Επιβάλλοντας μια προσωρινή απαγόρευση εισόδου σε υπηκόους επτά μουσουλμανικών χωρών, ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι η κίνηση θα βοηθήσει να προστατευτούν οι Ηνωμένες Πολιτείες από την τρομοκρατία. Λιγότερο όμως από ένα τρίτο των Αμερικανών πιστεύει ότι η κίνηση αυτή βελτιώνει την ασφάλεια στη χώρα, σύμφωνα με μια δημοσκόπηση της εταιρείας Ipsos για λογαριασμό του πρακτορείου Reuters που δόθηκε στη δημοσιότητα χθες.
Η δημοσκόπηση της 30ης και 31ης Ιανουαρίου δείχνει ότι περίπου ένας στους δύο Αμερικανούς υποστηρίζει την απαγόρευση, η οποία εμποδίζει επίσης την είσοδο στη χώρα όλων των προσφύγων για 120 ημέρες, παρότι υπήρχε μεγάλη διάσταση γνώμης που ακολουθεί τις γραμμές των κομμάτων.
Ο Τραμπ έχει απαντήσει σε επικριτές του που υποστηρίζουν ότι η απαγόρευση στοχεύει μουσουλμάνους λέγοντας ότι είναι απαραίτητος “ο εξοντωτικός έλεγχος” των υπηκόοων αυτών για να προστατευτούν η χώρα και τα σύνορά της. “Δεν αφορά θρησκεία”, είπε σε δηλώσεις του ο Τραμπ μετά από την ανακοίνωση της ταξιδιωτικής απαγόρευσης την Παρασκευή, “αφορά τη τρομοκρατία και την ασφάλεια της χώρας μας”.
Στη δημοσκόπηση Reuters/Ipsos, περίπου 31% των ερωτηθέντων είπαν ότι η απαγόρευση τους έδωσε την αίσθηση ότι ήταν “περισσότερο ασφαλείς”, ενώ ένα 25% απάντησε ότι ένιωθε “λιγότερο ασφαλές”. Επίσης, ένα 33% των ερωτηθέντων είπε ότι δεν θα αλλάξει τίποτα, ενώ οι υπόλοιποι είπαν ότι δεν ξέρουν.
Οι χώρες των οποίων οι υπήκοοι εμποδίστηκαν να εισέλθουν στις ΗΠΑ περιλαμβάνουν το Ιράκ, το Ιράν, τη Λιβύη, τη Σομαλία, το Σουδάν, τη Συρία και την Υεμένη, ενώ οι Σύροι απαγορεύτηκαν επ’ αόριστον.
Μερικοί Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές κατέκριναν την απόφαση του Τραμπ και είπαν ότι μπορεί να καταλήξει μπούμερανγκ και να δώσει σε τρομοκρατικές οργανώσεις ένα νέο σύνθημα για τη στρατολόγηση νέων μελών. “Αυτό το εκτελεστικό διάταγμα στέλνει ένα μήνυμα, εσκεμμένα ή όχι, ότι η Αμερική δεν θέλει μουσουλμάνους να εισέλθουν στη χώρα μας”, δήλωσαν σε κοινή ανακοίνωση οι γερουσιαστές Τζον Μακέιν της Αριζόνας και Λίντζι Γκράμ της Νότιας Καρολίνας.
Η δημοσκόπηση Reuters/Ipsos έδειξε ότι 49% των Αμερικανών συμφωνούν με το διάταγμα και 41% διαφωνούν. Περίπου 53% των Δημοκρατικών είπαν ότι “διαφωνούν έντονα” με την απόφαση του Τραμπ, ενώ 51% των Ρεπουμπλικανών είπαν ότι “συμφωνούν έντονα”.
Οι Δημοκρατικοί είχαν τριπλάσια πιθανότητα να υποστηρίξουν ότι “η Αμερική θα πρέπει να συνεχίσει να δέχεται μετανάστες κια πρόσφυγες” από τους Ρεπουμπλικανούς, ενώ οι Ρεπουμπλικανοί αντίστοιχα ήταν τρεις φορές πιό πιθανό να υποστηρίξουν ότι “η απαγόρευση ατόμων από μουσουλμανικές χώρες είναι αναγκαία για να προληφθεί η τρομοκρατία”.
Η Σέριλ Χόφμαν, 46, από το Σούμερντακ, Βιρτζίνια, είπε ότι ήταν ενθουσιασμένη που ο Τραμπ διέταξε την απαγόρευση. “Κατανοώ ότι η χώρα ιδρύθηκε με βάση τους μετανάστες”, είπε η Χόφμαν, η οποία συμμετείχε στη δημοσκόπηση. “Έλεος, το καταλαβαίνω αυτό. Αλλά ανησυχώ γιατί οι πρόσφυγες έρχονται εδώ και υποστηρίζονται από τους φόρους που καταβάλλω εγώ”.
Αντίθετα, η Βερόνικα Μπιουτέλ, 57, από το Γκριν του Οχάιο, που επίσης συμμετείχε στη δημοσκόπηση, είπε, “Ναί, όντως ζούμε σε τρομακτικές επιχές, αλλά υπάρχουν άλλοι, καλύτεροι τρόποι να ξεριζώσουμε την τρομοκρατία”.
Ο Ουέστι Έγκμοντ, διευθυντής του Εργαστηρίου Ενσωμάτωσης Μεταναστών στο Κολέγιο της Βοστόνης, είπε ότι οι Αμερικανοί έχουν αποκτήσει σταδιακά μια εχθρότητα προς τους πρόσφυγες και τους μετανάστες καθώς έχει μετατεθεί το βάρος της προέλευσης των ροών από την ανατολική Ευρώπη σε χώρες όπως το Ιράκ, τη Σομαλία και το Αφγανιστάν.
“Η αύξηση των αριθμών αυτών, όσο σχετικά μικροί και να είναι, έχουν συγκεντρώσει αρκετά φώτα της δημοσιότητας ώστε να φέρουν μια μικρή αντίδραση από άτομα που νιώθουν πραγματικά πολύ άβολα με την ποικιλομορφία που τους περιβάλλει”, είπε ο Έγκμοντ.
Οι περισσότεροι Αμερικανοί, ωστόσο, δεν πιστεύουν ότι η κράτος θα έπρεπε να δείξει μια προτίμηση σε χριστιανούς πρόσφυγες, όπως έχει υπονοήσει ο Τραμπ. Περίπου 56%, συμπεριλαμβανόμενων 72% Δημοκρατικών και 45% Ρεπουμπλικανών, διαφώνησαν ότι η χώρα θα πρέπει να “υποδεχθεί χριστιανούς πρόσφυγες, αλλά όχι μουσουλμάνους”.
Η δημοσκόπηση Reuters/Ipsos διεξήχθη διαδικτυακά στα αγγλικά και στις 50 πολιτείες. Συγκέντρωσε τις γνώμες 1.201 ατόμων, μεταξύ των οποίων ήταν 453 Δημοκρατικοί και 478 Ρεπουμπλικανοί. Έχει περιθώριο σφάλματος – ένα μέτρο ακρίβειας μέτρησης – 3 ποσοστιαίων μονάδων για ολόκληρο το δείγμα και 5 ποσοστιαίες μονάδες για τους Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς.