Η υπόθεση της 18χρονης Ράφα Μοχάμεντ Αλγκουνούν από τη Σαουδική Αραβία έχει συγκινήσει χιλιάδες ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο. Τα Ηνωμένα Έθνη της αναγνώρισαν για ανθρωπιστικούς λόγους το καθεστώς του πρόσφυγα. Έτσι νέα της πατρίδα θα είναι πλέον ο Καναδάς, οι αρχές του οποίου την δέχθηκαν στη χώρα.
Η Ράφα κατάφερε να ξεφύγει από την οικογένειά της, η οποία την κακοποιούσε μετά την άρνησή της να παντρευτεί. Και δεν είναι μόνο αυτό. Αποφάσισε να εγκαταλείψει και το Ισλάμ, πράξη η οποία επισύρει την ποινή του θανάτου.
Δεν το έβαλε όμως κάτω. Γνωστοποίησε την υπόθεσή της μέσω του διαδικτύου και η συμπαράσταση που δέχεται από όλον τον κόσμο είναι μεγάλη και συγκινητική. Περίπου 129.000 άνθρωποι την ακολουθούν στο twitter. Κυρίως νέοι και γυναίκες από αραβικές χώρες ταυτίζονται μαζί της.
Στήριξη για τους ακτιβιστές στις αραβικές χώρες
Σύμφωνα με τον Αλί Αντουμπίζι, διευθυντή του Ευρωπαϊκού Σαουδικού Οργανισμού για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Βερολίνο, η υπόθεση αυτή έχει φέρει σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας:
«Φαίνεται κάτι να αλλάζει. Στην περίπτωση της Ράφα, η κυβέρνηση εκφράστηκε συγκρατημένα, σχεδόν σαν να φοβόταν την υπόθεση. Η κυβέρνηση αισθάνεται την πίεση κάτω από την οποία βρίσκεται. Σε προηγούμενες περιπτώσεις η κυβέρνηση είχε αντιδράσει πολύ πιο αποφασιστικά. Δεν είναι αποδεκτό νεαρές γυναίκες να ταξιδεύουν χωρίς συνοδεία. Τώρα όμως καταλαβαίνει πως τα ΜΜΕ σε όλο τον κόσμο παρακολουθούν με ακρίβεια και επικρίνουν».
Πολιτικοί παρατηρητές επισημαίνουν ότι η υπόθεση Ράφα θα μπορούσε να αποτελέσει καμπή. Όχι μόνο για τους ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχουν συλληφθεί και φυλακιστεί στη Σαουδική Αραβία αλλά και για τους ακτιβιστές που δρουν και σε άλλες χώρες της περιοχής. Η Σαουδική Αραβία έχει βρεθεί στο στόχαστρο της κριτικής πολλές φορές για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων:
«Εάν υπάρξει αρκετή πίεση, η κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει κάτι. Η πρόσφατη δολοφονία του δημοσιογράφου Κασόγκι έφερε την κυβέρνηση σε πολύ δύσκολη θέση. Τώρα θέλει να βελτιώσει την εικόνα της. Εάν υπάρξει όμως πίεση, μπορεί να αλλάξουν τα πράγματα και για άλλους, όπως στην υπόθεση του ακτιβιστή Ραΐφ Μπαντάουι».
Πηγή: Deutsche Welle