Μόνο ένας μικρός αριθμός των νεοεισερχόμενων προσφύγων στη Γερμανία κατόρθωσαν να βρουν θέση τακτικής απασχόλησης κατά τη χρονιά που πέρασε. «Εάν κατορθώσουμε μετά από πέντε χρόνια να απασχολούμε 50% των προσφύγων, θα είναι σίγουρα επιτυχία», επισήμανε στο γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων ο διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών για την Αγορά Εργασίας και τον Επαγγελματικό Κλάδο (IAB) Γιόαχιμ Μόλερ. Ο ίδιος τόνισε πάντως ότι προκειμένου να επιτευχθεί ο παραπάνω στόχος «θα πρέπει να επενδύσουμε στην ενσωμάτωση».
34.000 πρόσφυγες με καταγωγή από οκτώ μη ευρωπαϊκές χώρες κατάφεραν από τον Δεκέμβριο του 2015 έως τον Νοέμβριο του 2016 να βρουν θέση απασχόλησης στη γερμανική αγορά εργασίας. «Στις χώρες αυτές συμπεριλαμβάνονται μεταξύ άλλων η Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, η Νιγηρία και η Ερυθραία», εξήγησε ο Γιόαχιμ Μόλερ. Το 22% αυτών των 34.000 προσφύγων απασχολούνται με καθεστώς δανεικής εργασίας.
Επιφυλάξεις επιχειρήσεων απέναντι στους πρόσφυγες
Την ίδια ώρα 406.000 πρόσφυγες είναι εγγεγραμμένοι στις αρμόδιες γερμανικές υπηρεσίες ως αναζητούντες εργασία. Οι 160.000 εξ αυτών έχουν καταχωρηθεί ως άνεργοι. Το 2015 και τους πρώτες μήνες του 2016 υπέβαλαν αίτηση χορήγησης ασύλου στη Γερμανία σχεδόν 1,2 εκατομμύρια άνθρωποι. Σύμφωνα με τον Γιόαχιμ Μόλερ, «είναι ψευδαίσθηση να πιστεύει κανείς ότι θα απασχολήσουμε μεγάλο αριθμό προσφύγων στις καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας του βιομηχανικού κλάδου, για παράδειγμα στην αυτοκινητοβιομηχανία». Όπως παρατηρεί ο ίδιος, «πολλές επιχειρήσεις είναι αρχικά επιφυλακτικές. Το καθεστώς της προσωρινής εργασίας βοηθά στη διάλυση των αρχικών αμφιβολιών».
Πάντως το αυξημένο ρεύμα προσφύγων στη Γερμανία οδήγησε σε δημιουργία δεκάδων χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας για γερμανούς πολίτες. «Οι εκτιμήσεις μας κάνουν λόγο για 50.000 με 60.000», είπε ο Γιόαχιμ Μόλερ, διευκρινίζοντας ότι «αύξηση της απασχόλησης υπήρξε στον οικοδομικό κλάδο, στον τομέα της εξωσχολικής διδασκαλίας και της γλωσσικής διδασκαλίας, για φύλακες, κοινωνικούς λειτουργούς και δημόσιους διοικητικούς υπαλλήλους».
Ο Γιόαχιμ Μόλερ εκτίμησε ότι οι αριθμοί αυτοί μπορεί να είναι ακόμη πιο αυξημένοι, δεδομένου ότι οι εκτιμήσεις αυτές βασίζονται σε παλαιότερα στοιχεία. Όπως επισήμανε, ο απολογισμός των επιπτώσεων στην οικονομία μπορεί να γίνει μόνο μετά από πέντε ή δέκα χρόνια. «Κατά πάσα πιθανότητα δεν θα υπάρχει καθαρό κέρδος. Πάντως και η ποικιλία στην αγορά εργασίας μπορεί να είναι παραγωγική», σχολίασε ο διευθυντής του IAB.
Πηγή: DW