Η παραγωγικότητα δεν είναι το παν, αλλά μακροπρόθεσμα είναι σχεδόν τα πάντα. Αυτή η πραγματικότητα, την οποία διατύπωσε ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν, μόλις «έτσουξε» τον Τζορτζ Όσμπορν, το Βρετανό υπουργό Οικονομικών. Αλλά οι προοπτικές για την παραγωγικότητα δεν είναι σημαντικές μόνο για τον κ. Όσμπορν αναφέρουν οι Financial Times.
Αποτελούν τη σημαντικότερη αβεβαιότητα που επηρεάζει τις οικονομικές προοπτικές του βρετανικού λαού. Είναι εύλογο να αναμένει κανείς μια επιστροφή στην ισχυρή προ κρίσης ανάπτυξη της παραγωγικότητας; Θα συνεχίσει να είναι στάσιμη; Ή θα καταλήξει κάπου ενδιάμεσα;
Ο αρνητικός αντίκτυπος στη δημοσιονομική θέση των ήπιων αναθεωρήσεων του γραφείου για τον έλεγχο του προϋπολογισμού (Office for Budget Responsibility – OBR) στις προβλέψεις για την παραγωγικότητα, καταδεικνύουν το πόσο σημαντικό είναι αυτό. Η μείωση της πρόβλεψης του OBR για το ρυθμό ανάπτυξης στην παραγωγή ανά ώρα –μια βασική μέτρηση για την παραγωγικότητα- είναι μόλις κατά ένα μέσο 0,2% το χρόνο. Και όμως, σημειώνει το OBR, «αθροιστικά σε πέντε χρόνια, αυτό αντιπροσωπεύει μια ουσιώδη αναθεώρηση προς τα κάτω στα επίπεδα της πιθανής παραγωγής μέχρι το 2020».
Κατά την τελευταία του πρόβλεψη, το OBR αναμένει τα επίπεδα της παραγωγικότητας της Βρετανίας να είναι 6,2% χαμηλότερα το 2020 απ’ ό,τι ήλπιζε τον Ιούνιο του 2010 και 2,5% χαμηλότερα απ’ ό,τι ήλπιζε το Μάρτιο του 2014. Αλλά οι μεγαλύτερες υποβαθμίσεις απ’ όλες, σχετίζονται με την προ κρίσης αισιοδοξία: οι πιο πρόσφατες προβλέψεις του OBR για την πιθανή παραγωγή το 2020 είναι 15% χαμηλότερα της πρόβλεψης του υπουργείου το Μάρτιο του 2008. Παρόμοιες υποβαθμίσεις έχουν σημειωθεί στις επίσημες αμερικανικές προβλέψεις.
Και πάλι, ακόμη και οι νέες προβλέψεις ενδέχεται να είναι υπερβολικά αισιόδοξες. Το ερώτημα είναι αν το επόμενο φυσιολογικό βήμα θα είναι η προ κρίσης στασιμότητα ή η προ κρίσης ανάπτυξη στην παραγωγικότητα. Το OBR εξακολουθεί σε μεγάλο βαθμό να υποθέτει το δεύτερο. Επομένως, η μέση ανάπτυξη στην παραγωγικότητα την περίοδο 1971-2007 ήταν 2,2% το χρόνο. Ο μέσος όρος για την περίοδο 2008-2015 έχει σταθεί μόλις 0,3%. Η τελευταία πρόβλεψη είναι πως η ανάπτυξη στην παραγωγικότητα θα αυξηθεί από 0,8% πέρυσι σε 2% μέχρι το 2019. Αυτό θα πλησιάζει στις προ κρίσης νόρμες.
Υποθέστε, αντίθετα, πως η ανάπτυξη στην παραγωγικότητα θα είναι 1% φέτος και θα παραμείνει εκεί. Η πιθανή παραγωγή θα είναι το 2020 περίπου 4% χαμηλότερα απ’ ό,τι υποθέτει τώρα το OBR. Αυτό δε θα αφήσει τον υπουργό Οικονομικών με το προγραμματισμένο πλεόνασμά του, αλλά με ένα μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα. Από εκεί και πέρα, το κενό ανάμεσα στην παραγωγή με ανάπτυξη παραγωγικότητας στο 2% και στην παραγωγή με ανάπτυξη παραγωγικότητας στο 1%, θα αυξηθεί κι άλλο: μέχρι το 2030, η πιθανή παραγωγή θα είναι 13% χαμηλότερα απ’ ότι θα υπονοούσε μια συνέχιση της πρόσφατης υπόθεσης του OBR.
Προφανώς, χρειάζεται να καταλάβουμε το γιατί η ανάπτυξη της παραγωγικότητας έχει σταθεί τόσο αδύναμη. Το OBR συμπεραίνει πως η ανάπτυξη στην παραγωγικότητα έχει υπάρξει χαμηλότερη στις περισσότερες βιομηχανίες από το 2008, με τις πλέον αισθητές πτώσεις να εμφανίζονται στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και την προσφορά αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Στο ισοζύγιο, λοιπόν, η πτώση στην ανάπτυξη παραγωγικότητας εμφανίζεται παντού.
Μια εξήγηση θα μπορούσε να είναι ο αντίκτυπος της χρηματοπιστωτικής κρίσης στην πίστωση. Αλλά, καθώς επουλώνεται ο χρηματοπιστωτικός τομέας, αυτό είναι λιγότερο πειστικό. Μια άλλη εξήγηση θα πρέπει να είναι η μετά την κρίση κατάρρευση της επιχειρηματικής επένδυσης, σε ένα χαμηλό 8,1% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, σε ονομαστικούς όρους, κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2009. Αλλά αυτό έχει από τότε ανακάμψει. Θα ήταν καλό αν η επιχειρηματική επένδυση εξακολουθούσε να είναι υψηλότερα. Αλλά είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι η χαμηλή επένδυση συνεχίζει να εξηγεί τις επίμονες απογοητεύσεις στην παραγωγικότητα.
Για άλλη μια φορά, το ΑΕΠ ενδέχεται να μην έχει μετρηθεί σωστά. Αλλά είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς γιατί ένας τέτοιος λάθος υπολογισμός ξαφνικά εκτοξεύτηκε μετά το 2008. Ίσως και η ανάπτυξη του ΑΕΠ και η παραγωγικότητα να είναι υψηλότερα απ’ ό,τι έχει υπολογιστεί. Αυτό όμως θα έπρεπε να ισχύει και πριν το 2008.
Δεδομένης της τεράστιας αβεβαιότητας, το OBR έχει κινηθεί μόλις μετριοπαθώς στο να υποθέσει πως η μείωση στην ανάπτυξη της παραγωγικότητας είναι μόνιμη. Θα μπορούσε άνετα να είναι υπερβολικά αισιόδοξο.
Επομένως πώς θα πρέπει να ανταποκριθούν οι φορείς χάραξης πολιτικής σε αυτές τις δυσάρεστες αβεβαιότητες;
Η πρώτη μεταστροφή θα πρέπει να είναι προς τις πολιτικές που πιθανώς θα αυξήσουν την ανάπτυξη στην παραγωγικότητα. Ουσιώδες στοιχείο σε μια τέτοια μεταστροφή θα πρέπει να είναι προς μια υψηλότερη δημόσια και ιδιωτική επένδυση. Η κυβέρνηση θα πρέπει να επενδύσει περισσότερο. Θα πρέπει επίσης να εξετάσει μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό σύστημα, οι οποίες θα ενθάρρυναν την επένδυση.
Η δεύτερη μεταστροφή θα πρέπει να είναι προς το πώς θα διαχειριστεί τα δημόσια οικονομικά σε περίπτωση που η οικονομία δεν επιστρέψει στις προ κρίσης τάσεις της παραγωγικότητας. Αυτό προφανώς θα απαιτήσει ακόμη αυστηρότερο έλεγχο της τρέχουσας δαπάνης. Αλλά είναι επίσης πιθανό να απαιτήσει την αύξηση φόρων που δεν αλλοιώνουν την οικονομία. Προφανείς υποψήφιοι είναι η υψηλότερη φορολόγηση της συμφόρησης και της μόλυνσης του περιβάλλοντος και η υψηλότερη φορολόγηση των ενοικίων, ιδιαίτερα γης.
Ας ελπίσουμε πως το Υπουργείο Οικονομικών εξετάζει σοβαρά αυτά τα δυσάρεστα ενδεχόμενα. Η πιο πρόσφατη αναθεώρηση προς τα κάτω του OBR, ίσως αποδειχθεί ελάχιστο βήμα προς την πραγματικότητα. Τα πράγματα, αλίμονο, θα μπορούσαν να είναι χειρότερα. Επομένως προετοιμαστείτε τώρα.
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr