Φοροαπαλλαγές Γερμανών εφοπλιστών αλά ελληνικά

Οι νέες φοροελαφρύνσεις εισάγονται με τη νέα μεταρρύθμιση του φόρου εισοδήματος που πρόκειται να περάσει από τη γερμανική Βουλή τον Ιανουάριο.

Σύμφωνα με σημερινό δημοσίευμα της Tageszeitung, μελλοντικά οι γερμανοί εφοπλιστές θα απαλλαγούν κατά 100% από τον φόρο μισθωτών υπηρεσιών.

Το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα, σχολιάζει η Λίζα Πάουλ, κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του κόμματος των Πρασίνων για θέματα φορολογικής πολιτικής, τονίζοντας:

«Την ώρα που η Ελλάδα επικρινόταν δικαίως από όλες τις πλευρές για τις φορολογικές απαλλαγές των εφοπλιστών, ο συνασπισμός (σσ. κυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών) φαίνεται να μην έχει πρόβλημα να συνδράμει γενναιόδωρα τον εγχώριο κλάδο».

Ο εμπορικός στόλος της Γερμανίας είναι ο τέταρτος σε μέγεθος παγκοσμίως.

 

Τι προβλέπει η νέα φορολογική ρύθμιση

Ήδη σήμερα το γερμανικό κράτος χαρίζει ουσιαστικά στις πλοιοκτήτριες εταιρίες το 40% επί του φόρου εισοδήματος που παρακρατούν από τους εργαζομένους τους, υπό την προϋπόθεση ότι τα πλοία τους φέρουν τη γερμανική σημαία.

Εντούτοις όλο και λιγότερες εκ των 350 μικρομεσαίων εφοπλιστικών εταιριών ανταποκρίνονται. «Πολύ ακριβό και γραφειοκρατικό», σχολιάζουν εκπρόσωποι του κλάδου.

Όπως όλες οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Γερμανία, έτσι και οι πλοιοκτήτριες εταιρίες υποχρεούνται, βάσει νόμου, να παρακρατούν τον φόρο εισοδήματος των εργαζομένων τους που έχουν φορολογικές υποχρεώσεις στη Γερμανία και να τον αποδίδουν στη συνέχεια στην αρμόδια φορολογική αρχή. Βάσει της προωθούμενης νέας νομοθεσίας το δεύτερο βήμα καταργείται, οι εταιρίες δηλαδή θα παρακρατούν μεν τον φόρο εισοδήματος, ωστόσο δεν θα πρέπει να τον αποδίδουν πλέον στο κράτος.

Αιτιολογώντας το σχετικό νομοσχέδιο η γερμανική κυβέρνηση κάνει λόγο «για τη διασφάλιση της ναυτικής τεχνογνωσίας για την θαλάσσια οικονομία».

Παρά ταύτα και υπενθυμίζοντας τις «κορώνες στις δημόσιες συζητήσεις για την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια», η βουλευτής των Πρασίνων Λίζα Πάουλ κάνει λόγο για «πολιτική διγλωσσία» της καγκελαρίου Μέρκελ.

Ο κλάδος χαιρέτισε φυσικά τα σχέδια της κυβέρνησης κάνοντας λόγο για μέτρα ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και για μια πολιτική στήριξης που αποτελεί πλέον καθιερωμένη πρακτική σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

 

Ευνοϊκό το καθεστώς και στη Γερμανία

Κατά τη διάρκεια της ευρωκρίσης προβλήθηκε συχνά το επιχείρημα περί μιας ιδιαίτερα ευνοϊκής μεταχείρισης των ελλήνων εφοπλιστών από το ελληνικό δημόσιο.

Αρκετά γερμανικά μέσα ενημέρωσης, προεξάρχοντος της λαϊκής Bild, καλούσαν με πομπώδεις και παχυλούς τίτλους τις εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις να φορολογήσουν επιτέλους τους έλληνες εφοπλιστές.

Γεγονός είναι ότι οι έλληνες εφοπλιστές εμπίπτουν σε ένα άκρως ευνοϊκό φορολογικό πλαίσιο. Βάση της φορολόγησής τους δεν αποτελεί η κερδοφορία της επιχείρησης, αλλά η χωρητικότητα, το λεγόμενο τονάζ, των πλοίων τους. Η απλή αυτή μέθοδος υπολογισμού των φόρων εισήχθη στην Ελλάδα το 1957.

Γεγονός είναι όμως επίσης, όπως έχουν επισημάνει κατά καιρούς πολλά άλλα γερμανικά ΜΜΕ, ότι παρόμοιες ειδικές ρυθμίζεις ισχύουν σε πολλές άλλες χώρες, μεταξύ άλλων και στη Γερμανία από τα τέλη της δεκαετίας του 1990.

Η φορολόγηση βάσει τονάζ παρέχεται σε όλες τις χώρες όπου ο ναυτιλιακός κλάδος παίζει εξέχοντα ρόλο στην οικονομία και έχει εξελιχθεί διεθνώς από εκπτωτικός στον συνήθη τρόπο φορολόγησης, αναφέρεται σε επιστημονική έρευνα που έγινε για λογαριασμό του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών και η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα το 2009.

Συνεπώς συνήθως οι έλληνες εφοπλιστές δεν πληρώνουν λιγότερους φόρους από τους Γερμανούς, «η γερμανική και η ελληνική ρύθμιση είναι ασφαλώς συγκρίσιμες», επιβεβαιώνει ο Σύνδεσμος Γερμανών Εφοπλιστών, σύμφωνα με παλαιότερο δημοσίευμα της Die Zeit.

Με αυτόν τον τρόπο μάλιστα η γερμανική κυβέρνηση προσπαθεί να ενισχύσει την εγχώρια ναυσιπλοΐα.

Σε απάντηση έπειτα από σχετική επερώτηση βουλευτών το 2011, αναφέρεται ότι χάρη στον φόρο τονάζ το γερμανικό φορολογικό επίπεδο στην ναυσιπλοΐα μειώθηκε φθάνοντας τα διεθνή επίπεδα.

Τα «χαμένα» φορολογικά έσοδα για το γερμανικό κράτος από την ευνοϊκή αυτή μεταχείριση των γερμανών εφοπλιστών ανήλθαν το 2011 στα 370 εκατομμύρια ευρώ και το 2012 στα 520 εκατομμύρια ευρώ.

Πηγή: DW

Exit mobile version