Την επόμενη ημέρα του τρομοκρατικού χτυπήματος η Γαλλία είναι μπροστά σε δυο εντελώς διαφορετικές επιλογές.
Η μία είναι να αποσυρθεί σε μια λιγότερο ανοιχτή, εσωστρεφή κοινωνία και να προχωρήσει σε μια πιο σκληρή στρατιωτική επιχείρηση στην Συρία, σαν αυτή της Ρωσίας.
Η άλλη είναι να διατηρήσει τον ρόλο της Γαλλίας σαν ανοιχτή ευρωπαϊκή δημοκρατία που επιδεικνύει μια στρατηγική σύνεση στην Μέση Ανατολή.
To ποιο μονοπάτι θα επιλεγεί θα έχει μεγάλη σημασία για την διαμόρφωση της μελλοντικής πορείας της Ε.Ε. συνολικά. Θα καθορίσει επίσης αν οι τζιχαντιστές κέρδισαν ή έχασαν στο Παρίσι στις 13 Νοεμβρίου.
Η νίκη ή ήττα απέναντι στην τρομοκρατία δεν μετριέται με τον αριθμό των θυμάτων. Αυτό που καθορίζει το αποτέλεσμα είναι η απάντηση της κοινωνίας. Αυτή μπορεί να κινείται από την εντυπωσιακή «μείνετε ψύχραιμοι και συνεχίστε» αντίδραση του Λονδίνου στις επιθέσεις της 7/7 του 2005, ως την εξαιρετικά δυσλειτουργική άρνηση της ισπανικής κυβέρνησης να αναγνωρίσει την ευθύνη των τζιχαντιστών μετά τους βομβαρδισμούς στην Μαδρίτη το 2004 και την υπόσχεση του Πούτιν να «χτυπήσει τους Τσετσένους ακόμα και στην τουαλέτα» ή την καταστροφή του Ιράκ από την Αμερική και τον νόμο κατά της τρομοκρατίας.
Η Γαλλία βρίσκεται τώρα στο ίδιο σταυροδρόμι και οι κρίσιμες αποφάσεις θα ληφθούν τις επόμενες ημέρες και ώρες στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.
Στην Γαλλία, θα υπάρξουν οι αναπόφευκτες εκκλήσεις για πιο σκληρή, ad hoc νομοθεσία, που θα είναι πιο έντονες εξαιτίας της ανόδου του Εθνικού Μετώπου: την αντίδραση αυτή πρόλαβε η ανακοίνωση του προέδρου Φρανσουά Ολάντ να επιβάλει κατάσταση έκτακτης ανάγκης, δείχνοντας πως το υφιστάμενο νομικό και ρυθμιστικό οπλοστάσιο διαθέτει αρκετά πυρομαχικά.
Η ανακοίνωση από το κυβερνών κόμμα των Σοσιαλιστών, την κεντροδεξιά και το Εθνικό Μέτωπο ότι αναστέλλουν την καμπάνια για τις τοπικές εκλογές του επόμενου μήνα είναι ένα σημάδι προς την σωστή κατεύθυνση.
Αλλά στην πορεία του δρόμου, η ξενοφοβία και ο αντι-ισλαμισμός θα αυξηθούν ακόμα περισσότερο, εδραιώνοντας την άρνηση της Γαλλίας να ανοίξει τις πόρτες της στο κύμα των προσφύγων από την Συρία.
Το Εθνικό Μέτωπο θα βγει κερδισμένο ενώ η παραδοσιακή κεντροδεξιά θα στραφεί περισσότερο προς τα άκρα. Σε μια στιγμή που η προσφυγική κρίση δημιουργεί ερωτήματα για το μέλλον των ανοιχτών συνόρων εντός της Ε.Ε., αυτό μπορεί να επιφέρει ένα μοιραίο χτύπημα στην εύρεση μια πανευρωπαϊκής λύσης στα προβλήματα που θέτει η μετακίνηση πληθυσμών.
Οι Γάλλοι θα πρέπει να εντείνουν τις αργοπορημένες ως τώρα προσπάθειες για ενίσχυση των υπηρεσιών ασφάλειας. Η DGSI, η γαλλική υπηρεσία πληροφοριών που είναι το αντίστοιχο της βρετανικής MI5, συγκροτήθηκε πριν από δύο χρόνια και παρά την σημαντική χρηματοδότηση, οι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι της είναι προφανέστατα ανεπαρκής.
Το μέγεθος και η πολυπλοκότητα της 13ης Νοεμβρίου, με τους επτά διαφορετικούς στόχους και τα πολλαπλά modi operandi, δείχνουν ένα επίπεδο απειλής που αυξάνεται γρηγορότερα από την ικανότητα του κράτους να το αντιμετωπίσει. Ακόμα χειρότερα, οι επιζήσαντες μίλησαν για το πώς βρήκαν απέναντι τους γαλλόφωνους τρομοκράτες, αντί για ξένους που δεν γνώριζαν τις περιοχές στις οποίες επιτίθονταν.
Επειδή η ενίσχυση της εγχώριας ασφάλειας θα χρειαστεί χρόνο και δεν έχει απήχηση στα μέσα ενημέρωσης, θα είναι μεγάλος ο πειρασμός για να ακολουθηθεί ο αμερικάνικος και ρωσικός δρόμος μιας πιο δραστικής παρέμβασης στην Μέση Ανατολή, που θα πηγαίνει στην πηγή του προβλήματος.
Η απήχηση θα είναι μεγάλη. Οι βομβιστικές επιθέσεις και οι επιδρομές των ειδικών δυνάμεων δεν προσφέρουν μόνο εντυπωσιακές στιγμές για την τηλεόραση και το youtube, επιδεικνύοντας ότι οι ηγέτες μας έχουν τον έλεγχο και κάνουν επιτέλους κάτι που αξίζει τον κόπο.
Εχουν και κάτι που είναι εύκολο να πουληθεί στον κοινό νου: από την στιγμή που το ISIS είναι στην καρδιά του προβλήματος, η εισβολή στην περιοχή του στην Συρία και στο Ιράκ είναι λογική.
Η λογική αυτή πάει αμέσως ένα βήμα παραπέρα: από την στιγμή που ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου και από την στιγμή που ο Μπασάρ αλ Άσσαντ είναι εχθρός του ISIS, ο Μπασάρ αλ Άσσαντ είναι φίλος μου. Η λογική αυτή ήταν μέρος της συζήτησης στην Γαλλία πριν από την επίθεση της 13ης Νοεμβρίου. Τώρα μπορεί να βρεθεί στο προσκήνιο.
Δυστυχώς, αυτό που ακούγεται απλό και λογικό δεν συνιστά και καλή πολιτική σε μια πολύπλοκη κατάσταση. Η στήριξη του Άσσαντ και της Χεζμπολάχ και των Ιρανών συμμάχων απλά θα αποξενώσει ακόμα περισσότερο την σουνιτική πλειοψηφία στην Συρία, πυροδοτώντας νέο κύμα προσχώρησης σε τζιχαντιστικές οργανώσεις.
Οι ρωσικοί βομβαρδισμοί σε σουνιτικές ομάδες που δεν έχουν σχέση με το ISIS κάνει τα πράγματα χειρότερα.
Η γαλλική κυβέρνηση το καταλάβαινε πολύ καλά αυτό μέχρι τώρα. Πρέπει να δούμε αν θα είναι σε θέση να αντισταθεί στις σειρήνες που τραγουδούν «όλοι με τον Άσσαντ κατά του ISIS».
Όποια και αν είναι οι βασικές αποφάσεις της Γαλλίας, πρέπει να γνωρίζουμε πως θα γίνουν εν μέσω και άλλων πιθανών επιθέσεων.
Ο αριθμός των εμπλεκόμενων σε αυτήν την θηριωδία και ο σχεδιασμός της, σε συνδυασμό με το ότι όπως φαίνεται είχε ρίζες στην ίδια την Γαλλία, αφήνουν λίγες ελπίδες ότι πρόκειται για ένα μόνο χτύπημα. Η κοινωνική και πολιτική απάντηση θα πρέπει να το λάβει αυτό υπόψη.
* Ο François Heisbourg είναι πρόεδρος του IISS και ειδικός σύμβουλος του Ιδρύματος για την Στρατηγική Έρευνα στην Γαλλία
Πηγή: FT, Euro2day.gr