Λίγες ημέρες αφού προανήγγειλε ένα «σκληρό Brexit» εκτοξεύοντας ελάχιστα κεκαλυμμένες απειλές και προειδοποιήσεις προς τις Βρυξέλλες, η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι χρησιμοποίησε σήμερα το βήμα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός για να καθησυχάσει τις επιχειρήσεις. Την ώρα, μάλιστα, που πλήθος τραπεζικών ιδρυμάτων σχεδιάζουν να μετακινήσουν χιλιάδες εργαζόμενους από το Σίτι προς επιχειρηματικά κέντρα της ηπειρωτικής Ευρώπης εν όψει της εξόδου της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Η Βρετανία θα παραμείνει «ανοικτή στις επιχειρήσεις και το ταλέντο», δήλωσε η βρετανίδα πρωθυπουργός.
«Οι εταιρείες, μικρές ή μεγάλες, αποτελούν την ραχοκοκαλιά των οικονομιών μας. Για τον λόγο αυτόν το Ηνωμένο Βασίλειο είναι και θα είναι πάντοτε, μία χώρα ανοικτή στις επιχειρήσεις, ανοικτή στις επενδύσεις στις εταιρείες μας, στις υποδομές, τα πανεπιστήμια. Ανοικτή σε όσους θέλουν να αγοράσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες μας. Και ανοικτή στο ταλέντο και στις ευκαιρίες», δήλωσε η Τερέζα Μέι, στον απόηχο της ομιλίας της δύο ημέρες πριν, όταν παρουσίασε τη στρατηγική της για τις διαπραγματεύσεις του διαζυγίου με την Ευρωπαϊκή Ενωση, στην οποία περιλαμβάνεται και το ενδεχόμενο της εγκατάλειψης και της ενιαίας αγοράς.
Η Μέι έδωσε τη διαβεβαίωση για μία ακόμη φορά ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα γυρίσει την πλάτη στις ευρωπαίους φίλους, αλλά απλώς έχει κάνει την επιλογή «να έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει τις δικές του αποφάσεις και να ανοιχθεί περισσότερο στον κόσμο».
Το κυριότερο μέλημά της ήταν να δώσει τη διαβεβαίωση προς τον κόσμο των επιχειρήσεων ότι το Ηνωμένο βασίλειο θα παραμείνει «η παγκόσμια εμπορική δύναμη που είναι εκ φύσεως».
Λίγες ώρες νωρίτερα, ο υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας Φίλιπ Χάμοντ είχε εκφράσει την ελπίδα ότι η ομιλία της Τερέζα Μέι στο Νταβός «θα καθησύχαζε τους επενδυτές».
Παράλληλα ωστόσο ο Χάμοντ δεν έχασε την ευκαιρία να απευθύνει προειδοποίηση προς τις Βρυξέλλες ότι, εάν δεν υπάρξει μία «ολοκληρωμένη εμπορική σχέση» μετά το Brexit, η κυβέρνηση θα αναγκασθεί να βρει τρόπους ώστε η χώρα να παραμείνει ανταγωνιστική.
Σε δηλώσεις του στο πρακτορείο Reuters στο περιθώριο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός, ο Φίλιπ Χάμοντ τόνισε ότι η Βρετανία διαθέτει ήδη ένα ανταγωνιστικό φορολογικό σύστημα το οποίο «δεν είναι ενδεικτικό μίας κούρσας προς τα κάτω», ενός ανταγωνισμού για τη θέσπιση όλο και χαμηλότερων φορολογικών συντελεστών.
«Πρέπει να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί. Ο καλύτερος τρόπος γι’ αυτό είναι να έχουμε μία ολοκληρωμένη εμπορική σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, τους κοντινότερους γείτονές μας», είπε.
«Αλλά, εάν δεν μπορούμε να το επιτύχουμε, τότε θα αναγκασθούμε να βρούμε άλλους τρόπους για να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί, διότι η πρώτιστη υποχρέωση της κυβέρνησης είναι να διασφαλίσει ότι ο λαός μας θα είναι σε θέση να διατηρήσει το βιοτικό του επίπεδο».
Απαντώντας του από το βήμα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε προειδοποίησε το Λονδίνο να μην επιχειρήσει να αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα μέσω της περικοπής της φορολόγησης των επιχειρήσεων.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε πρόσθεσε ότι οι χώρες της Ομάδας των 20 έχουν συμφωνήσει να μην προχωρήσουν σε τέτοιες κινήσεις και ότι ο ίδιος εννοεί να κάνει μία υπενθύμιση επ΄αυτού στο Λονδίνο.
Σχέδια για μετακινήσεις θέσεων εργασίας τραπεζικών ιδρυμάτων
Σειρά τραπεζών έχει ανακοινώσει τις τελευταίες δύο ημέρες σχέδια για την μετακίνηση χιλιάδων εργαζομένων προς κέντρα της ηπειρωτικής Ευρώπης.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Handelsblatt, η αμερικανική τράπεζα Goldman Sachs θα προχωρήσει σε αναδιοργάνωση του προσωπικού και των δραστηριοτήτων της εξαιτίας του Brexit και προβλέπει την μετακίνηση μέχρι 1.000 θέσεων εργασίας στη Φρανκφούρτη,
«Ο αριθμός των εργαζομένων στη Βρετανία θα υποδιπλασιασθεί για να φθάσει τους 3.000, διότι το (πιστωτικό) ίδρυμα επιθυμεί να μετακινήσει θέσεις εργασίας τόσο εντός της Ευρώπης, όσο και προς την έδρα της στη Νέα Υόρκη», αναφέρεται στο δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας που επικαλείται μη κατονομαζόμενες πηγές.
Η τράπεζα «κάνει λόγο για τη μετακίνηση μέχρι 1.000 υπαλλήλων προς την Φρανκφούρτη, μεταξύ τους απασχολούμενοι στον τομέα των συναλλακτικών δραστηριοτήτων και υψηλόβαθμα στελέχη», ώστε να επωφεληθούν από την παρουσία στην γερμανική οικονομική πρωτεύουσα του ευρωπαϊκού τραπεζικού εποπτικού οργάνου υπό την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σύμφωνα με την εφημερίδα.
Μέρος των τμημάτων του Λονδίνου είναι πιθανόν να μεταφερθούν επίσης στην Πολωνία, την Γαλλία και την Ισπανία, ενώ ορισμένοι υπάλληλοι θα μεταφερθούν στην έδρα της Νέας Υόρκης, σύμφωνα με την Handelsblatt.
Χθες, η βρετανική τράπεζα HSBC επιβεβαίωσε ότι περί τις χίλιες θέσεις εργασίας του επενδυτικού τομέα της στο Λονδίνο θα μετακινηθούν προς το Παρίσι με την έξοδο της Βρετανίας από την ευρωπαϊκή ενιαία αγορά που ανακοινώθηκε την Τρίτη από την πρωθυπουργό Τερέζα Μέι.
Ο επικεφαλής της JPMorgan Τζέιμι Ντάιμον έκανε επίσης λόγο για σχέδιο μετακίνησης 4.000 εργαζομένων.
Τα διεθνή τραπεζικά ιδρύματα με ευρωπαϊκή έδρα το Λονδίνο κινδυνεύουν να χάσουν το προνόμιο (ευρωπαϊκό διαβατήριο) που τους επιτρέπει να επιχειρούν στις 28 χώρες τις Ευρωπαϊκής Ενωσης και αναζητούν εναλλακτικές έδρες για ορισμένες δραστηριότητές τους. Η Φρανκφούρτη, το Παρίσι και το Δουβλίνο αποτελούν τους κυριότερους υποψήφιους προορισμούς.
Γκι Φέρχοφστατ προς Λονδίνο: «Αυταπάτη η Ευρώπη α λα καρτ»
Τη στιγμή που πάντως δεν έχει γίνει σαφές τι είδους εμπορικής συμφωνίας θέλει η Τερέζα Μέι να διαπραγματευθεί με την Ευρωπαϊκή Ενωση για μετά το Brexit, ο ευρωβουλευτής Γκι Φέρχοφστατ, υπεύθυνος του ευρωκοινοβουλίου για την διαπραγμάτευση του διαζυγίου, προειδοποίησε με άρθρο του στη βρετανική Guardian ότι ο καιρός που το Λονδίνο μπορούσε να σερβιριστεί α λα καρτ στην ΕΕ έχει παρέλθει.
«Είναι αυταπάτη να σκέφτεται κανείς ότι το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να εγκαταλείψει την ΕΕ και στη συνέχεια να επιλέξει να επανενταχθεί στα φιλέτα του ευρωπαϊκού σχεδίου- όπως για παράδειγμα ζητώντας μηδενικούς δασμούς προς την ενιαία αγορά- χωρίς να αποδέχεται τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτό», προειδοποιεί ο Γκι Φέρχοφστατ ελπίζοντας ότι «οι Βρετανοί θα κατανοήσουν ότι αυτό είναι ουδόλως αποδεκτό από τους ευρωπαίους φορολογούμενους».