Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ προειδοποίησε σήμερα όλες τις χώρες της ΕΕ να μην προσπαθήσουν να ακολουθήσουν χωριστή πορεία, εκτιμώντας ότι δεν μπορούν να υπάρξουν εκτός της ΕΕ.
«Εκείνοι που νομίζουν ότι είναι η ώρα να αποδομηθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, να γίνει κομμάτια, να μας χωρίσουν (…) έχουν εντελώς άδικο», δήλωσε ο Γιούνκερ στη διάρκεια διάσκεψης με την ευκαιρία της 25ης επετείου της συνόδου του Μάαστριχτ, που έθεσε τις βάσεις του ευρώ.
Σύμφωνα με τον ίδιον «χωρίς την ΕΕ» καμία χώρα-μέλος δεν είναι ικανή από μόνη της να έχει οποιοδήποτε πολιτικό βάρος στον κόσμο. Αυτή τη στιγμή, δήλωσε, «είμαστε ένα σημαντικό μέρος της παγκόσμιας οικονομίας, το 25% του ΑΕΠ. Σε δέκα χρόνια, το ποσοστό αυτό θα είναι 15%. Σε 20 χρόνια κανένα μέλος της ΕΕ μόνο του δεν θα είναι μέλος της G7».
«Από δημογραφική πλευρά, δεν είμαστε πλήρως υπό εξαφάνιση, αλλά χάνουμε βάρος δημογραφικά», πρόσθεσε ο πρώην πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου.
«Στις αρχές του 20ού αιώνα, οι Ευρωπαίοι αποτελούσαν το 20% της ανθρωπότητας, τώρα το 5-6-7% και στα τέλη του 21ου αιώνα, το 4% των 10 δισεκατομμυρίων» κατοίκων, υπενθύμισε.
Ο Γιούνκερ, που γιορτάζει σήμερα τα 62α γενέθλιά του, είναι ο μόνος από όσους συμμετείχαν στη σύνοδο του Μάαστριχτ (Ολλανδία), στις 9 Δεκεμβρίου του 1991, που είναι ακόμη στην ενεργό πολιτική. Τότε ήταν υπουργός Οικονομικών του Λουξεμβούργου.
Στις 9 Δεκεμβρίου 1991 οι επικεφαλής των κρατών και των κυβερνήσεων δώδεκα ευρωπαϊκών χωρών, μεταξύ των οποίων ο γάλλος Φρανσουά Μιτεράν και ο γερμανός Χέλμουτ Κολ, συμφώνησαν να μετατρέψουν την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα σε Ένωση.
Η συνθήκη του Μάαστριχτ, που υπεγράφη δύο μήνες αργότερα, στις 7 Φεβρουαρίου 1992, επικυρώθηκε αμέσως μέσω δημοψηφίσματος στη Γαλλία, ενώ οι Δανοί αρχικά την απέρριψαν για να τη δεχθούν αφού η Κοπεγχάγη ζήτησε και έλαβε κάποιες ρήτρες εξαίρεσης. Τέθηκε σε ισχύ την 1η Νοεμβρίου 1993.
Στη διάρκεια της συνόδου του Μάαστριχτ, οι ηγέτες των δώδεκα ευρωπαϊκών κρατών παρουσίασαν ριζοσπαστικά νέες φιλοδοξίες, υπερβαίνοντας κατά πολύ το αρχικό σχέδιο της ΕΟΚ του 1957, η οποία δημιούργησε μια «κοινή αγορά» προκειμένου να προωθήσει τη συμφιλίωση ανάμεσα στη Γαλλία και τη Γερμανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.