Η πολιτική στα επιτόκια (με τις αυξήσεις) που ακολουθούν ως τώρα η ΕΚΤ και η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ, η FED, έχει μάλλον θετικές επιπτώσεις στην Αμερικανική οικονομία, ενώ στην ευρωζώνη τα πράγματα δεν είναι το ίδιο ευνοϊκά.
Οι αυξήσεις των επιτοκίων στις δύο πλευρές του Ατλαντικού έχει διαμορφώσει την εξής πραγματικότητα: Ο πληθωρισμός των ΗΠΑ τον Ιούλιο ήταν 3,2%, ενώ το ΑΕΠ αυξήθηκε 2,1% σε ετήσια βάση το β΄ τρίμηνο. Στην Ευρωζώνη ο πληθωρισμός ήταν 5,3% και το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,6%, σε ετήσια βάση.
Στις ΗΠΑ η αιφνίδια αύξηση των επιτοκίων της Fed κατόρθωσε να ωθήσει τον πληθωρισμό προς τον στόχο της του 2% χωρίς να επιφέρει ύφεση. Η παρόμοια επιθετική πολιτική της ΕΚΤ ήταν λιγότερο επιτυχής, καθώς κινδυνεύει να οδηγήσει την Ευρωζώνη σε ύφεση. Οι 20 χώρες-μέλη της διέφυγαν ελάχιστα φέτος την ύφεση. Η μεταποίηση, η οποία εισφέρει σχεδόν το ένα πέμπτο του ΑΕΠ, ήδη περιορίζεται.
Η δραστηριότητα των εργοστασίων τον Ιούλιο μειώθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό από την κορύφωση της πανδημίας τον Μάιο του 2020, βάσει έρευνας της S&P Global με τη συμμετοχή σχεδόν 5.000 εταιρειών. Ανέκαμψε ελαφρώς τον Αύγουστο, αλλά παραμένει σε επίπεδα που παραπέμπουν σε ύφεση. Η γερμανική εξαγωγική οικονομία, η μεγαλύτερη της Ευρωζώνης, βλέπει το ΑΕΠ της να μειώνεται 0,3% φέτος, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Η δραστηριότητα στις υπηρεσίες, που αποτελούν τη μερίδα του λέοντος στην παραγωγή της Ευρωζώνης, βυθίζεται επίσης, αγγίζοντας το χαμηλό 30 μηνών τον Αύγουστο, σύμφωνα με την S&P Global. Εντωμεταξύ η Κομισιόν ζητεί περιστολή των μέτρων στήριξης. Αυτό σημαίνει υψηλότερες τιμές και κόστος δανεισμού. Οι εννέα διαδοχικές αυξήσεις του επιτοκίου που έκανε η ΕΚΤ από πέρυσι καθιστούν επίσης την πίστωση σπανιότερη και λιγότερο επιθυμητή.
Κατά συνέπεια η συνταγή της ΕΚΤ έχει κάποια αποτελέσματα: Ο πληθωρισμός μειώθηκε σχεδόν κατά 50%. Πέρσι τον Οκτώβριο ήταν 10,6%. Παρά ταύτα, οι τιμές εξακολουθούν να ανεβαίνουν πάνω από τον στόχο της ΕΚΤ, που θα ήθελε να μην είναι πάνω από 2% και αυτό δεν είναι καλό για τις εθνικές οικονομιες.