Η ΕΚΤ αποδέχτηκε τον Scope Ratings στο κλαμπ των οίκων αξιολόγησης. Όπως αναφέρει σήμερα μέσω της ιστοσελίδας της www.ecb.europa.eu, η ΕΚΤ, το Διοικητικό Συμβούλιο της αποφάσισε να αποδεχθεί στις 2 Νοεμβρίου 2023 τον γερμανικό οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (Scope Ratings GmbH) ως νέο εξωτερικό ίδρυμα αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ECAI). Συνεπώς ο Scope Ratings Gmb συγκαταλέγεται στους οίκους για τους σκοπούς του Πλαισίου Πιστοληπτικής Αξιολόγησης του ευρωσυστήματος (ECAF).
Σύμφωνα με την ΕΚΤ, ύστερα από την απόφαση αυτή, θα υπάρχει ενδελεχή αξιολόγηση του ευρωσυστήματος για την αίτηση που υπέβαλε η Scope Ratings. Επίσης επισημαίνεται πως το ευρωσύστημα αξιολόγησε όλα τα κριτήρια αποδοχής για τους ECAI, τα οποία περιλαμβάνουν ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια, καθώς και κάθε σχετική εποπτική ανατροφοδότηση από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA). Βασική προϋπόθεση για την αποδοχή ενός οργανισμού στο ECAF είναι και η εγγραφή στην ESMA. Στην παρούσα συγκυρία, οι αξιολογήσεις ABS που γίνονται από την Scope Ratings δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις καταλληλότητας του ευρωσυστήματος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην είναι προς το παρόν επιλέξιμες για τους σκοπούς της νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος.
Η διαδικασία ενσωμάτωσης της Scope Ratings στην υποδομή πληροφορικής του Ευρωσυστήματος
Αμέσως θα ξεκινήσει η διαδικασία για να ενσωματωθεί η Scope Ratings στην υποδομή πληροφορικής του Ευρωσυστήματος. Αυτό όμως ενδέχεται να διαρκέσει για αρκετούς μήνες. Ωστόσο η ιστοσελίδα της ΕΚΤ θα ανακοινώσει την ημερομηνία που θα αρχίσει η λειτουργία της Scope Ratings για σκοπούς νομισματικής πολιτικής.
Ο Scope ήταν ο πρώτος μεγάλος οίκος που τον περασμένο Αύγουστο αναβάθμισε την ελληνική οικονομία στην επενδυτική βαθμίδα
Υπενθυμίζεται πως ο Scope ήταν ο πρώτος μεγάλος οίκος που τον Αύγουστο αναβάθμισε την οικονομία της χώρας μας στην επενδυτική βαθμίδα. Συγκεκριμένα ο οίκος είχε αναβάθμισε το αξιόχρεο της Ελλάδας σε ΒΒΒ- με σταθερές προοπτικές από ΒΒ+ με θετικές προοπτικές. Επίσης ο οίκος είχε αναφέρει τους λόγους που συνέβαλαν στην αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας. Αναλυτικά αυτοί ήταν οι εξής:
1. Η συνεχιζόμενη ευρωπαϊκή θεσμική στήριξη στην Ελλάδα αντανακλά τις αλλαγές μετά την κρίση της Covid-19 για τη στήριξη ευάλωτων κρατών- μελών της Ευρωζώνης μέσω παρεμβάσεων της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Αυτή αντανακλά, από το 2020, τους νεωτερισμούς στα προγράμματα αγορών ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τη χαλάρωση του πλαισίου των απαιτήσεων για ενέχυρα, που εξασφάλισαν τη συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων παρά το ότι δεν είχαν την επενδυτική διαβάθμιση. Τα μέτρα της κεντρικής τράπεζας, μαζί με την έγκριση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας, ύψους 30,5 δισ. ευρώ, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα περαιτέρω διαχείρισης του χρέους μακροπρόθεσμα από τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας, δείχνουν ένα πιο διαρκές δίχτυ ασφαλείας, πέρα από τις πρόσφατες κρίσεις, στηρίζοντας τη βιωσιμότητα του χρέους και δημιουργώντας δημοσιονομικό χώρο για την κυβέρνηση, ώστε να αυξήσει τις επενδύσεις.
2. Η σταθερή πορεία μείωσης του δημόσιου χρέους λόγω του υψηλού πληθωρισμού, της υψηλότερης από τον δυνητικό ρυθμό πραγματικής ανάπτυξης, του χαμηλού μέσου επιτοκιακού κόστους για το απόθεμα του χρέους και της επίτευξης πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων. Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί φέτος κατά 46 ποσοστιαίες μονάδες από το υψηλό του 2020, στο 160,7%.