Αν αποκλείσουμε την πιθανότητα ανταρσίας ανάμεσα στα μέλη του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, η Γερμανία θα έχει έναν ανανεωμένο μεγάλο κυβερνητικό συνασπισμό κάποια στιγμή τον Μάρτιο. Περίπου έξι μήνες μετά τις εκλογές της Μπούντεσταγκ τον Σεπτέμβριο ή, για να το πούμε αλλιώς, περίπου ένα όγδοο ολόκληρης της θητείας του γερμανικού κοινοβουλίου.
Μία τέτοια καθυστέρηση είναι απογοητευτική για κάποιους στην Ευρώπη, ιδιαίτερα για τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, που έχει υπολογίσει στη Γερμανία για να παρέχει ουσιαστική ώθηση σε μια νέα επανεκκίνηση της ολοκλήρωσης της ευρωζώνης και τη μεταρρύθμιση της ΕΕ.
Ωστόσο, η πολιτική πραγματικότητα είναι ότι οι εκλογές δημιούργησαν μια τόσο κατακερματισμένη νομοθετική εξουσία, που ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης θα ήταν πάντα ένα επίπονο έργο. Μια άλλη αναπόφευκτη αλήθεια είναι ότι τον Σεπτέμβριο οι Χριστιανοδημοκράτες της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ αλλά και το SPD είχαν το χειρότερο εκλογικό αποτέλεσμα από τη δημιουργία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας το 1949.
Κάθε κόμμα συνεπώς προσέγγισε τις συνομιλίες για τον συνασπισμό έχοντας τουλάχιστον το ένα μάτι στη βάση υποστήριξής του. Αυτό δείχνει ότι καθώς οι διαπραγματεύσεις έφτασαν στην ολοκλήρωσή τους αυτή την εβδομάδα, οι εκκρεμείς τομείς της διαφωνίας αφορούσαν θέματα εσωτερικής πολιτικής, κυρίως τον ιατροφαρμακευτικό τομέα και την αγορά εργασίας, όχι την Ευρώπη.
Για το CDU, και χωρίς αμφιβολία ακόμη περισσότερο για το SPD, το στοίχημα είναι μεγάλο. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Insa τη Δευτέρα, η υποστήριξη για το CDU και τη Χριστιανική Κοινωνική Ένωση, το αδελφό κόμμα στη Βαυαρία, έχει υποχωρήσει στο 30,5%. Η υποστήριξη στο SPD έχει «βυθιστεί» στο ιστορικό χαμηλό του 17%. Αν επρόκειτο να γίνουν νέες εκλογές, παραμένει ανοικτό το ερώτημα αν το CDU/CSU και το SPD θα κέρδιζαν αρκετές έδρες μαζί για να σχηματίσουν ακόμη έναν μεγάλο συνασπισμό.
Αυτοί οι υπολογισμοί δεν δημιουργούν απαραίτητα αμφιβολίες για τη διάρκεια της συμμαχίας, υπό την προϋπόθεση πάντα ότι τα μέλη του SPD θα δώσουν το «πράσινο φως». Οι γερμανικές συμφωνίες συμμαχίας είναι προσεκτικά σχεδιασμένα έγγραφα και προχωρούν με την υπόθεση ότι, αν υπογραφούν, κάθε κόμμα προσκολλάται σε αυτές για όλη την κοινοβουλευτική περίοδο.
Υπό μία ευρωπαϊκή οπτική, ο διάβολος κρύβεται στη λεπτομέρεια. Μία συγκεκριμένη ανησυχία είναι η πρόταση να γίνει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας που μάχεται την κρίση σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, συνδεδεμένο με το δίκαιο της ΕΕ και έτσι να μην υπόκειται πλέον στον έλεγχο των εθνικών κυβερνήσεων. Μια τέτοια πρόταση ταιριάζει με τις γαλλικές ιδέες, αλλά δεν αρέσει σε χώρες όπως η Αυστρία και η Ολλανδία, που φοβούνται ότι θα χάσουν τον εθνικό έλεγχο σε μέτρα διάσωσης για δημοσιονομικά σπάταλες κυβερνήσεις. Πολλοί στο CDU και το CSU μοιράζονται τέτοιες επιφυλάξεις. Μένει να φανεί πόσο εκτενής θα είναι η πρωτοβουλία στην πράξη.
Ομοίως, η πρόταση του συνασπισμού για έναν επενδυτικό προϋπολογισμό της ευρωζώνης μπορεί να μην είναι τόσο φιλόδοξη όσο θα επιθυμούσαν άλλοι Ευρωπαίοι, που θέλουν πιο πλήρη ολοκλήρωση των 19 κρατών της νομισματικής ένωσης. Σύμφωνα με την πρόταση, οι επενδύσεις θα συνδέονταν με την υποστήριξη των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της οικονομικής σταθερότητας, μια προϋπόθεση που δείχνει τις υποψίες του CDU ότι ορισμένες χώρες επιθυμούν η ευρωζώνη να εξελιχθεί σε «ένωση μεταφοράς» από Βορρά προς Νότο.
Για τον Μάρτιν Σουλτς, τον ηγέτη του SPD, το πρόβλημα είναι ότι οι ακτιβιστές του κόμματος -και οι Γερμανοί ψηφοφόροι στο σύνολό τους- δεν είναι καθόλου ενθουσιασμένοι για τη βαθύτερη ολοκλήρωση της ευρωζώνης. Οι 450.000 μέλη του κόμματος περιλαμβάνουν περίπου 24.000 που έχουν ενταχθεί από τον Ιανουάριο, με την προφανή πρόθεση να καταψηφίσουν τη συμφωνία συνασπισμού.
Για το μέλλον της γερμανικής πολιτικής, το σημαντικό σημείο είναι ότι, αν αναλάβει καθήκοντα, αυτός θα είναι ο τρίτος μεγάλος συνασπισμός της κας Μέρκελ, από τότε που έγινε καγκελάριος το 2005. Ένα αποτέλεσμα θα είναι να μετατραπεί η δεξιά λαϊκιστική «Εναλλακτική για τη Γερμανία» στο βασικό κόμμα αντιπολίτευσης στην Μπούντεσταγκ. Αυτό δεν αποσταθεροποιεί αναγκαστικά τη γερμανική δημοκρατία, αλλά σημαίνει ότι το AfD έχει ήδη καταλάβει την προεδρία της ισχυρής επιτροπής προϋπολογισμού του κοινοβουλίου, καθώς και αυτή των επιτροπών για τις νομικές υποθέσεις και τον τουρισμό.
Τέτοιες εξελίξεις δείχνουν ότι ο μεγάλος συνασπισμός, αν έρθει στην εξουσία, θα υιοθετήσει μία προσεκτική προσέγγιση στην κυβέρνηση και ίσως να μην είναι η καινοτόμος δύναμη στην ευρωπαϊκή σκηνή, την οποία ελπίζουν κάποιοι στο Παρίσι και σε άλλες πρωτεύουσες.
Πηγή Πληροφοριών: Financial Times, Euro2day.gr