Ο Νικόλα Φρατοϊάννι, γενικός συντονιστής του κόμματος Αριστερά και Ελευθερία και μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της Ιταλικής Αριστεράς, εξηγεί στη συνέντευξη αυτή στο ΑΠΕ τους λόγους για τους οποίους στηρίζει το «όχι» στο ιταλικό συνταγματικό δημοψήφισμα. «Πρόκειται για μεταρρύθμιση η οποία μειώνει τη λαϊκή συμμετοχή στη δημοκρατική ζωή της χώρας», δηλώνει και προσθέτει ότι μια νίκη του «όχι» θα πρέπει να αποτελέσει τη βάση για την οικοδόμηση μιας εναλλακτικής, ριζοσπαστικής πρότασης για την Ιταλία, με αναφορά στις εμπειρίες της ελληνικής κυβέρνησης, των Podemos και άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων».
Ερ: Για ποιο λόγο η Ιταλική Αριστερά αποφάσισε να πει «όχι» στο δημοψήφισμα της Κυριακής;
Απ: Διότι πρόκειται για δημοψήφισμα που ενσαρκώνει μια συγκεκριμένη ιδέα του πως πρέπει να αναδιοργανωθούν οι θεσμοί στην εποχή της κρίσης και της λιτότητας. Με μείωση των μορφών συμμετοχής, το μηδενισμό της κοινωνικής σύγκρουσης, τη βαθμιαία αποβολή του λαού από τη δημοκρατική δομή. Η μεταρρύθμιση αυτή του Συντάγματος προσπαθεί να μετατρέψει όλη αυτή την κατάσταση, από εξαίρεση, σε κάτι το μόνιμο. Η κύρια άποψή μας, λοιπόν, είναι ότι η συνταγματική αλλαγή μειώνει την ποιότητα και την ποσότητα της ιταλικής Δημοκρατίας. Παράλληλα, θεωρούμε ότι η μεταρρύθμιση του Συντάγματος δεν θα εκσυγχρονίσει τη χώρα, αλλά θα την κάνει ακόμη πιο πολύπλοκη και λιγότερο λειτουργική.
Ερ: Δεν φοβάστε ότι η θέση σας μπορεί να ταυτιστεί με εκείνη των Πέντε Αστέρων ή ακόμη και της Λέγκας, οι οποίοι λένε, επίσης, «όχι» στο δημοψήφισμα; Και πόσο βάρυναν οι διχασμοί στο εσωτερικό της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς, σε ό,τι αφορά την τελική αυτή επιλογή;
Απ: Δεν φοβάμαι μια τέτοια ταύτιση. Η Λέγκα και η Δεξιά απέχουν πάρα πολύ από τις θέσεις και την ιστορία μου. Θα έλεγα ότι εκπροσωπούν το ακριβώς αντίθετο. Ανέκαθεν, στα δημοψηφίσματα, κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες απέχουν εντυπωσιακά μεταξύ τους, μπορεί να κάνουν την ίδια τελική επιλογή. Ο Ρέντσι, άλλωστε, κατηγόρησε το μέτωπο του «όχι» ότι είναι εντελώς ανομοιογενές, ενώ η ίδια του η κυβερνητική πλειοψηφία συμπεριλαμβάνει τη Νέα Κεντροδεξιά και πρώην βουλευτές και συνεργάτες του Μπερλουσκόνι. Στην Αριστερά και στην Κεντροαριστερά παρατηρείται ένας διχασμός, ο οποίος χαρακτηρίζει και την υπόλοιπη χώρα και ο οποίος τροφοδοτήθηκε ανεύθυνα από την κυβέρνηση. Είναι, όμως, και το φυσικό αποτέλεσμα μιας διαφορετικής ερμηνείας των όσων συμβαίνουν, των διαδικασιών που βρίσκονται σε εξέλιξη. Εκείνοι οι οποίοι, μέσα στην Αριστερά, νομίζουν ότι αν κερδίσει το «όχι» θα οδεύσουμε προς το χάος, κάνουν ένα δραματικό λάθος: πιστεύουν, δηλαδή, ότι η ενίσχυση των διαφόρων δεξιών κομμάτων και αντιδραστικών κινημάτων απειλεί την κυβέρνηση Ρέντσι, χωρίς να κατανοούν ότι ακριβώς αυτή η ενίσχυση είναι το αποτέλεσμα των λανθασμένων πολιτικών που η λεγόμενη Αριστερά των μεταρρυθμιστών θέλησε να εφαρμόσει τα τελευταία χρόνια. Η πολιτική αυτή διέρχεται κρίση και χρειάζεται μια πιο ριζική απάντηση στα προβλήματα που ο χρηματοοικονομικός καπιταλισμός δημιουργεί στη ζωή των ανθρώπων.
Ερ: Αν κερδίσει το «όχι» πως θα κινηθείτε; Θα συνεργαστείτε με την αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών, με τον Πιερλουίτζι Μπερσάνι και τον Μάσσιμο Ντ΄Αλέμα;
Απ: Εμείς έχουμε ξεκινήσει τη δημιουργία της Ιταλικής Αριστεράς (πρόκειται για κοινοβουλευτική ομάδα που έχει ως στόχο τη σύσταση μιας νέας πολιτικής δύναμης) και θα συνεχίσουμε την πορεία μας αυτή. Θα πρέπει να καταλάβουμε -όλοι εμείς της Αριστεράς που ψηφίζουμε «όχι»- ότι η επιλογή μας αυτή πρέπει να έχει και μια ιδρυτική αξία. Ώστε να αποτελέσει τη βάση, δηλαδή, μιας πρότασης που να είναι ριζικά εναλλακτική για τη χώρα μας. Και αυτό θα πρέπει να γίνει στρέφοντας και το βλέμμα μας προς τις πιο σημαντικές εμπειρίες, σε ευρωπαϊκό επίπεδο: από εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης Τσίπρα στην Ελλάδα -παρά τις δυσκολίες που της δημιούργησε η Ευρώπη- μέχρι τις εμπειρίες των Podemos, της γερμανικής Die Linke αλλά και της Ιzquierda Unida και των εργατικών του Κόρμπιν, στη Μεγάλη Βρετανία.