Σήμερα αναμένεται να ανακοινώσει η Eυρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) τα νέα μέτρα για την στήριξη της οικονομίας της Ευρωζώνης, αλλά οι ακριβείς κινήσεις της κάθε άλλο παρά βέβαιες είναι και μία απόφασή της που θα απογοητεύσει τις αγορές ενέχει τον κίνδυνο να οδηγήσει σε αύξηση του κόστους δανεισμού.
Με τις άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες να χαλαρώνουν τη νομισματική πολιτική τους, τη Γερμανία σε κίνδυνο να πέσει σε ύφεση και τις πληθωριστικές προσδοκίες να υποχωρούν, ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι έχει σχεδόν δεσμευθεί για περισσότερη στήριξη, ενεργοποιώντας όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της η τράπεζα. Ωστόσο, ο Ντράγκι, ο οποίος θα παραδώσει τα ηνία της ΕΚΤ στην Κριστίν Λαγκάρντ στο τέλος Οκτωβρίου, θα συναντήσει αντίσταση από τα πιο συντηρητικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου. Ορισμένοι αξιωματούχοι έχουν εκφράσει συντονισμένα και δημόσια την αντίθεσή τους σε πιο ριζικά μέτρα στήριξης και κυρίως στην επανέναρξη των αγορών ομολόγων (τη λεγόμενη ποσοτική χαλάρωση ή QE).
Επίσης, οι δηλώσεις του Ντράγκι για πιο χαλαρή νομισματική πολιτική έχουν αυξήσει τόσο πολύ τις προσδοκίες των επενδυτών, ώστε θα είναι δύσκολο να τις υλοποιήσει πλήρως, με κίνδυνο να υπάρξει απογοήτευση από τις αποφάσεις της ΕΚΤ. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε άνοδο αντί για πτώση των επιτοκίων των αγορών και της ισοτιμίας του ευρώ. «Υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για την έκταση των επεκτατικών μέτρων που θα υλοποιήσει σήμερα η ΕΚΤ και συνεπώς υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ισχυρών διακυμάνσεων των ισοτιμιών του ευρώ», έγραψαν αναλυτές της Commerzbank σε σημείωμα στους πελάτες της τράπεζας. Το ευρώ έχει υποχωρήσει 3,5% έναντι του δολαρίου από τον Ιούνιο, όταν η ΕΚΤ άρχισε να σηματοδοτεί τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της, ενώ οι αποδόσεις των ομολόγων πολλών κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης σημείωσαν νέα χαμηλά επίπεδα – ρεκόρ.
Αν και η ΕΚΤ έχει ένα ευρύ φάσμα μέσων πολιτικής στη διάθεσή της, κάθε ένα από αυτά παρουσιάζει προβλήματα, από αμφισβητούμενη αποτελεσματικότητα έως σημαντικές παρενέργειες. Τα μεγαλύτερα προβλήματα της Ευρωζώνης – ο παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος, το Brexit και η επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας – βρίσκονται εκτός του ελέγχου της κεντρικής τράπεζας, κάτι που σημαίνει ότι η όποια στήριξη θα είχε περιορισμένο αποτέλεσμα. Ωστόσο, η ΕΚΤ αναμένεται να χαμηλώσει ορισμένες από τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό, αναδεικνύοντας τον ευρύτερο κίνδυνο που υπάρχει για την οικονομία. Πηγές δήλωσαν στο Reuters ότι οι προβλέψεις θα δείχνουν έναν ρυθμό ανάπτυξης που δεν θα υπερβαίνει το 1% για φέτος και το επόμενο έτος, με τον γενικό και τον δομικό πληθωρισμό να αυξάνονται μόνο λίγο. Ο στόχος της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό είναι λίγο κάτω από το 2% και δεν έχει επιτευχθεί από το 2013.
«Ενισχυμένη» κατεύθυνση για την πολιτική
Μία περικοπή του επιτοκίου αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ από το -0,4%, που αποτελεί ήδη χαμηλό επίπεδο – ρεκόρ, φαίνεται να είναι η λιγότερο αμφισβητούμενη κίνηση και οι αξιωματούχοι θα συζητήσουν για μία μείωσή του κατά 10 ή 20 μονάδες βάσης. Αν και αυτή θα μείωνε το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων, θα έπληττε άμεσα τα τραπεζικά κέρδη, καθώς τα αρνητικά επιτόκια αντιστοιχούν ουσιαστικά με την επιβολή προστίμου στα υπερβάλλοντα διαθέσιμά τους που ανέρχονται σε πάνω από 1 τρισ. ευρώ. Έτσι, η ΕΚΤ είναι πιθανόν να εξαιρέσει τις τράπεζες από μέρος αυτής της επιβάρυνσης, καθιερώνοντας ένα επιτόκιο καταθέσεων με πολλές κλίμακες. Αν και η επιλογή αυτή θα έδινε άμεσα ώθηση στις τράπεζες, οι επικριτές υποστηρίζουν ότι αυτή θα ήταν μικρή και ωφελούσε δυσανάλογα τις γαλλικές και γερμανικές τράπεζες. Η ΕΚΤ αναμένεται, επίσης, να απωθήσει ακόμη περισσότερο στο μέλλον το ενδεχόμενο της όποιας αύξησης επιτοκίου, παρέχοντας μία «ενισχυμένη» κατεύθυνση για τα επιτόκια που θα συνέδεαν την όποια κίνηση με συγκεκριμένες συνθήκες για τον πληθωρισμό. Η ΕΚΤ θα ανακοινώσει την απόφαση για την πολιτική της στα 14.45 (ώρα Ελλάδας) και θα ακολουθήσει η συνέντευξη Τύπου του Ντράγκι στις 15.30.
Θα υπάρξει σύγκρουση για το QE;
Το πιο αμφισβητούμενο μέρος του πακέτου αφορά στο αν θα αρχίσουν ξανά οι αγορές ομολόγων. Αν και αυτό είναι το πιο ισχυρό όπλο της ΕΚΤ, πάνω από πέντε αξιωματούχοι – μεταξύ των οποίων οι κεντρικοί τραπεζίτες της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ολλανδίας και της Αυστρίας – έχουν εκφράσει επιφυλάξεις σχετικά με την αναγκαιότητά του. Υποστηρίζουν ότι η Ευρωζώνη διέρχεται απλώς μία επιβράδυνση, όχι ύφεση, και ότι ένα τέτοιο μέσο θα πρέπει να κρατηθεί για πραγματικές κρίσεις, ιδιαίτερα καθώς η ΕΚΤ έχει ήδη χρησιμοποιήσει πολλά από τα πολεμοφόδιά της με τη στήριξη που έδωσε στο παρελθόν. Πράγματι, τα επιτόκια είναι σε χαμηλά επίπεδα – ρεκόρ και ο ισολογισμός της ΕΚΤ είναι κατά περισσότερο από ένα τρίτο μεγαλύτερος από αυτόν της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed). Με τη Fed, ωστόσο, να μειώνει τα επιτόκια τον περασμένο μήνα και να στέλνει μηνύματα για πιο χαλαρή πολιτική στο μέλλον, η ΕΚΤ δύσκολα μπορεί να αποφύγει να την ακολουθήσει, ώστε να ανακόψει μία ανατίμηση του ευρώ και μία περαιτέρω μείωση του πληθωρισμού που θα προκαλούσε. Ο Ντράγκι είναι πιθανόν να έχει τις απαιτούμενες ψήφους, εάν θελήσει να προχωρήσει στις αγορές ομολόγων, αλλά η αντίθεση των μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρωζώνης μπορεί να κάνει ζημιά στο κύρος της τράπεζας. Πιθανοί συμβιβασμοί περιλαμβάνουν ένα πλαίσιο σχετικά μικρών αγορών ομολόγων χωρίς την αλλαγή των περιορισμών που ισχύουν, ώστε να αποφευχθεί να υποδαυλισθεί ένα νομικά αμφιλεγόμενο θέμα. Ένα άλλο θέμα είναι ότι, με τον Ντράγκι να αποχωρεί στις 31 Οκτωβρίου, ορισμένοι αξιωματούχοι εμφανίζονται λιγότερο πρόθυμοι να κάνουν μία μακροπρόθεσμη δέσμευση που θα έδενε τα χέρια τη επόμενης προέδρου της ΕΚΤ.
Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ