Αν και μέχρι στιγμής έχουν ανταποκριθεί στις προκλήσεις που έχουν
παρουσιαστεί, μακροπρόθεσμα οι επιπτώσεις του Brexit θα έχουν αρνητικό
αντίκτυπο στις βρετανικές τράπεζες, σύμφωνα με όσα εκτιμά η Fitch.
Ωστόσο, ο οίκος τονίζει πως οι ισχυροί ισολογισμοί θα επιτρέψουν στα
βρετανικά τραπεζικά ιδρύματα να απορροφήσουν μέρος των «μέτριων» αρνητικών σοκ
από το Brexit, με αποτέλεσμα να μην επηρεαστούν οι βαθμολογίας της
πιστοληπτικής τους ικανότητας.
Επίσης, αναφορικά με τα «stress tests» της Τράπεζες της Αγγλίας στις 30
Νοεμβρίου, 2016, η Fitch σχολιάζει πως «αντικατοπτρίζουν τις βελτιώσεις που
έχουν επιτύχει οι (βρετανικές) τράπεζες για να μειώσουν την ευπάθειά τους σε
περιόδους ύφεσης».
Σε ό,τι αφορά την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου, η σχετική έκθεση
αποτιμά αρνητικά την αβεβαιότητα που θα προκύψει από τις επικείμενες
διαπραγματεύσεις μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών, όπως και τον υψηλό πληθωρισμό,
την μελλοντική υψηλότερη και την πίεση στα εταιρικά κέρδη, ειδικά στο real
estate.
Επισημαίνεται πως την περασμένη Παρασκευή 9/12 η Fitch επιβεβαίωσε σε
«ΑΑ» τη βαθμολογία για τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα (σε τοπικό
νόμισμα) της Τράπεζας της Αγγλίας (Bank of England, BoE), διατηρώντας το
outlook (προοπτικές) αρνητικό.
Επίσης, ο οίκος αξιολόγησης επιβεβαίωσε σε «ΑΑ» και «F1+» τη βαθμολογία
για τους τίτλους χωρίς εξασφαλίσεις με μακροπρόθεσμο και βραχυπρόθεσμο ορίζοντα
αντίστοιχα.
Η αξιολόγηση για τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα συμπίπτει με
αυτή του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς η BoE καθορίζει τη νομισματική πολιτική της
χώρας.
Ο οίκος ανέφερε πως βαθμολογεί μόνο τα τριετούς ωρίμανσης αμερικανικά
ομόλογα που κατέχει η Τράπεζα.