Για τους Γερμανούς η 8η Μαΐου παραμένει η πιο επώδυνη ημερομηνία της σύγχρονης ιστορίας τους. Σκληρή, διότι είναι γεμάτη αντιφάσεις.
Τα τελευταία 30 χρόνια όλα ερμηνεύονταν με έναν απλό και καθαρό τρόπο. «Η 8 η Μαΐου ήταν η μέρα της απελευθέρωσης από το απάνθρωπο τυραννικό σύστημα του ναζισμού».
Αυτές οι λέξεις αποδίδονται στον πρώην γερμανό πρόεδρο Ρίχαρντ φον Βάιτσεκερ, όταν απευθύνθηκε στους γερμανούς συμπολίτες με αφορμή την επέτειο των 40 χρόνων από το τέλος του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου.
Μια άποψη που, εν αντιθέσει με την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία, σήμερα συμμερίζονται εννιά στους δέκα Γερμανούς.
Ωστόσο αν η μέρα αυτή ήταν μόνο μια μέρα απελευθέρωσης θα αποτελούσε μια επέτειο χαρμόσυνων εορτασμού, όπως ακριβώς στις γειτονικές χώρες. Αλλά κάτι τέτοιο δεν συνάδει με τη Γερμανία, ακόμη και 70 χρόνια μετά.
Ή όπως το έθεσε και πάλι ο Βάιτσεκερ το 1985 χρησιμοποιώντας προεδρική γλώσσα: «Εμείς οι Γερμανοί τιμούμε αυτή τη μέρα μεταξύ μας και αυτό είναι απαραίτητο. Πρέπει να βρούμε τις δικές μας βάσεις».
Ενοχή, πόνος, ντροπή και ευγνωμοσύνη
Aρχικά υπάρχει ενοχή και ευθύνη για τα εγκλήματα που τελέστηκαν στη Γερμανία μέχρι την 8 η Μαΐου 1945.
Ενοχή και ευθύνη που μετατίθενται και στις επόμενες γενεές για να μένει ζωντανή η μνήμη των εγκλημάτων που τελέσθηκαν προς αποφυγή τους στο μέλλον.
Δεύτερον υπάρχει θρήνος για τα θύματα του ναζισμού στην ίδια τη Γερμανία. Γι αυτούς που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια ενός πολέμου που η Γερμανία ξεκίνησε και για πέντε και πλέον χρόνια, αυτούς που πέθαναν κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών και όσων διέφυγαν προς ανατολάς, τις γυναίκες που βιάστηκαν κατά τη διάρκεια της απελευθέρωσης– όχι μόνο από στρατιώτες του κόκκινου στρατού.
Για τους γερμανούς στρατιώτες που πέθαναν αιχμάλωτοι πολέμου, στο Ρήνο ως τη Σιβηρία. Και για τα περίπου 12 εκατομ. Γερμανών που εκτοπίστηκαν μετά τη λήξη του πολέμου. Η αναφορά σε όλους αυτούς έχει νομιμοποιητικό έρεισμα και είναι απαραίτητη διότι δεν συνεπάγεται κάποια επιδίκαση αποζημιώσεων, ούτε μια αποδόμηση της ενοχής.
Τρίτον υπάρχει ντροπή. Ντροπή γιατί η ίδια η Γερμανία δεν κατάφερε να αποτάξει από πάνω της την μάστιγα του ναζισμού. Ντροπή για το ναζιστικό κράτος λειτούργησε σαν μια καλά κουρδισμένη μηχανή, σχεδόν παντού, μέχρι την ύστατη ώρα του και παρά το γεγονός ότι η πτώση του ήταν προδιαγεγραμμένη.
Πολλοί από εκείνους που απερίσκεπτα σήκωσαν τη σημαία του ναζισμού πλήρωσαν το τίμημα. Το ίδιο και οι αντιρρησίες συνείδησης που εκτελούνταν από έκτακτα στρατοδικεία ακόμη κι όταν έφθαναν οι Σύμμαχοι. Καταστροφή δίχως νόημα παντού. Ακριβώς όπως και στα σχέδια του Χίτλερ.
Τέλος υπάρχει ευγνωμοσύνη. Εμείς, οι Γερμανοί, είμαστε ευγνώμονες γιατί παρά το ναζισμό, μας δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία. Μας δόθηκε η ευκαιρία να μην παραμείνουμε απλώς μια χώρα υπό κατοχή αλλά να βρούμε το δρόμο μας στο μέλλον ως ανεξάρτητο κράτος με ελευθερία και αυτοδιάθεση.
Η Γαλλία, οι ΗΠΑ και η Μ. Βρετανία βοήθησαν σε αυτή την κατάσταση. Στις 8 Μαΐου 1949, τέσσερα χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, 65 άνδρες και γυναίκες ψήφισαν το Θεμελιώδη Νόμο της Βόννης – το γερμανικό Σύνταγμα – το οποίο τέθηκε σε ισχύ από την επόμενη ημέρα λαμβάνοντας την επικύρωση και της Σοβιετικής Ένωσης. Από τότε μέχρι σήμερα το ίδιο Σύνταγμα ισχύει αδιάλειπτα.
Σημείο καμπής
Την 8η Μαΐου 1945 λίγοι ήταν εκείνοι που την βίωσαν σαν απελευθέρωση. Η κατάσταση δεν ενέπνεε καμία ελπίδα, μόνο αβεβαιότητα. Για πολλούς ήταν απλώς ζήτημα επιβίωσης όταν ο τρόμος του ναζισμού αντικαταστάθηκε σε πολλές περιπτώσεις από την αυθαιρεσία των Συμμάχων.
Από την άλλη μέρα η ίδια χρονική αφετηρία σηματοδοτεί μια νέα εποχή για τη Γερμανία με κύριους άξονες την ελευθερία και το σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Υπό αυτή την έννοια η μέρα εκείνη άφησε πίσω της ένα τραύμα αλλά έδωσε και μια μεγάλη ευκαιρία.
Όσοι απορούν γιατί η Γερμανία σήμερα τηρεί μια πασιφιστική στάση απέναντι σε θέματα στρατιωτικών επεμβάσεων και προτιμά την οδό του διπλωματικού διαλόγου ακόμη και με τη Ρωσία ως προς το ουκρανικό μπορούν να βρουν την απάντηση στα όσα συνέβησαν πριν και μετά την 8η Μαΐου 1945.
Πηγή: DW