H διπλή βομβιστική επίθεση στην Άγκυρα εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας στη χώρα, βομβαρδισμών στο γειτονικό περίγυρό της και συνεχιζόμενης ροής προσφύγων στην Ευρώπη προβληματίζει έντονα τους σχολιαστές του γερμανόφωνου τύπου.
Προς τα πού οδεύει η Τουρκία, που μέχρι στιγμής εθεωρείτο περιφερειακός παράγων σταθερότητας σε μια πολύ ταραγμένη περιοχή της υφηλίου;
«Συνυπεύθυνος ο Ερντογάν»
«Εάν έπρεπε να υπάρξει μια ακόμη απόδειξη για την Ευρώπη ότι η Τουρκία, σε καλές και κακές στιγμές, είναι αποφασιστικός εταίρος της Ευρώπης για την αντιμετώπιση του προσφυγικού, τότε δόθηκε με τη διπλή βομβιστική επίθεση στην Άγκυρα» υπογραμμίζει σε πρωτοσέλιδο σχόλιο o αρθρογράφος της Frankfurter Allgemeine Zeitung.
«Αλλά για ποιου είδους βία πρόκειται; Είναι το τραγικό ναδίρ μιας διακεκαυμένης προεκλογικής εκστρατείας ή συνδέεται η αιματοχυσία με την απαρχή μιας νέας περιόδου αστάθειας, που θα ξεπεράσει χρονικά την ημερομηνία της εκλογικής αναμέτρησης;» διερωτάται η εφημερίδα για να καταλήξει ότι «η Ευρώπη χρειάζεται την Τουρκία, γιατί χωρίς αυτήν δεν πρόκειται να τιθασεύσει την προσφυγική κρίση.
Από την άλλη πλευρά ίσως και η Τουρκία στο επόμενο διάστημα να ασχοληθεί με την εσωτερική της κατάσταση και να ανακαλύψει και πάλι αυτό που λησμόνησε επί της ηγεσίας Ερντογάν, ότι και η ίδια χρειάζεται την Ευρώπη».
Χωρίς να έχει ακόμη ξεκαθαρίσει το τοπίο για δράστες και ιθύνοντες νόες ο αρθρογράφος της ελβετικής Neue Zürcher Zeitung κάνει λόγο για φριχτές υποψίες. «Πολλοί Τούρκοι διακατέχονται από τη φριχτή υποψία ότι η κυβέρνηση έχει βάλει το δάχτυλό της σε αυτήν την επίθεση. Ή ότι φέρει ευθύνη γιατί δεν μπόρεσε να την αποτρέψει. Αλλά τόσο μακριά δεν χρειάζεται να φτάσει κανείς», σημειώνει η εφημερίδα.
«Ο αναίτιος πόλεμος, η συσσώρευση εξτρεμιστών στη χώρα, το δηλητήριο στην ατμόσφαιρα και ο διχασμός, για όλα αυτά συνυπεύθυνος είναι ο Ερντογάν».
Κρίσεις και προβλήματα
Ευρωκρίση, ουκρανική κρίση, προσφυγική κρίση, η Ευρώπη βρίσκεται εγκλωβισμένη σε μια σειρά από κρίσεις που η μία είναι απόρροια της άλλης. Αυτό τουλάχιστον διατείνεται ο σχολιαστής του SPIEGEL ONLINE με το βλέμμα στραμμένο στο Συμβούλιο Κορυφής της ερχόμενης Πέμπτης.
Υποστηρίζει ότι εάν οι Ευρωπαίοι είχαν καταφέρει να λύσουν γρήγορα την ευρωκρίση και όχι να την μεταθέτουν στο απώτερο μέλλον, θα μπορούσε να επιλυθεί το προσφυγικό πιο γρήγορα. «Ασταθής είναι η κατάσταση σε αυτές τις χώρες που πατούν για πρώτη φορά το πόδι τους οι πρόσφυγες, στην Ελλάδα και την Ιταλία», υπενθυμίζει ο σχολιαστής.
«Δεν είναι απορίας άξιο που κράτη με οικονομικές δυσκολίες δεν είναι σε θέση να δεχτούν μεγάλο αριθμό προσφύγων και να τους ενσωματώσουν. Το ίδιο συνέβη και με τη Γερμανία τη δεκαετία του ΄90, όταν μετά την επανένωση λόγω αύξησης της ανεργίας και επιβάρυνσης των κοινωνικών ταμείων έκλεισε ουσιαστικά τα σύνορά της σε όσους ζητούσαν άσυλο».
Ο γερμανός αρθρογράφος κατευθύνει τις επικρίσεις του και προς το Βερολίνο. «Η ευρωζώνη υπό την ηγεσία του Βερολίνου δεν δημιούργησε τις προϋποθέσεις για ένα αποφασιστικό ξεκαθάρισμα μετά την ‘έκρηξη’ δανείων της δεκαετίας του 2000. Το ίδιο αργά κινείται και η διαδικασία απομείωσης των χρεών.
Η οικονομία δεν μπαίνει σε τροχιά ανάπτυξης. Κοινωνικές και πολιτικές εντάσεις προκαλούν ανησυχία και ενδέχεται να δημιουργήσουν ακόμη περισσότερες εντάσεις. Από τα ανεπίλυτα προβλήματα του χθες αναφύονται οι κρίσεις του αύριο».
Προσφυγικό 25 χρόνια μετά την επανένωση
Και μια άποψη για την προσφυγική κρίση από τη συντηρητική εφημερίδα Latvijas Avize της Λετονίας υπό το πρίσμα των 25 χρόων από τη γερμανική επανένωση:
«Πρόκειται για ειρωνεία της ιστορίας το ότι η σιδερένια θέληση της καγκελαρίου να υποδεχθεί μάζες προσφύγων που αναγκάζονται να δραπετεύσουν από τα δεινά του πολέμου επικρίνεται πιο δυνατά εκεί όπου επί 40 χρόνια γίνονταν κηρύγματα για τη φιλία των λαών και καταπιέζονταν η ελεύθερη σκέψη.
Πρόκειται για την περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Έλβα και τον Όδηρα που επέστρεψε στον πολιτισμένο κόσμο πριν από ακριβώς 25 χρόνια. Στη Δρέσδη, στη Λειψία και στις γειτονικές πόλεις όπου ακούγονται συνθήματα όπως «δεν θέλουμε αυτόν τον όχλο» ή «η Μέρκελ στη Σιβηρία, ο Πούτιν στο Βερολίνο».
Πηγή: DW