Μια τεράστια διαρροή εγγράφων από ένα δικηγορικό γραφείο του Παναμά προσέφερε μια άνευ προηγουμένου εικόνα σχετικά με τη χρήση χρηματοοικονομικών κέντρων από τους πλούσιους και τους ισχυρούς, γεγονός που μπορεί να έχει συνέπειες από τη Ρωσία μέχρι την Ισλανδία και τη FIFA αναφέρουν οι FT.
Πάνω από 11 εκατομμύρια ντοκουμέντα διέρρευσαν από την Mossack Fonseca, ένα δικηγορικό γραφείο που ειδικεύεται στο στήσιμο offshore εταιριών σε φορολογικούς παραδείσους. Αυτά περιλαμβάνουν ηλεκτρονικά μηνύματα, τραπεζικά αρχεία και πληροφορίες πελατών που χρονολογούνται πίσω πολλές δεκαετίες.
Τα έγγραφα δόθηκαν στην Süddeutsche Zeitung, τη γερμανική εφημερίδα, και στη Διεθνή Κοινοπραξία Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (ICIJ). Η πολυετής έρευνα περιλάμβανε πάνω από 100 ειδησεογραφικούς οργανισμούς.
«Πιστεύω ότι η διαρροή μάλλον θα αποδειχθεί το μεγαλύτερο πλήγμα που έχει δεχθεί ποτέ ο offshore κόσμος, λόγω του εύρους των εγγράφων», εκτίμησε ο Gerard Ryle, διευθυντής του ICIJ.
Ο Έντουαρντ Σνόουντεν, ο πρώην συνεργάτης της αμερικανικής Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας (NSA) που έγινε πληροφοριοδότης, χαρακτήρισε τις συντονισμένες αναφορές ως τη «μεγαλύτερη διαρροή δεδομένων στην ιστορία της δημοσιογραφίας».
Σύμφωνα με το ICIJ, τα ντοκουμέντα δείχνουν πως μέχρι και δύο δισ. δολάρια έχουν μετακινηθεί μέσω τραπεζών και offshore εταιριών που λέγεται πως συνδέονται με συνεργάτες και φίλους του Βλαντιμίρ Πούτιν, του Ρώσου προέδρου.
Ως αποτέλεσμα της έρευνας, ο Σίγκμουντουρ Νταβίντ Γκουνλάουγκσον, ο πρωθυπουργός της Ισλανδίας, έχει έρθει αντιμέτωπος με ισχυρισμούς πως χρησιμοποίησε offshore μέσα για να κρύψει επενδύσεις εκατομμυρίων δολαρίων στις τράπεζες της χώρας.
Τα έγγραφα επίσης φαίνεται να δείχνουν ότι ο Χουάν Πέντρο Νταμιάνι, ένας Ουρουγουανός δικηγόρος και μέλος της επιτροπής ηθικής της FIFA, προσέφερε βοήθεια σε offshore εταιρίες που φέρονται να συνδέονται με πρώην στέλεχος της FIFA που συνελήφθη έπειτα από έρευνα του ποδοσφαιρικού διοικητικού οργάνου για διαφθορά.
Οι διαρροές κατέδειξαν υποτιθέμενες σχέσεις μεταξύ στενών φίλων του κ. Πούτιν, στη διαχείριση ενός ίχνους πάνω από δύο δισ. δολαρίων που το ICIJ επισημαίνει πως δε θα μπορούσαν να δοθούν χωρίς την έγκριση του κ. Πούτιν. Οι ισχυρισμοί εστιάζουν στον Sergei Roldugin, κλασικό τσελίστα και έναν από τους στενότερους φίλους από την παιδική του ηλικία στο Λένινγκραντ. Ο κ. Roldugin γνώρισε στον πρόεδρο την πρώην σύζυγό του, Lyudmila, είναι νονός της μεγαλύτερης κόρης του, Maria.
Ο κ. Roldugin, σύμφωνα με τα τραπεζικά αρχεία που διέρρευσαν, κατέχει μετοχές στην Bank Rossiya, μια τράπεζα που το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών έχει αναγνωρίσει ως έναν από τους «ταμίες» του κ. Πούτιν. Λέγεται πως έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην οικοδόμηση του offshore δικτύου που συνδέεται με τον κ. Roldugin. Η τράπεζα αντιμετωπίζει κυρώσεις τόσο από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και από την ΕΕ.
Ο Yuri Kovalchuk, πρόεδρος της Bank Rossiya και άλλος ένας στενός φίλος του κ. Πούτιν, χρηματοδότησε την οικοδόμηση του χειμερινού θέρετρου Igora κοντά στην ιδιαίτερη πατρίδα τους στο Λένινγκραντ, σύμφωνα με τα αρχεία. Το πολυτελές θέρετρο ήταν το μέρος όπου η νεότερη κόρη του κ. Πούτιν, Ekaterina, παντρεύτηκε τον Kirill Shamalov, το γιο ενός άλλου στενού φίλου του κ. Πούτιν, εν μέσω άκρας μυστικότητας το 2013, σύμφωνα με το Reuters.
Ο κ. Roldugin κατέχει επίσης ένα ποσοστό μειοψηφίας στην Kamaz, μια ρωσική κατασκευάστρια αυτοκινήτων, σύμφωνα με τα αρχεία, καθώς και στην Video International, έναν διαφημιστικό κολοσσό που ιδρύθηκε από τον Mikhail Lesin, μακρόχρονο συνεργάτη του κ. Πούτιν που πέθανε πέρυσι στην Ουάσινγκτον κάτω από περίεργες συνθήκες.
Κανένα από τα αρχεία της Mossack Fonseca δεν κατονομάζει τον κ. Πούτιν ή εμπλέκει τον ίδιο ή τους συνεργάτες του σε οποιαδήποτε οικονομική αδικοπραγία.
Η Ισλανδία έχει κλονιστεί την τελευταία εβδομάδα από κλιμακούμενους ισχυρισμούς πως έχουν θέσει υπό έντονη πίεση τον κεντροδεξιό πρωθυπουργό.
Αφού υποτίμησε τους πιστωτές των πτωχευμένων τραπεζών της Ισλανδίας ως αρπακτικά, ο κ. Γκουνλάουγκσον έχει βρεθεί στη θέση να αμύνεται έναντι αναφορών πως η ίδια η σύζυγός του ήταν ένας από τους πιστωτές. Η πίεση αυξήθηκε καθώς ο κ. Γκουνλάουγκσον αναγκάστηκε τις τελευταίες ημέρες να παραδεχθεί ότι κάποτε του ανήκε το 50% της Wintris, της offshore εταιρίας που έχει στην κατοχή της τις εκμεταλλεύσεις.
Άλλοι υπουργοί –περιλαμβανομένου του Bjarni Benediktsson, του υπουργού Οικονομικών που ηγείται του μικρότερου κόμματος στον κυβερνητικό συνασπισμό- έχει παραδεχθεί ότι του ανήκαν offshore εταιρίες. Αυτό πιθανώς θα πλήξει το σκανδιναβικό νησί που ακόμη αντιμετωπίζει τον απόηχο της κατάρρευσης των τραπεζών του κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση.
Τα κόμματα της ισλανδικής αντιπολίτευσης πιθανώς θα πιέσουν για πρόωρες εκλογές έπειτα από τις αποκαλύψεις, πόσο μάλλον εφόσον το αντικαθεστωτικό κόμμα των Πειρατών έρχεται πρώτο στις δημοσκοπήσεις με περισσότερη δημοτικότητα σε σχέση με τα δύο κυβερνητικά κόμματα μαζί.
Ο Ramón Fonseca Mora, ένας από τους εταίρους στην Mossack Fonseca, αποτελεί ανώτατο σύμβουλο του Χουάν Κάρλος Βαρέλα, του προέδρου του Παναμά. Στις 11 Μαρτίου, πήρε άδεια «για να υπερασπιστώ την τιμή και το γραφείο μου». Αρνήθηκε οποιαδήποτε αδικοπραγία σε συνέντευξη στην Estrella de Panamá, τοπική καθημερινή εφημερίδα.
Ο Παναμάς θεωρείται εδώ και καιρό από πολλούς ως καταφύγιο για αμφισβητήσιμες χρηματοοικονομικές συμφωνίες. Ο Ramón Ricardo Arias, σεβαστός δικηγόρος που διαχειρίζεται τη Διεθνή Διαφάνεια του Παναμά, τόνισε: «Ο Παναμάς έχει προσπαθήσει να υιοθετήσει νομοθεσία προκειμένου να αποφύγει την παράνομη χρήση του χρηματοπιστωτικού του τομέα. Τώρα είναι καιρός να ενισχύσουμε αυτούς τους νόμους. Όσο δεν υπάρχει αυστηρή συμμόρφωση, θα υπάρχουν καταχρήσεις. Είναι καιρός ο Παναμάς να ωριμάσει».
Σε ανακοίνωσή του την Κυριακή, το γραφείο του προέδρου ανέφερε: «Η κυβέρνηση του Παναμά ηγείται μιας πολιτικής μηδενικής ανοχής σε οποιαδήποτε πλευρά του νομικού ή χρηματοπιστωτικού του συστήματος δεν αντιμετωπίζεται με υψηλά επίπεδα διαφάνειας».
Σε δήλωσή της στο ICIJ, η Mossack Fonseca τόνισε: «Ούτε μια φορά στα σχεδόν 40 χρόνια λειτουργίας μας δεν έχουμε κατηγορηθεί για εγκληματική αδικοπραγία. Είμαστε περήφανοι για τη δουλειά που κάνουμε, παρά τις πρόσφατες και ηθελημένες απόπειρες κάποιων να τις κακοχαρακτηρίσουν».
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr