«Η τραπεζική βιομηχανία προειδοποιεί εδώ και καιρό ότι οι ρυθμίσεις που έχουν θεσπιστεί για την μείωση του ρίσκου μετά την κρίση του 2008 μπορεί να αποδειχθούν αντιπαραγωγικές. Το επιχείρημα είναι πως περιορίζοντας τη δυνατότητα των τραπεζών να έχουν μεγάλα αποθέματα σε νομίσματα και χρεόγραφα και να κάνουν συναλλαγές για πελάτες, θα αυξήσει την μεταβλητότητα και θα εκθέσει τους επενδυτές σε απώλειες», αναφέρει ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας Financial Times και προσθέτει:
«Σήμερα, τα funds αυτά ελέγχουν το 5% της αγοράς εμπορικών ακινήτων, από 2% το 2007, όταν είχε συμβεί το τελευταίο κραχ και οι τιμές βούτηξαν ως και 45%. Τους τελευταίους μήνες, πολλά funds ανοιχτού τύπου έχουν χτίσει αποθέματα ρευστότητας – στο 20 με 25%, επίπεδο διπλάσιο από το συνηθισμένο – σε μια προσπάθεια να προετοιμαστούν για εκροές. Αλλά, όπως έδειξε η περίπτωση των Standard Life και Aviva, μόλις οι επενδυτές αποσύρουν τα χρήματα που αντιστοιχούν στο «μαξιλάρι» ρευστότητας, δεν υπάρχουν και πολλά που μπορούν να γίνουν: δεν μπορεί να πουλήσει κανείς γρήγορα ένα κτίριο 100 εκατ. στερλινών».
Και καταλήγει: «Από το 2008, οι ρυθμιστικές αρχές έχουν κάνει πρόοδο στην μείωση των ρίσκων στον τραπεζικό τομέα. Αν είχαν κοιτάξει πέρα από τις τράπεζες, θα είχαν δει τους κινδύνους και σε άλλα σημεία του χρηματοοικονομικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων και των fund ακινήτων.
Το επιχείρημα υπέρ της κατάργησης των ανοικτού τύπου funds σε μη ρευστοποιήσιμες κατηγορίες ενεργητικού είναι πολύ ισχυρό. Αν επιτραπούν, τότε θα πρέπει να υπάρξουν αυστηρές απαιτήσεις όσον αφορά τη ρευστότητα, μέσω κανονισμών και διαρκούς ελέγχου. Η αγορά ακινήτων αντιμετωπίζει ήδη μεγάλη μεταβλητότητα: οι ανεύθυνοι μηχανισμοί χρηματοδότησης απλά οξύνουν την κατάσταση».