«Η Ευρώπη δεν χρειάζεται (σ.σ. ενιαία) οικονομική κυβέρνηση, αλλά μία λειτουργική ενιαία χρηματαγορά», επισημαίνει σε ανάλυσή του στην εβδομαδιαία εφημερίδα Die Zeit ο Ερνστ-Λούντβιχ φον Τάντεν, καθηγητής Δημόσιων Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μάνχαϊμ.
Ο γερμανός οικονομολόγος απευθύνει στον τίτλο της ανάλυσής του την προτροπή «διδαχθείτε από την Ελλάδα», υπογραμμίζοντας ότι «με το τρίτο πακέτο βοήθειας η Ευρώπη αγόρασε για άλλη μια φορά χρόνο.
Αυτός ο χρόνος πρέπει να αξιοποιηθεί επειγόντως: υπάρχει η ανησυχία ότι η ευρωπαϊκή πολιτική διαχείρισης της κρίσης θα αποτύχει να δώσει την απαραίτητη έμφαση στο ριζικό αυτό πρόβλημα.
Η Ευρώπη καλείται τώρα να αποφασίσει αν θέλει να δώσει θεσμική μελλοντική προοπτική στην κοινή κεφαλαιαγορά ή αν θέλει να μείνει στάσιμη σε κατάσταση κρίσης», σημειώνει ο γερμανός οικονομολόγος και εξηγεί:
«Ήδη το ελληνικό παράδειγμα του 2012 έχει δείξει ότι ένα κούρεμα κρατικού χρέους καταστρέφει αυτόματα τον εθνικό τραπεζικό τομέα – ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων του δεύτερου πακέτου διάσωσης έπρεπε γι’ αυτόν τον λόγο να διατεθεί το 2012 στην ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών.
Αυτό δεν έχει νόημα και θα μπορούσε να αποφευχθεί αν περιοριστεί η αγορά εθνικών τίτλων χρέους από τις τράπεζες. Ωστόσο, τα προβλήματα φτάνουν βαθύτερα.
Στην Ελλάδα κυριαρχούσε και επικρατούσε και εξακολουθεί να επικρατεί επείγουσα ανάγκη για κεφαλαιώδεις χρηματοικονομικές υπηρεσίες.
Αν οι ίδιες οι τράπεζες μιας χώρας δεν είναι σε θέση να τις παράσχουν ή αν είναι πραγματικά χρεοκοπημένες γιατί δεν αναλαμβάνει να το κάνει καμία από τις χιλιάδες υγιείς τράπεζες στην Ευρώπη;» διερωτάται ο γερμανός καθηγητής και εξηγεί: «Μια σημαντική αιτία γι’ αυτό είναι ότι οι τράπεζες εξακολουθούν να εξαρτώνται από την εποπτεία, τη ρύθμιση και την χρηματοοικονομική ισχύ των εθνικών κυβερνήσεων.
Γι’ αυτό καμία υγιής τράπεζα του εξωτερικού δεν παίρνει το ρίσκο να παράσχει τις υπηρεσίες της σε ένα άλλο κράτος-μέλος που πλήττεται από την κρίση». Όπως εκτιμά τέλος ο γερμανός οικονομολόγος, «η Ευρώπη πρέπει επίσης να μεριμνήσει ώστε οι τράπεζες να μπορούν πραγματικά να δρουν και να επιτηρούνται πανευρωπαϊκά».