μια αμερικανική επίθεση να πυροδοτήσει καταστροφικά αντίποινα ενάντια στην Νότια Κορέα ή ακόμη και τη χρήση από τη Βόρεια Κορέα, των πυρηνικών που της έχουν απομείνει. Θα μπορέσει ο νέος πρόεδρος Τραμπ να επιδείξει παρόμοια ψυχραιμία;
Άλλη μια πιθανή κρίση σιγοβράζει στην ανατολική Ευρώπη. Η Ρωσία είναι όλο και πιο ανοικτή στη δοκιμή της χρήσης πυρηνικών όπλων πεδίου μάχης, σε μια σύγκρουση με το ΝΑΤΟ. Όπως το θέτει ένας Ρώσος αναλυτής: «Ο πρόεδρος Πούτιν έχει βγάλει το πυρηνικό του πιστόλι στο τραπέζι». Ίσως ο πρόεδρος Τραμπ θα μπει στον πειρασμό να απαντήσει;
Τις ερχόμενες εβδομάδες, ο επερχόμενος πρόεδρος Τραμπ θα μυηθεί στα «πυρηνικά μυστικά» της Αμερικής, που περιέχονται στην «μπάλα ποδοσφαίρου» (στην πραγματικότητα έναν χαρτοφύλακα). Αυτά τα μυστικά περιλαμβάνουν το «προεδρικό εγχειρίδιο», που περιέχει τη λίστα με τους στόχους στους οποίους θα μπορούσε να διαλέξει ο πρόεδρος Τραμπ να επιτεθεί, μαζί με τους εκτιμώμενους τραγικούς απολογισμούς που ανέρχονται σε εκατομμύρια και, σε ορισμένες περιπτώσεις, σε πάνω από 100 εκατομμύρια. Λέγεται πως αυτή είναι θλιβερή εμπειρία για όλους τους νέους προέδρους.
Ας ελπίσουμε ότι θα έχει την ίδια επίδραση και στον Ντόναλντ Τραμπ.
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr