Η αμερικάνικη προεδρία είναι ένας θεσμός με απίστευτη ισχύ. Ο πρόεδρος ελέγχει ένα πυρηνικό οπλοστάσιο και την πιο αποτελεσματική στρατιωτική δύναμη στη γη.
Το Σύνταγμα των ΗΠΑ δίνει στον πρόεδρο την εξουσία να κηρύξει πόλεμο, να δώσει χάρη και να επιβάλλει το νόμο. Αλλά το ίδιο Σύνταγμα θέτει περιορισμούς. Κανένας πρόεδρος δεν είναι πάνω από τον νόμο.
Οι σκέψεις αυτές πρέπει να ληφθούν υπόψη από όσους αναλογίζονται για πόσο καιρό μπορεί να παραμείνει ο Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Η απομάκρυνση ενός πρόεδρου είναι η ύστατη κύρωση, που δεν είναι εύκολο να εφαρμοστεί. Θα πυροδοτούσε επίσης μια κρίση αποσταθεροποίησης στις ΗΠΑ, την πιο σημαντική δημοκρατία στον κόσμο.
Αλλά η κατάσταση στην Ουάσιγκτον είναι πολύ σοβαρή. Ο κ. Τραμπ βρίσκεται ανοιχτά σε πόλεμο με τις μυστικές του υπηρεσίες. Απέλυσε τον επικεφαλής του FBI. Ο Λευκός Οίκος έχει παραλύσει από τις διαρροές και η νομοθετική του ατζέντα βρίσκεται σε τέλμα. Οι προοπτικές για τη φορολογική μεταρρύθμιση, το πρόγραμμα επενδύσεων $1 τρισ. σε υποδομές, πόσο μάλλον για την αντικατάσταση του Obamacare, είναι στην καλύτερη περίπτωση ισχνές.
Μεγάλο μέρος της ζημιάς έχει προκληθεί από τον ίδιο τον πρόεδρο. Ο κ. Τραμπ παραδέχθηκε πως η δυσαρέσκεια του για την έρευνα του FBI στην ρωσική ανάμειξη στις προεδρικές εκλογές του 2016 ήταν ένας από τους λόγους που απέλυσε τον Τζέιμς Κόμεϊ. Επικαλέστηκε επίσης το δικαίωμα του να μοιράζεται εξαιρετικά ευαίσθητες πληροφορίες σε συνάντηση με Ρώσους διπλωμάτες. Η τελευταία αναταραχή προκλήθηκε από την αποκάλυψη πως πίεσε τον κ. Κόμεϊ να βάλει τέλος στην έρευνα για τον πρώην σύμβουλο εθνικής ασφάλειας Μάικλ Φλίν, ο οποίος είπε ψέματα για τις επαφές του με Ρώσους αξιωματούχους.
Η τελευταία αυτή παρέμβαση φαίνεται σαν μια προσπάθεια παρέμβασης σε έρευνα για την προεκλογική καμπάνια του κ. Τραμπ. Ανάλογα με το τι άλλο θα ανακαλύψει η έρευνα του FBI, αυτή θα μπορούσε να είναι η αρχή μιας διαδικασίας που θα οδηγήσει στην κατηγορία της παρακώλησης της δικαιοσύνης. Αν συμβεί αυτό, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα οδηγήσει στην αποπομπή του προέδρου.
Δεν είμαστε ακόμα εκεί. Βραχυπρόθεσμα, το Κογκρέσο και ο πρόεδρος μπορεί να αποφύγουν το χείλος του γκρεμού. Αλλά αυτό προϋποθέτει ο πρόεδρος να δεχθεί μια ανεξάρτητη έρευνα στην ανάμειξη των Ρώσων, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα.
Διακυβεύεται η αξιοπιστία του συνταγματικού συστήματος. Όσο και να θέλει ο κ. Τραμπ να παρουσιάζει τον εαυτό του ως τον εκτός συστήματος πολιτικό που θα καθαρίσει την Ουάσιγκτον, πρέπει να καταλάβει ότι η συνταγματική τάξη είναι πιο σημαντική από αυτόν. Καθώς θα εξελίσσεται η έρευνα, ο κ. Τραμπ πρέπει να αντιμετωπίσει τις έκδηλες αδυναμίες του ως εκτελεστικού υπεύθυνου.
Η κυβέρνηση δεν θα ανακτήσει ποτέ το βηματισμό της αν δεν επιβληθεί πειθαρχία, όχι μόνο στον εκτελεστικό βραχίονα αλλά και στον ίδιο τον πρόεδρο. Ο κ. Τραμπ πρέπει να σταματήσει να μιλάει προτού σκεφτεί και να επικεντρωθεί στη διαχείριση του κράτους, ξεκινώντας από το ταξίδι στη Μέση Ανατολή και στους συμμάχους στο ΝΑΤΟ την επόμενη εβδομάδα. Μπορεί να ξεκινήσει βάζοντας τέλος στους ρητορικούς πολέμους που ανοίγει με όποιον του ασκεί κριτική.
Είναι κάτι που μπορεί να αποδειχθεί πέρα από τις δυνάμεις ενός 70χρονου μεγιστάνα που κληρονόμησε τον πλούτο του, δεν ανήκει σε κάποιο κόμμα και έχει συνηθίσει εδώ και πολλά χρόνια να περνάει πάντα το δικό του. Αλλά το Κογκρέσο πρέπει να βαδίσει πολύ προσεκτικά προτού ξεκινήσει τα βήματα για την απομάκρυνση του πρόεδρου. Η προεδρική ανικανότητα δεν δικαιολογεί μια παρέμβαση, όσο μεγάλη και αν είναι.
Το μόνο εύλογο σκεπτικό είναι η υπεράσπιση του συντάγματος. Είναι κάτι που δοκιμάστηκε στο σκάνδαλο Watergate, όπου η απειλή της αποπομπής ανάγκασε τον Ρίτσαρντ Νίξον να παραιτηθεί. Ήταν εξαιρετικά σημαντικό, ότι αρκετοί Ρεπουμπλικάνοι συμπαρατάχθηκαν με τους Δημοκρατικούς σε μια κοινή προσπάθεια να παραπέμψουν έναν πρόεδρο που θεωρούσε ότι είναι πάνω από τον νόμο.
Ο διακομματικός χαρακτήρας της διαδικασίας έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Επέτρεψε στους θεσμούς της κυβέρνησης να ανακάμψουν. Αν η κρίση αυτή συνεχίσει να κλιμακώνεται, όλοι στο Κογκρέσο πρέπει να βάλουν τη χώρα πάνω από το κόμμα.
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr