Την ανάληψη νέου χρέους για την τόνωση της επιβραδυνόμενης γερμανικής οικονομίας απέκλεισε ο υπουργός Οικονομικών, Όλαφ Σολτς και απέδωσε την αναιμική ανάπτυξη φέτος σε εξωτερικούς παράγοντες, όπως τις εκκρεμείς εμπορικές διαμάχες και τον κίνδυνο εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ χωρίς συμφωνία.
Σε συνέντευξή του στο BBC, ο Σοσιαλδημοκράτης υπουργός απέρριψε και τους φόβους ότι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης μπορεί να βυθισθεί σε ύφεση μετά την περικοπή από την κυβέρνηση της πρόβλεψης της για τον ρυθμό ανάπτυξης στο 0,5%, στο μισό της προηγούμενης πρόβλεψης.
Εταίροι της Γερμανίας στην ΕΕ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ζητούν από την κυβέρνηση συνασπισμού της καγκελαρίου ‘Ανγκελα Μέρκελ να αυξήσει τις επενδύσεις, ενώ ένας συντηρητικός βουλευτής ζήτησε ένα πακέτο στήριξης για την επανεκκίνηση της γερμανικής οικονομίας. «Απλά έχουμε μία πιο ήπια ανάπτυξη, κάτι που απέχει πολύ από μία ύφεση», είπε ο Σολτς, προσθέτοντας: «Αν είσαι πράγματι μία παγκοσμιοποιημένη οικονομία, αν είσαι ένας μεγάλος εξαγωγέας και εισαγωγέας, όλες οι εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία θα επηρεάζουν την ανάπτυξη της χώρας σου. Και γνωρίζουμε ότι η παγκόσμια οικονομία σημειώνει επιβράδυνση και από πού προέρχεται αυτή. Είναι κυρίως πολιτικοί οι λόγοι». Ο Σολτς πρόσθεσε ότι οι εμπορικές διαμάχες μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας καθώς και μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ, όπως και οι αβεβαιότητες για το Brexit, είναι οι κύριες αιτίες της επιβράδυνσης της γερμανικής οικονομίας και όχι διαρθρωτικά προβλήματα, όπως αδύναμες επενδύσεις.
Η απόφαση του Σολτς να μην αναληφθεί νέο χρέος έχει επισύρει κριτική τόσο από τους συντηρητικούς της Μέρκελ όσο και από τους δικούς του κεντροαριστερούς Σοσιαλδημοκράτες (SPD) καθώς και από επιχειρηματικούς ηγέτες που θέλουν χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές. «Συμφωνώ με όλους στη Γερμανία που λένε ότι δεν πρέπει να αυξήσουμε το χρέος», σημείωσε ο Σολτς, προσθέτοντας: «Είναι μία πολύ καλή πολιτική ότι λέμε πως έχουμε αρκετό χρέος στη Γερμανία και ότι δεν πρέπει να αυξηθεί αυτό και ότι θα εμμείνουμε στον κανόνα της μη περαιτέρω αύξησης του δημόσιου χρέους».
Ο Σολτς είπε ότι η ψηφισθείσα φορολογική ελάφρυνση για τις οικογένειες, της τάξεως των 10 δισ. ευρώ ετησίως, οι υψηλότερες δαπάνες για συντάξεις και κοινωνική πρόνοια και οι επενδύσεις στην ψηφιακή οικονομία, τις υποδομές και την έρευνα και ανάπτυξη αναμένεται να διατηρήσουν την οικονομική δραστηριότητα. Η Γερμανία, η οικονομία της οποίας αναπτύχθηκε και τα εννιά τελευταία χρόνια, έχει νομοθετήσει το «φρένο χρέους» από το 2011 που αναγκάζει την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και τις κυβερνήσεις των κρατιδίων να εξαλείψουν τα διαρθρωτικά ελλείμματα των προϋπολογισμών τους σε ένα διάστημα πέντε έως δέκα ετών.